Την πρωτακούσαμε σαν «επανάσταση», και η παλιότερή μας μνήμη είναι κάποια τανκς στους δρόμους, εμβατήρια στο ραδιόφωνο και το ότι εκείνη τη μέρα μας έδιωξαν από το σχολείο προς το τέλος της πρώτης ώρας (στην Πέμπτη Δημοτικού αυτό κυρίως μας ένοιαζε). Στη συνέχεια μεγαλώνοντας μάθαμε και τα συνώνυμα της «επανάστασης»: πραξικόπημα, δικτατορία, χούντα, αλλά και τα πάρεργά της – βασανιστήρια, εκτοπίσεις, πραξικόπημα Κύπρου, εισβολή Αττίλα – μέχρι την κατάρρευσή της, τη δίκη των Απριλιανών και τη μεταπολίτευση. Όλα αυτά ξεκίνησαν σαν σήμερα, πριν πενήντα χρόνια. Πολύ νερό κύλησε στο αυλάκι του χρόνου από τότε.
Τι κρατούμε σαν ανάμνηση; Ας μην παρεξηγηθώ αν καταγράψω εγωιστικά το ότι τελείωσα το Γυμνάσιο χωρίς να χάσω ούτε μια μέρα μάθημα σε συνελεύσεις, απεργίες, καταλήψεις και συναφή κοινωνικά δρώμενα. Κρίνοντας από όσα είχαν προηγηθεί και ακολούθησαν τις επόμενες δεκαετίες, δεν το θεωρώ καθόλου λίγο. Το τίμημα σε ευρύτερο επίπεδο ήταν βαρύ, και το πλήρωσαν η Ελλάδα, οι Έλληνες και οι Χριστιανοί, τρεις λέξεις που τόσο αμαυρώθηκαν από την κατάχρηση που υπέστησαν από τους «εθνοσωτήρες». Ωστόσο, πιστεύω ότι η επτάχρονη ανελευθερία δεν εμπόδισε όσους ήθελαν να μάθουν να σκέφτονται ελεύθερα και να εκφράζουν τη γνώμη τους. Όπως δεν εμπόδισε και τους Ρώσους η μακρόχρονη κομμουνιστική χούντα που ακολούθησε την επανάσταση του Οκτωβρίου του 1917 (μη μας ξενίζει ο όρος: το ίδιο φαινόμενο ήταν, με άλλο χρώμα ενδύματος), που φέτος κλείνουν διπλάσια χρόνια από την έναρξή της, και ευτυχώς κι αυτή αποτελεί ζοφερή ανάμνηση.
Οι ιστορικές εκτροπές (για να χρησιμοποιήσω έναν γενικό όρο) λαμβάνουν χώρα υπό συγκεκριμένες συνθήκες που αποτελούν γενεσιουργά αίτια (τα οποία πρέπει κανείς να λάβει υπόψη για να τις ερμηνεύσει) ή έστω δικαιολογίες. Μπορεί να λειτουργούν θετικά ως κάποιο σημείο, μέχρι που ξεφεύγουν από τον αρχικό τους δηλωμένο στόχο και γίνονται καθεστωτικός αυτοσκοπός (σ' αυτό δεν διαφέρουν από πολλές δημοκρατικά εκλεγμένες κυβερνήσεις...). Από εκεί και πέρα οι αρνητικές τους συνέπειες είναι πολύ χειρότερες, και βέβαια η κατάληξή τους συνήθως τραγική. Όλα αυτά αποτελούν το «τελευταῖον ἐκβὰν» που κατά τον Δημοσθένη κρίνει «ἕκαστον τῶν πρὶν ὑπαρξάντων».
Ευχής έργο θα ήταν να μην υπάρχουν ούτε οι δικτατορικές εκτροπές κάθε είδους, αλλά ούτε και οι πολιτικές και κοινωνικές συνθήκες που τις γεννούν. Αυτό το τελευταίο φαντάζει πολύ ουτοπικό: μια ματιά στον γύρω μας κόσμο θα μας πείσει, και ίσως μας δώσει και μια εξήγηση για την άνοδο των ακραίων στοιχείων στις πιο δύσμορφες εκδοχές τους. Η λύση δεν είναι η καταστολή τους (η δράση γεννά αντίδραση), αλλά η ουσιαστική ακύρωσή τους μέσα από τη μεταμόρφωση του κοινωνικού τοπίου. Αν δεν καλλιεργούμε την χυδαία ανισότητα και αδικία (πολιτική, οικονομική, κοινωνική) και τον γεωπολιτικό συμφεροντολογικό διαγκωνισμό (το δίκαιο του ισχυροτέρου), δεν δίνουμε δικαίωμα σε κανέναν να επαναστατεί με σημαία μια ψευδεπίγραφη «ελευθερία, ισότητα, δικαιοσύνη», την οποία κουρελιάζει και καταπατεί με την πρώτη ευκαιρία.
