«Κάτι σάπιο υπάρχει στο βασίλειο της Δανιμαρκίας», λέει ένας από τους πιο γνωστούς αφορισμούς από τον ‘Άμλετ’ του Σαίξπηρ. Για πολλά ‘σάπια’ θα μπορούσε κανείς να μιλήσει στο νέο ελληνικό κράτος, ανεξαρτήτως πολιτεύματος. Ένα από αυτά οπωσδήποτε είναι και το ‘σύστημα’ (εσκεμμένα τα εισαγωγικά) εισαγωγής στην ανώτατη εκπαίδευση. Μας έχει απασχολήσει κατά καιρούς, όπως απασχολεί και τόσους άλλους, ειδικούς και μη. Με αφορμή την πρόσφατη αναγγελία των αποτελεσμάτων των φετινών πανελληνίων εξετάσεων ξαναβγαίνει στην επικαιρότητα, προσθέτοντας μια ακόμη νότα απογοήτευσης στη σύγχρονη εμπειρία.
Αντιγράφω από την χθεσινή Καθημερινή: «Απόφοιτοι Γενικών Λυκείων εισήχθησαν με 16 στη σχολή Πολιτικών Μηχανικών του ΕΜΠ και άλλοι με 7,5 στις Σέρρες, μαθηματικοί του 15 (στην Αθήνα) και του 7 (στη Σάμο), διοικητικοί επιστήμονες και τεχνολόγοι του 18 (στο Οικονομικό Παν. Αθηνών) και του 4,5 (στην Κοζάνη)! Παράλληλα, παιδιά τα οποία στα 16 τους αποφάσισαν να ακολουθήσουν την επαγγελματική εκπαίδευση εισήχθησαν τελικά σε πανεπιστημιακά τμήματα με θολό γνωστικό αντικείμενο, όπως το Περιφερειακής και Διασυνοριακής Ανάπτυξης του Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας στην Κοζάνη, όπου ο τελευταίος εισαχθείς είχε μέσο όρο μικρότερο της μονάδας (εισήχθη με 840 μονάδες, δηλαδή με μέσο βαθμό που αντιστοιχεί στο 0,8)».
Το δημοσίευμα παραθέτει και πολλά άλλα στοιχεία που δείχνουν το αλαλούμ (δεν υπάρχει πιο κατάλληλος ελληνικός όρος) που έχουν δημιουργήσει οι εκάστοτε μαθητευόμενοι μάγοι που κάθισαν στην καθέδρα του υπουργείου παιδείας, με επιστέγασμα τη σειρά των υπουργών της τελευταίας τετραετίας, στη διάρκεια της οποίας κυριάρχησε η αριστερή ιδεολογική απέχθεια προς την αριστεία, προς το καλύτερο, προς τη (θετική) διάκριση εν ονόματι της (ταξικής) ισοπέδωσης. Αποτέλεσμα είναι αυτά που διαβάζουμε σε δημοσιεύματα συμπερασμάτων όπως το παραπάνω. Εκτός από τα ποικίλα διαδικαστικά θέματα που δημιουργούνται (π.χ. μεταγραφές σε – υποτίθεται – ισοδύναμα τμήματα, αλλά με χαώδεις διαφορές στη βαθμολογία), αναρωτιέται κανείς πώς αισθάνονται οι διδάσκοντες σε σχολές όπου βλέπουν να εισάγονται οι έσχατοι της βαθμολογίας (και μάλιστα χωρίς να τις έχουν επιλέξει: πόσο τους ενδιαφέρει άραγε το σχετικό γνωστικό αντικείμενο;). Το πτυχίο που θα δώσουν όλες αυτές οι σχολές θα έχει το ίδιο εκπαιδευτικό και επαγγελματικό αντίκρυσμα; Και πόση εμπιστοσύνη θα μπορούμε να έχουμε στους αντίστοιχους πτυχιούχους;
Βέβαια θα μπορούσε κανείς να επισημάνει ότι εκτός από φοιτητές υπάρχουν και καθηγητές πολλών ταχυτήτων (μερικοί που χρησιμοποιούν συνήθως την ‘όπισθεν’ έχουν διαπρέψει κυρίως ως υπουργοί). Και αυτοί αντιμετωπίζονται ισότιμα (!) από τους συναδέλφους τους και την Πολιτεία, αφού η αξιολόγηση είναι κακή λέξη για όλους. Ίσως γι’ αυτό πολλοί Έλληνες επιστήμονες επιλέγουν ως ακαδημαϊκή λύση το εξωτερικό. Εκεί που είναι το μέλλον της Ελλάδας, όπως εύστοχα σχολίαζε πριν πολλά χρόνια ο γνωστός σκιτσογράφος ΚΥΡ.
