Γνώρισα τον κυρ-Αλέξανδρο πριν ένα χρόνο και κάτι. Από άλλη πόλη, μερικές ώρες δρόμο, έφτασε στην πόρτα μου συστημένος από μια συνάδελφο που με ξέρει μόνο εξ αποστάσεως. Ένας ύποπτος λεμφαδένας χρειάσθηκε βιοψία από χειρουργό για να μας αποκαλύψει την ταυτότητά του: μια σπάνια μορφή καρκίνου του πνεύμονα. Μετά από σχετικές συνεννοήσεις πήγε για θεραπεία κάπου πιο κοντά στον τόπο της κατοικίας του. Ουσιαστικά η μόνη μου υπηρεσία προς αυτόν ήταν η διαμεσολάβηση για τις υπόλοιπες ενέργειες. Από τότε τον ξέχασα.
Ξανάκουσα το όνομά του πριν μερικές ημέρες, όταν μου τηλεφώνησε η ίδια γιατρός που τον είχε πρωτοστείλει. Νοσηλευόταν σε μεγάλο νοσοκομείο αλλά ήθελε να έρθει και πάλι σε μας. Το βράδυ της ίδιας μέρας τα λέγαμε από κοντά. Είχε περάσει από τα στάδια της χημειοθεραπείας και της ακτινοβολίας συνεχίζοντας να δουλεύει τη γη όπως έκανε μια ζωή, αλλά τελευταία παρουσίασε δύσπνοια τέτοια που τον έρριξε στο κρεβάτι. Το ενημερωτικό του σημείωμα μιλούσε για εξέλιξη της νόσου. Η αφαίρεση μεγάλης ποσότητας υγρού από τον θώρακα πολύ λίγο τον ανακούφισε: οι πνεύμονες ήταν γεμάτοι από τα επαναστατημένα κύτταρα που σιγά-σιγά έδιωχναν τη ζωή από μέσα του. Μέσα σε δυο μέρες έπεσε σε ημικωματώδη κατάσταση.
Συζήτησα το πρόβλημα με την οικογένειά του: όλοι καταλάβαιναν την πραγματικότητα. Σκοπός ήταν να μην υποφέρει, και γι’ αυτό μπορούσα να τους διαβεβαιώσω: δεν αισθανόταν πλέον ούτε δύσπνοια ούτε πόνο ή άλλη δυσφορία. Η όποια εντατική παρέμβαση ή προσπάθεια ήταν χωρίς νόημα, μια και η νόσος δεν είχε γιατρειά. Συμφώνησαν όλοι να μείνει στο δωμάτιό του, με τη δική τους παρουσία και προσευχή. Σύμφωνα με τον Εκκλησιαστή, υπάρχει «καιρὸς τοῦ ἰάσασθαι» αλλά υπάρχει και «καιρὸς τοῦ ἀποθανεῖν», που δεν πρέπει μεν να τον επιδιώκουμε, αλλά ούτε και να παρεμβάλλουμε δικά μας προσκόμματα (κάτι που συχνά το ξεχνούμε και το παραβλέπουμε). Το αναμενόμενο τηλεφώνημα ήρθε μερικές ώρες αργότερα, το βράδυ της Δευτέρας: μας είχε αφήσει.
Πήγα στην κλινική για τα διαδικαστικά και για να συναντήσω την οικογένειά του. Όλοι αξιοπρεπείς και μετρημένοι: ο θρήνος θα έρθει αργότερα. Είπαμε τα πρέποντα, τους συλλυπήθηκα, με ευχαρίστησαν. «Γιατρέ, η επιθυμία του έγινε. Ήθελε να έλθει να σε δει». Μου το είχαν ξαναπεί όταν ήρθε, αλλά δεν καταλάβαινα το γιατί: άλλωστε πολύ λίγο τον είχα γνωρίσει στην αρχή. Έδειξα την απορία μου. «Γιατρέ, τότε που βρέθηκε ο καρκίνος του το είπες τόσο ευγενικά που δεν μπορούσε να σε ξεχάσει», ήταν η απροσδόκητη απάντηση. Αποχαιρετιστήκαμε συγκινημένοι. Κάτι τέτοιες ‘ασήμαντες’ λεπτομέρειες δίνουν αξία στη δουλειά μας και μας βοηθούν να συνεχίζουμε.
