Ο τίτλος ανήκει στο παραπάνω βιβλίο που πρόσφατα κυκλοφόρησε στα ελληνικά από τις εκδόσεις University Studio Press. Με την άδεια των αναγνωστών, θα το παρουσιάσω γράφοντας λίγα λόγια για τον συγγραφέα του.
Ο Vincent DeVita είναι Αμερικανός ογκολόγος, από τους πιο φημισμένους στον κλάδο του. Βρέθηκε στο πεδίο της παθολογικής ογκολογίας περίπου τυχαία, όταν αυτή ήταν ακόμη άγνωστη ως ειδικότητα και δεν είχε το εύρος του θεραπευτικού οπλοστασίου που διαθέτει σήμερα. Οι γιατροί που έδιναν τότε (αρχές της δεκαετίας του 1960) χημειοθεραπεία σε ασθενείς με καρκίνο θεωρούνταν από τους συναδέλφους τους εγκληματίες: οι παρενέργειες των πρώτων φαρμάκων ήταν συχνά χειρότερες από την αρρώστια, και πολλοί άρρωστοι υπέκυπταν σ’ αυτές. Ο νεαρός DeVita εμπνεύσθηκε από τους τολμηρούς δασκάλους του, που αψήφησαν τις ύβρεις και τις κατηγορίες των συναδέλφων τους, και είχε το σθένος να χρησιμοποιήσει για πρώτη φορά συνδυασμένη χημειοθεραπεία σε ασθενείς με λέμφωμα Hodgkin. Τα αποτελέσματα ήταν εντυπωσιακά καλά, ωστόσο αμφισβητήθηκαν από το ιατρικό κατεστημένο, που βέβαια δεν ήταν ιδιαίτερα αμερόληπτο: μέχρι τότε χειρουργοί και ακτινοθεραπευτές διαχειρίζονταν τέτοιους ασθενείς, χωρίς να τους προσφέρουν ουσιαστική βελτίωση. Η εμφάνιση μιας νέας, ριζικά διαφορετικής θεραπευτικής προοπτικής απειλούσε το εισόδημά τους, και δεν έκρυψαν την αντίθεση, ακόμη και την εχθρότητά τους απέναντι στους νεοφερμένους χημειοθεραπευτές.
Παρά τις αντιδράσεις, ο DeVita και οι όμοιοί του επέμειναν, μέχρι το σημείο που οι όποιες αντιρρήσεις δεν μπορούσαν πλέον να σταθούν επιστημονικά. Η χημειοθεραπεία αποδείχθηκε σωτήρια για το λέμφωμα Hodgkin και στη συνέχεια και για άλλους κακοήθεις όγκους. Με τον καιρό η ογκολογική πρακτική άλλαξε, τα φάρμακα εξελίχθηκαν και η έρευνα διευρύνθηκε, και πολλές μορφές καρκίνου μεταβλήθηκαν από βέβαιες θανατικές καταδίκες σε χρόνιες νόσους, με τις οποίες μπορεί κανείς να ζήσει μια σχεδόν φυσιολογική ζωή, τόσο σε διάρκεια όσο και σε ποιότητα.
Όλη αυτή η ιστορία είχε οδηγούς κάποιους συγκεκριμένους πρωτοπόρους. Ο DeVita είναι ένας από αυτούς, και στην πορεία της καριέρας του πέρασε από όλες τις περίοπτες θέσεις της ογκολογίας στις ΗΠΑ, στις οποίες περιλαμβάνεται και η μακρόχρονη θητεία του ως διευθυντού του Εθνικού Ινστιτούτου Καρκίνου. Έζησε τις διάφορες μάχες μεταξύ επιστημόνων και ερευνητών και πολιτικών που αναμίχθηκαν στον ‘πόλεμο κατά του καρκίνου’ που κήρυξε επίσημα ο πρόεδρος Νίξον το 1971. Έχοντας επιβιώσει από τις ποικίλες ‘συμπλοκές’ του πολέμου αυτού, δοκίμασε και προσωπικά την εμπειρία του καρκίνου ως ασθενής. Στο βιβλίο Ο θάνατος του καρκίνου, που συνέγραψε μαζί με την κόρη του Elizabeth, περιγράφει με γλαφυρό, σχεδόν μυθιστορηματικό τρόπο τα πάνω και τα κάτω του πολέμου αυτού, τις ελπίδες και τις απογοητεύσεις και την τελική θετική έκβαση της όλης εκστρατείας. Μπορεί ο τίτλος να φαντάζει υπερβολικός, αλλά ο DeVita είναι αισιόδοξος: πιστεύει ότι κερδίζουμε σιγά-σιγά τον πόλεμο, και σίγουρα είμαστε σε πολύ καλύτερη θέση απ’ ό,τι τότε που ο ίδιος ξεκινούσε τον αγώνα αυτό, έστω κι αν ακόμη έχουμε δρόμο μπροστά μας.
Ο θάνατος του καρκίνου είναι βιβλίο γραμμένο από έναν ειδικό για μη ειδικούς, για καθέναν που ενδιαφέρεται για την ιστορία της ιατρικής αλλά και για την τόσο επίφοβη αυτή αρρώστια, είτε τον έχει αγγίξει προσωπικά είτε όχι. Μέσα από τις γραμμές του συγγραφέα ο φόβος γίνεται λιγότερος και η πίστη στο μέλλον μεγαλύτερη. Έχοντας ζήσει την όλη ιστορία καθώς μετέφραζα το βιβλίο, τολμώ να το προτείνω σαν ανάγνωσμα. Εντυπώσεις και σχόλια από τους τυχόν αναγνώστες θα είναι ευπρόσδεκτα.
Ο Vincent DeVita είναι Αμερικανός ογκολόγος, από τους πιο φημισμένους στον κλάδο του. Βρέθηκε στο πεδίο της παθολογικής ογκολογίας περίπου τυχαία, όταν αυτή ήταν ακόμη άγνωστη ως ειδικότητα και δεν είχε το εύρος του θεραπευτικού οπλοστασίου που διαθέτει σήμερα. Οι γιατροί που έδιναν τότε (αρχές της δεκαετίας του 1960) χημειοθεραπεία σε ασθενείς με καρκίνο θεωρούνταν από τους συναδέλφους τους εγκληματίες: οι παρενέργειες των πρώτων φαρμάκων ήταν συχνά χειρότερες από την αρρώστια, και πολλοί άρρωστοι υπέκυπταν σ’ αυτές. Ο νεαρός DeVita εμπνεύσθηκε από τους τολμηρούς δασκάλους του, που αψήφησαν τις ύβρεις και τις κατηγορίες των συναδέλφων τους, και είχε το σθένος να χρησιμοποιήσει για πρώτη φορά συνδυασμένη χημειοθεραπεία σε ασθενείς με λέμφωμα Hodgkin. Τα αποτελέσματα ήταν εντυπωσιακά καλά, ωστόσο αμφισβητήθηκαν από το ιατρικό κατεστημένο, που βέβαια δεν ήταν ιδιαίτερα αμερόληπτο: μέχρι τότε χειρουργοί και ακτινοθεραπευτές διαχειρίζονταν τέτοιους ασθενείς, χωρίς να τους προσφέρουν ουσιαστική βελτίωση. Η εμφάνιση μιας νέας, ριζικά διαφορετικής θεραπευτικής προοπτικής απειλούσε το εισόδημά τους, και δεν έκρυψαν την αντίθεση, ακόμη και την εχθρότητά τους απέναντι στους νεοφερμένους χημειοθεραπευτές.
