Πριν μια εβδομάδα, στο μέσο της νύχτας, σηκώθηκες από το κρεβάτι, άνοιξες ‘λάθρα’ το παράθυρο και έκανες το μοιραίο άλμα στο κενό. Όσοι αντιλήφθηκαν την ‘πτήση’ σου και έτρεξαν, απλώς διαπίστωσαν ότι ήταν πολύ αργά πλέον.
Γιατί, κυρ-Χρήστο; Τι ήταν αυτό που θέλησες να αποφύγεις; Ο θάνατος; Σίγουρα όχι, αφού έσπευσες να τον αγκαλιάσεις. Ο πόνος; Ίσως, αλλά μάλλον εγωιστική σκέψη. Εκτός από τον όποιο δικό σου πόνο, δεν έβαλες στο νου σου τον ψυχικό πόνο των άλλων που σε ήξεραν, συγγενών, ασθενών, νοσηλευτών, γιατρών; Ο φόβος μπροστά στο άγνωστο μέλλον; Αλλά μήπως γνώριζες περισσότερο τον προορισμό που διάλεξες; Η απόγνωση; Μα ξέχασες ότι πάντα η ελπίδα πεθαίνει τελευταία; Δεν ξέρω αν πίστευες και πόσο. Ίσως δεν έχει τόση σημασία: όταν θολώνει το μυαλό δεν σκεφτόμαστε λογικά ή με βάση την προηγούμενη πίστη μας. Γιατί όμως να θολώνουμε;
Κάποιοι μπορεί να χαρακτηρίσουν την απόφασή σου ηρωική. Δύσκολο να καταλάβω τέτοιον ηρωισμό. Μόνο η αυτοθυσία για κάποιον ανώτερο σκοπό θα άξιζε αυτό το όνομα, όπως αυτού του μικρού στη Νέα Υόρκη που πρόσφατα γλίτωσε έξι άτομα από τη φωτιά αλλά κάηκε ο ίδιος. Ποιος ήταν ο δικός σου σκοπός; Λίγο σε γνώρισα, σε μια σύντομη προεγχειρητική εκτίμηση, και δεν μπορώ να το ξέρω, δεν μπορώ να σε κρίνω. Μου βγαίνει μόνο το πικρό, αναπάντητο ερώτημα. Γιατί, κυρ-Χρήστο;
1 σχόλιο:
Μερικά "γιατί" δεν απαντιούνται ποτέ...
Δημοσίευση σχολίου