Ο Θεός να αναπαύσει τον κυρ-Αλέξανδρο, πρώτη αναχώρηση του νέου ενιαυτού.
Ξανάκουσα το όνομά του πριν μερικές ημέρες, όταν μου τηλεφώνησε η ίδια γιατρός που τον είχε πρωτοστείλει. Νοσηλευόταν σε μεγάλο νοσοκομείο αλλά ήθελε να έρθει και πάλι σε μας. Το βράδυ της ίδιας μέρας τα λέγαμε από κοντά. Είχε περάσει από τα στάδια της χημειοθεραπείας και της ακτινοβολίας συνεχίζοντας να δουλεύει τη γη όπως έκανε μια ζωή, αλλά τελευταία παρουσίασε δύσπνοια τέτοια που τον έρριξε στο κρεβάτι. Το ενημερωτικό του σημείωμα μιλούσε για εξέλιξη της νόσου. Η αφαίρεση μεγάλης ποσότητας υγρού από τον θώρακα πολύ λίγο τον ανακούφισε: οι πνεύμονες ήταν γεμάτοι από τα επαναστατημένα κύτταρα που σιγά-σιγά έδιωχναν τη ζωή από μέσα του. Μέσα σε δυο μέρες έπεσε σε ημικωματώδη κατάσταση.
Συζήτησα το πρόβλημα με την οικογένειά του: όλοι καταλάβαιναν την πραγματικότητα. Σκοπός ήταν να μην υποφέρει, και γι’ αυτό μπορούσα να τους διαβεβαιώσω: δεν αισθανόταν πλέον ούτε δύσπνοια ούτε πόνο ή άλλη δυσφορία. Η όποια εντατική παρέμβαση ή προσπάθεια ήταν χωρίς νόημα, μια και η νόσος δεν είχε γιατρειά. Συμφώνησαν όλοι να μείνει στο δωμάτιό του, με τη δική τους παρουσία και προσευχή. Σύμφωνα με τον Εκκλησιαστή, υπάρχει «καιρὸς τοῦ ἰάσασθαι» αλλά υπάρχει και «καιρὸς τοῦ ἀποθανεῖν», που δεν πρέπει μεν να τον επιδιώκουμε, αλλά ούτε και να παρεμβάλλουμε δικά μας προσκόμματα (κάτι που συχνά το ξεχνούμε και το παραβλέπουμε). Το αναμενόμενο τηλεφώνημα ήρθε μερικές ώρες αργότερα, το βράδυ της Δευτέρας: μας είχε αφήσει.
Πήγα στην κλινική για τα διαδικαστικά και για να συναντήσω την οικογένειά του. Όλοι αξιοπρεπείς και μετρημένοι: ο θρήνος θα έρθει αργότερα. Είπαμε τα πρέποντα, τους συλλυπήθηκα, με ευχαρίστησαν. «Γιατρέ, η επιθυμία του έγινε. Ήθελε να έλθει να σε δει». Μου το είχαν ξαναπεί όταν ήρθε, αλλά δεν καταλάβαινα το γιατί: άλλωστε πολύ λίγο τον είχα γνωρίσει στην αρχή. Έδειξα την απορία μου. «Γιατρέ, τότε που βρέθηκε ο καρκίνος του το είπες τόσο ευγενικά που δεν μπορούσε να σε ξεχάσει», ήταν η απροσδόκητη απάντηση. Αποχαιρετιστήκαμε συγκινημένοι. Κάτι τέτοιες ‘ασήμαντες’ λεπτομέρειες δίνουν αξία στη δουλειά μας και μας βοηθούν να συνεχίζουμε.
Ο Θεός να αναπαύσει τον κυρ-Αλέξανδρο, πρώτη αναχώρηση του νέου ενιαυτού.
1 σχόλιο:
Ακόμη κι ο θάνατος μαλακώνει αν τον αντιμετωπίζεις με διάκριση! Είναι πράγματι σπουδαία αρετή!
Δημοσίευση σχολίου