Παρά τις αντιδράσεις, ο DeVita και οι όμοιοί του επέμειναν, μέχρι το σημείο που οι όποιες αντιρρήσεις δεν μπορούσαν πλέον να σταθούν επιστημονικά. Η χημειοθεραπεία αποδείχθηκε σωτήρια για το λέμφωμα Hodgkin και στη συνέχεια και για άλλους κακοήθεις όγκους. Με τον καιρό η ογκολογική πρακτική άλλαξε, τα φάρμακα εξελίχθηκαν και η έρευνα διευρύνθηκε, και πολλές μορφές καρκίνου μεταβλήθηκαν από βέβαιες θανατικές καταδίκες σε χρόνιες νόσους, με τις οποίες μπορεί κανείς να ζήσει μια σχεδόν φυσιολογική ζωή, τόσο σε διάρκεια όσο και σε ποιότητα.
Όλη αυτή η ιστορία είχε οδηγούς κάποιους συγκεκριμένους πρωτοπόρους. Ο DeVita είναι ένας από αυτούς, και στην πορεία της καριέρας του πέρασε από όλες τις περίοπτες θέσεις της ογκολογίας στις ΗΠΑ, στις οποίες περιλαμβάνεται και η μακρόχρονη θητεία του ως διευθυντού του Εθνικού Ινστιτούτου Καρκίνου. Έζησε τις διάφορες μάχες μεταξύ επιστημόνων και ερευνητών και πολιτικών που αναμίχθηκαν στον ‘πόλεμο κατά του καρκίνου’ που κήρυξε επίσημα ο πρόεδρος Νίξον το 1971. Έχοντας επιβιώσει από τις ποικίλες ‘συμπλοκές’ του πολέμου αυτού, δοκίμασε και προσωπικά την εμπειρία του καρκίνου ως ασθενής. Στο βιβλίο Ο θάνατος του καρκίνου, που συνέγραψε μαζί με την κόρη του Elizabeth, περιγράφει με γλαφυρό, σχεδόν μυθιστορηματικό τρόπο τα πάνω και τα κάτω του πολέμου αυτού, τις ελπίδες και τις απογοητεύσεις και την τελική θετική έκβαση της όλης εκστρατείας. Μπορεί ο τίτλος να φαντάζει υπερβολικός, αλλά ο DeVita είναι αισιόδοξος: πιστεύει ότι κερδίζουμε σιγά-σιγά τον πόλεμο, και σίγουρα είμαστε σε πολύ καλύτερη θέση απ’ ό,τι τότε που ο ίδιος ξεκινούσε τον αγώνα αυτό, έστω κι αν ακόμη έχουμε δρόμο μπροστά μας.
Ο θάνατος του καρκίνου είναι βιβλίο γραμμένο από έναν ειδικό για μη ειδικούς, για καθέναν που ενδιαφέρεται για την ιστορία της ιατρικής αλλά και για την τόσο επίφοβη αυτή αρρώστια, είτε τον έχει αγγίξει προσωπικά είτε όχι. Μέσα από τις γραμμές του συγγραφέα ο φόβος γίνεται λιγότερος και η πίστη στο μέλλον μεγαλύτερη. Έχοντας ζήσει την όλη ιστορία καθώς μετέφραζα το βιβλίο, τολμώ να το προτείνω σαν ανάγνωσμα. Εντυπώσεις και σχόλια από τους τυχόν αναγνώστες θα είναι ευπρόσδεκτα.
1 σχόλιο:
Χριστὸς Ἀνεστη. Σᾶς συγχαίρω, Γιατρέ μου. Πολλὲς πονεμενες ψυχές, πιστεύω ὅτι θὰ ἀνακουφιστοῦν Ἀκόμα κι ἀπὸ αὐτὰ τὰ λίγα ποὺ γρψατε. Πόσο μᾶλλον ἀπὸ τὸ ἴδιο τὸ βιβλίο. Σᾶς συγχαιρω π.κ
Δημοσίευση σχολίου