Αντιγράφω από την χθεσινή Καθημερινή: «Απόφοιτοι Γενικών Λυκείων εισήχθησαν με 16 στη σχολή Πολιτικών Μηχανικών του ΕΜΠ και άλλοι με 7,5 στις Σέρρες, μαθηματικοί του 15 (στην Αθήνα) και του 7 (στη Σάμο), διοικητικοί επιστήμονες και τεχνολόγοι του 18 (στο Οικονομικό Παν. Αθηνών) και του 4,5 (στην Κοζάνη)! Παράλληλα, παιδιά τα οποία στα 16 τους αποφάσισαν να ακολουθήσουν την επαγγελματική εκπαίδευση εισήχθησαν τελικά σε πανεπιστημιακά τμήματα με θολό γνωστικό αντικείμενο, όπως το Περιφερειακής και Διασυνοριακής Ανάπτυξης του Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας στην Κοζάνη, όπου ο τελευταίος εισαχθείς είχε μέσο όρο μικρότερο της μονάδας (εισήχθη με 840 μονάδες, δηλαδή με μέσο βαθμό που αντιστοιχεί στο 0,8)».
Το δημοσίευμα παραθέτει και πολλά άλλα στοιχεία που δείχνουν το αλαλούμ (δεν υπάρχει πιο κατάλληλος ελληνικός όρος) που έχουν δημιουργήσει οι εκάστοτε μαθητευόμενοι μάγοι που κάθισαν στην καθέδρα του υπουργείου παιδείας, με επιστέγασμα τη σειρά των υπουργών της τελευταίας τετραετίας, στη διάρκεια της οποίας κυριάρχησε η αριστερή ιδεολογική απέχθεια προς την αριστεία, προς το καλύτερο, προς τη (θετική) διάκριση εν ονόματι της (ταξικής) ισοπέδωσης. Αποτέλεσμα είναι αυτά που διαβάζουμε σε δημοσιεύματα συμπερασμάτων όπως το παραπάνω. Εκτός από τα ποικίλα διαδικαστικά θέματα που δημιουργούνται (π.χ. μεταγραφές σε – υποτίθεται – ισοδύναμα τμήματα, αλλά με χαώδεις διαφορές στη βαθμολογία), αναρωτιέται κανείς πώς αισθάνονται οι διδάσκοντες σε σχολές όπου βλέπουν να εισάγονται οι έσχατοι της βαθμολογίας (και μάλιστα χωρίς να τις έχουν επιλέξει: πόσο τους ενδιαφέρει άραγε το σχετικό γνωστικό αντικείμενο;). Το πτυχίο που θα δώσουν όλες αυτές οι σχολές θα έχει το ίδιο εκπαιδευτικό και επαγγελματικό αντίκρυσμα; Και πόση εμπιστοσύνη θα μπορούμε να έχουμε στους αντίστοιχους πτυχιούχους;
Βέβαια θα μπορούσε κανείς να επισημάνει ότι εκτός από φοιτητές υπάρχουν και καθηγητές πολλών ταχυτήτων (μερικοί που χρησιμοποιούν συνήθως την ‘όπισθεν’ έχουν διαπρέψει κυρίως ως υπουργοί). Και αυτοί αντιμετωπίζονται ισότιμα (!) από τους συναδέλφους τους και την Πολιτεία, αφού η αξιολόγηση είναι κακή λέξη για όλους. Ίσως γι’ αυτό πολλοί Έλληνες επιστήμονες επιλέγουν ως ακαδημαϊκή λύση το εξωτερικό. Εκεί που είναι το μέλλον της Ελλάδας, όπως εύστοχα σχολίαζε πριν πολλά χρόνια ο γνωστός σκιτσογράφος ΚΥΡ.
1 σχόλιο:
Τα λέμε κάποιοι με τον κίνδυνο να χαρακτηριζόμαστε γραφικοί. Έχω γράψει κατά καιρούς διάφορα, και πρόσφατα. Η κατάργηση της βάσης δεν έγινε από τους τσιπραίους. Αυτοί το συνέχισαν. Είχε γίνει, καταργήθηκε και επανήλθε. Τώρα λέει θα ξανακαταργηθεί. Μέχρι να επανέλθει. Το 31,5% που ηλιθίως τον έστειλε στην αξιωματική αντιπολίτευση, τον κάνει να προσμένει προ των πυλών. Όχι ότι οι γραβατωμένοι είναι καλύτεροι. Απλώς κάνουν τα ίδια σε περισσότερο χρόνο. Μόνο αυτό. Όψεις του αυτού νομίσματος είναι. Όσοι λίγοι το καταλαβαίνουν.
Δημοσίευση σχολίου