Τρίτη 3 Σεπτεμβρίου 2013

Μνημόσυνο

Διασχίζοντας την πόρτα του κυλικείου είδα κάποιον να περιμένει για καφέ. Στην ηλικία μου, ίδιο ανάστημα, μαλλιά κατσαρά, τελείως μαύρα, λίγο αραιωμένα, γυαλιά με σκούρο κοκκάλινο σκελετό. Η αίσθηση της γνωριμίας ήταν αναντίρρητη, η ταυτοποίηση όμως; Έβαλα το πρόσωπο στο προσωρινό αρχείο της μνήμης και πήγα στη δουλειά μου.
     Ξαναβρεθήκαμε αργότερα στο δωμάτιο της άρρωστης. Με πλησίασε μαζί με τη γυναίκα του και με ρώτησε για το πρόβλημα της γηραιάς κυρίας που μόλις είχα εξετάσει: ήταν η πεθερά του. Μια τυχαία λεκτική νύξη του με έκανε να τον ρωτήσω: «Κι εσύ το Τέταρτο τελείωσες;» «Μη μου πεις ότι είσαι ο συμμαθητής μου ο Παπαγιάννης!» ήταν η άμεση απάντηση. «Εγώ είμαι ο Μ.» Το τελικό ‘κλικ’ έγινε στη στιγμή και για τους δυο μας, το παζλ συμπληρώθηκε, το μυαλό πέταξε κάπου σαράντα χρόνια πίσω, στις γυμνασιακές αίθουσες. Ονόματα συμμαθητών και καθηγητών, παλιά ανέκδοτα, ξεχασμένα καθημερινά σχολικά επεισόδια, όλα ανασκοπήθηκαν μέσα σε δυο λεπτά. Ξαναγίναμε για λίγο έφηβοι, με λιγότερα κιλά και πιο αθώο μυαλό, με πλεόνασμα ζήλου και με περιορισμένες εμπειρίες.
     «Εσύ γνώριζες και τον Μιχάλη, έτσι δεν είναι;» τον ρώτησα καθώς θυμήθηκα τον ‘κολλητό’ μου, από το νηπιαγωγείο ακόμη. Άλλαξε όψη. «Δεν είναι ευχάριστα τα νέα», είπε σοβαρός (νοερά του έδωσα ένα ‘μπράβο’ για την σωστή επικοινωνιακή τεχνική του). «Έμαθα ότι πέθανε από ανακοπή εδώ και δυο-τρία χρόνια. Η μητέρα του νοσηλευόταν στο διπλανό κρεβάτι μόλις χθες». «Τι λες;» αναφώνησα καθώς έφερα νοσταλγικά στο μυαλό μου τα παιχνίδια που κάναμε στο σαλόνι της, τις αναπαραστάσεις των μαχών με τα στρατιωτάκια μας, τη ναυμαχία με τις χάρτινες βάρκες στη λεκάνη... Πώς πέρασε μισός αιώνας; Κι ο Μιχαλάκης, που κάποια στιγμή είχε πάψει να τα έχει ακριβώς τετρακόσια, μας ατενίζει πλέον από την άλλη μεριά του φράχτη...
     Κάπου στα συρτάρια μου έχω ακόμη φυλαγμένα τα γράμματα που μου έστελνε από την Ιταλία τον καιρό των σπουδών. Θυμούμαι ακόμη τον μεγάλο, ακανόνιστο, κάπως άγαρμπο γραφικό του χαρακτήρα. Και κάθε φορά που πιάνω το κλειδί του σπιτιού ζυγίζω στην παλάμη μου το μεταλλικό μπρελόκ που μου είχε φέρει στην πρώτη του επάνοδο για διακοπές από την ξενιτειά. Η ανάμνηση του Μιχαλάκη δεν είναι ποτέ μακριά. Καλόν Παράδεισο να έχει!

Δεν υπάρχουν σχόλια: