Παραξενεύεται, συγχύζεται και εξανίσταται κανείς περιδιαβάζοντας τις εφημερίδες και τα λοιπά Μέσα. Από τη μια μεριά έχουμε την ανάδειξη του φαινόμενου ‘βία-εγκληματικότητα’ (σε όλες του τις επιμέρους μορφές) και την εύλογη καταδίκη του από κάθε πλευρά, κατόπιν εορτής. Από την άλλη έχουμε την προβολή υπό τύπον διαφήμισης τηλεοπτικών σειρών που ασχολούνται με το ‘πραγματικό έγκλημα’ (πρόσφατο δημοσίευμα της Καθημερινής [21/10] έχει τον χαρακτηριστικό τίτλο ‘Η μικρή οθόνη στην εποχή του αληθινού «μπαμπούλα»’ και υπότιτλο ‘Το τηλεοπτικό κοινό δείχνει να στρέφεται στις «true crime» ιστορίες και τα στούντιο τροφοδοτούν τις πλατφόρμες με ιστορίες αληθινών δολοφόνων’). Είναι κάπως σαν να λέμε ότι σ’ ένα σπίτι όπου πέθαναν άνθρωποι από δηλητηρίαση πηγαίνουμε και γεμίζουμε τα ντουλάπια με δηλητήρια. Τι είδους λογική υπάρχει σε μια τέτοια ενέργεια;
Σε άλλο δημοσίευμα της ίδιας εφημερίδας (στις 28/10), που όπως και το προηγούμενο υπάγεται στον τομέα ‘Πολιτισμός’, ο ίδιος αρθρογράφος παρουσιάζει μια ‘Ανθολογία τρόμου’, μια σειρά επεισοδίων για γνωστή διαδικτυακή πλατφόρμα που ζωντανεύει ‘οράματα και εφιάλτες με πειστικό τρόπο’, ‘δοκιμάζοντας συχνά τις αντοχές του θεατή’ με ‘πλοκαμοφόρα τέρατα και αναζωογονημένα πτώματα’. Η λεπτομέρεια ότι ‘το θέαμα είναι αυστηρά άνω των 18’ μόνο πικρά χαμόγελα προκαλεί: ξέρουμε πόσο σεβαστά γίνονται τα όρια αυτά ιδίως στο διαδίκτυο. Αντίφαση: Όταν γίνεται λόγος, ιδίως από ανθρώπους της εκκλησίας, για θάνατο, μνήμη θανάτου, ανάσταση νεκρών και μέλλουσα ζωή, δεν είναι λίγοι εκείνοι που αρχίζουν να χτυπούν ξύλο και να φτύνουν τον κόρφο τους και να αλλάζουν κουβέντα ή να χλευάζουν (όπως οι Αθηναίοι της εποχής του αποστόλου Παύλου). Βλέπετε, η αλήθεια ακούγεται πικρή και την αμφισβητούμε, ενώ οι κάθε μορφής τερατομυθολογίες είναι εμπορικό είδος και πρέπει να το διαφημίζουμε, όπως και τα ξενόφερτα Halloween και οι σκαλισμένες κολοκύθες, που κι αυτά έχουν την τιμητική τους τις μέρες αυτές. Αν έπεφταν κάθετα οι συνδρομές και οι σπονδές στο Netflix και τις άλλες ‘πλατφόρμες’, πόσο θα άντεχαν τέτοια τερατουργήματα;
Και σαν να μη φτάνουν αυτά, υπάρχουν και κάποιοι πικρόχολοι, όπως η Ξένια Κουναλάκη, πάλι στην Καθημερινή (‘Επιστροφή στο κατηχητικό σχολείο;’, 20/10), που διαμαρτύρονται διότι στα σχολικά προγράμματα προβλέπονται και ώρες αφιερωμένες στην κατήχηση και σε ‘στιγμές χαράς κοντά στον Χριστό’. Φαντάζομαι ότι η συγκεκριμένη προοδευτική κυρία θα προτιμούσε να παρακολουθούν βίντεο τρόμου ή αληθινά εγκλήματα οι μαθητές, για να συνηθίζουν δηλαδή να μη φοβούνται. Δεν διστάζει μάλιστα να στρεβλώσει ερμηνευτικά και χωρία της Γραφής για να αποδείξει ότι δεν επιτρέπεται ο ‘προσηλυτισμός’ σε τέτοιες ηλικίες (ενώ η πλύση εγκεφάλου, κατά τα ανωτέρω λεχθέντα, όχι μόνο επιτρέπεται αλλά και επιβάλλεται). Μάλιστα. Ευτυχώς που βρέθηκε κι αυτή να μας ξεστραβώσει, ώστε να μην υπάρχει κανένα αντίβαρο στον νοσηρό μιθριδατισμό που ενεργείται συστηματικά στην κοινωνία μας.