Τι κρατούμε σαν ανάμνηση; Ας μην παρεξηγηθώ αν καταγράψω εγωιστικά το ότι τελείωσα το Γυμνάσιο χωρίς να χάσω ούτε μια μέρα μάθημα σε συνελεύσεις, απεργίες, καταλήψεις και συναφή κοινωνικά δρώμενα. Κρίνοντας από όσα είχαν προηγηθεί και ακολούθησαν τις επόμενες δεκαετίες, δεν το θεωρώ καθόλου λίγο. Το τίμημα σε ευρύτερο επίπεδο ήταν βαρύ, και το πλήρωσαν η Ελλάδα, οι Έλληνες και οι Χριστιανοί, τρεις λέξεις που τόσο αμαυρώθηκαν από την κατάχρηση που υπέστησαν από τους «εθνοσωτήρες». Ωστόσο, πιστεύω ότι η επτάχρονη ανελευθερία δεν εμπόδισε όσους ήθελαν να μάθουν να σκέφτονται ελεύθερα και να εκφράζουν τη γνώμη τους. Όπως δεν εμπόδισε και τους Ρώσους η μακρόχρονη κομμουνιστική χούντα που ακολούθησε την επανάσταση του Οκτωβρίου του 1917 (μη μας ξενίζει ο όρος: το ίδιο φαινόμενο ήταν, με άλλο χρώμα ενδύματος), που φέτος κλείνουν διπλάσια χρόνια από την έναρξή της, και ευτυχώς κι αυτή αποτελεί ζοφερή ανάμνηση.
Οι ιστορικές εκτροπές (για να χρησιμοποιήσω έναν γενικό όρο) λαμβάνουν χώρα υπό συγκεκριμένες συνθήκες που αποτελούν γενεσιουργά αίτια (τα οποία πρέπει κανείς να λάβει υπόψη για να τις ερμηνεύσει) ή έστω δικαιολογίες. Μπορεί να λειτουργούν θετικά ως κάποιο σημείο, μέχρι που ξεφεύγουν από τον αρχικό τους δηλωμένο στόχο και γίνονται καθεστωτικός αυτοσκοπός (σ' αυτό δεν διαφέρουν από πολλές δημοκρατικά εκλεγμένες κυβερνήσεις...). Από εκεί και πέρα οι αρνητικές τους συνέπειες είναι πολύ χειρότερες, και βέβαια η κατάληξή τους συνήθως τραγική. Όλα αυτά αποτελούν το «τελευταῖον ἐκβὰν» που κατά τον Δημοσθένη κρίνει «ἕκαστον τῶν πρὶν ὑπαρξάντων».
Ευχής έργο θα ήταν να μην υπάρχουν ούτε οι δικτατορικές εκτροπές κάθε είδους, αλλά ούτε και οι πολιτικές και κοινωνικές συνθήκες που τις γεννούν. Αυτό το τελευταίο φαντάζει πολύ ουτοπικό: μια ματιά στον γύρω μας κόσμο θα μας πείσει, και ίσως μας δώσει και μια εξήγηση για την άνοδο των ακραίων στοιχείων στις πιο δύσμορφες εκδοχές τους. Η λύση δεν είναι η καταστολή τους (η δράση γεννά αντίδραση), αλλά η ουσιαστική ακύρωσή τους μέσα από τη μεταμόρφωση του κοινωνικού τοπίου. Αν δεν καλλιεργούμε την χυδαία ανισότητα και αδικία (πολιτική, οικονομική, κοινωνική) και τον γεωπολιτικό συμφεροντολογικό διαγκωνισμό (το δίκαιο του ισχυροτέρου), δεν δίνουμε δικαίωμα σε κανέναν να επαναστατεί με σημαία μια ψευδεπίγραφη «ελευθερία, ισότητα, δικαιοσύνη», την οποία κουρελιάζει και καταπατεί με την πρώτη ευκαιρία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου