Δεν μου έρχεται καλά να καταστρέφω τους φακέλλους ασθενών μου που έχουν αποβιώσει: νιώθω σαν να τους σκοτώνω κι εγώ στη ζωή της μνήμης. Τους βάζω λοιπόν σε μιαν άκρη με τη σκέψη ότι κάποια στιγμή θα τους ξαναθυμηθώ και θα τους διαβάσω με την άνεση της χρονικής απόστασης, για να επισημάνω θετικά ή αρνητικά στοιχεία στον χειρισμό τους, να βγάλω διδάγματα για το μέλλον, ίσως να κάνω μια παρουσίαση, ίσως και να γράψω και κάποια ιστορία. Όταν βέβαια θα βρεθεί χρόνος για όλα αυτά (ακόμη τον ψάχνω).
Σήμερα όμως ασχολήθηκα με τον κυρ-Χαράλαμπο. Τον γνώρισα πρώτη φορά το 2003. Η διάγνωση ήταν διάμεση πνευμονική ίνωση, μια ‘ετικέτα’ που προοιωνιζόταν μάλλον δύσκολο μέλλον, με προοδευτική αναπνευστική ανεπάρκεια και μέση στατιστική επιβίωση 2-3 χρόνια. Ήταν όμως σε πολύ καλή γενική κατάσταση, είχε την πραγματικά στοργική φροντίδα του γιου του, κι έτσι αρχίσαμε μια θεραπευτική σχέση στην οποία το τρίγωνο ‘ασθενής - ιδιώτης γιατρός - δημόσιο νοσοκομείο’ λειτουργούσε σχεδόν άψογα. Αμοιβαία ενημέρωση, συνεννόηση και συμφωνία για το πώς θα προχωρούμε, αλλαγές στα θεραπευτικά βήματα που οι σύγχρονες ‘θέσεις ομοφωνίας’ θα καταδίκαζαν στο εξώτερο πυρ ως μη αποτελεσματικά: κορτιζόνη, ανοσοκατασταλτικά, κατά περίπτωση αντιβιοτικά, βιταμίνες, αντιμετώπιση παρενεργειών. Και να που ο άρρωστος πήγε καλά. Η αναπνευστική λειτουργία βελτιώθηκε σημαντικά, τα συμπτώματα υποχώρησαν. Οι αναπόφευκτες διακυμάνσεις αντιμετωπίσθηκαν κι αυτές με επιτυχία. Υπήρξαν μεγάλα μεσοδιαστήματα που δεν τον έβλεπα καθόλου, άλλοτε είχα μόνο τηλεφωνική ενημέρωση.
Βέβαια, καθώς η ηλικία περνούσε, νέα νοσήματα φθοράς εμφανίσθηκαν: νευρολογικά, καρδιολογικά. Η κινητικότητά του περιορίσθηκε, οι επισκέψεις αραίωσαν, είχα να τον δω τρία χρόνια πλέον. Το στατιστικό όριο επιβίωσης για την κύρια νόσο του είχε ξεπερασθεί κατά πολύ: άλλωστε οι στατιστικές είναι για πληθυσμούς, όχι για μεμονωμένους ασθενείς. Οι ‘οδηγίες’ είχαν αποδειχθεί άχρηστες: ο άρρωστος είχε ανταποκριθεί στις θεραπείες με τρόπο που τα κονκλάβια των καθηγητών δύσκολα θα αποδέχονταν. Τι μ’ αυτό; Η ιατρική, ευτυχώς ή δυστυχώς, δεν μπαίνει σε καλούπια, γι’ αυτό και είναι και τέχνη εκτός από επιστήμη. «Δεν υπάρχουν αρρώστιες, υπάρχουν άρρωστοι», θα μας θύμιζε ο μεγάλος William Osler.
Είχα πλέον ξεχάσει τον κυρ-Χαράλαμπο μέχρι χθες που δέχθηκα ένα τηλεφώνημα από τον γιό του. Ήθελε να με ευχαριστήσει για τη βοήθεια που πρόσφερα στον πατέρα του όλον αυτό τον καιρό. Ναι, μας είχε αφήσει την προηγουμένη, δώδεκα χρόνια μετά την αρχική εκείνη επίσκεψη.
Στον Θεό ανήκουν οι ευχαριστίες. Σε μας ας μείνουν οι αναμνήσεις, τα διδάγματα, η εμπειρία, και η ευχή να μπορούμε να τα εφαρμόζουμε με καλό αποτέλεσμα και σε άλλες ανάλογες περιπτώσεις. Στο καλό, κυρ-Χαράλαμπε.
Σήμερα όμως ασχολήθηκα με τον κυρ-Χαράλαμπο. Τον γνώρισα πρώτη φορά το 2003. Η διάγνωση ήταν διάμεση πνευμονική ίνωση, μια ‘ετικέτα’ που προοιωνιζόταν μάλλον δύσκολο μέλλον, με προοδευτική αναπνευστική ανεπάρκεια και μέση στατιστική επιβίωση 2-3 χρόνια. Ήταν όμως σε πολύ καλή γενική κατάσταση, είχε την πραγματικά στοργική φροντίδα του γιου του, κι έτσι αρχίσαμε μια θεραπευτική σχέση στην οποία το τρίγωνο ‘ασθενής - ιδιώτης γιατρός - δημόσιο νοσοκομείο’ λειτουργούσε σχεδόν άψογα. Αμοιβαία ενημέρωση, συνεννόηση και συμφωνία για το πώς θα προχωρούμε, αλλαγές στα θεραπευτικά βήματα που οι σύγχρονες ‘θέσεις ομοφωνίας’ θα καταδίκαζαν στο εξώτερο πυρ ως μη αποτελεσματικά: κορτιζόνη, ανοσοκατασταλτικά, κατά περίπτωση αντιβιοτικά, βιταμίνες, αντιμετώπιση παρενεργειών. Και να που ο άρρωστος πήγε καλά. Η αναπνευστική λειτουργία βελτιώθηκε σημαντικά, τα συμπτώματα υποχώρησαν. Οι αναπόφευκτες διακυμάνσεις αντιμετωπίσθηκαν κι αυτές με επιτυχία. Υπήρξαν μεγάλα μεσοδιαστήματα που δεν τον έβλεπα καθόλου, άλλοτε είχα μόνο τηλεφωνική ενημέρωση.
Βέβαια, καθώς η ηλικία περνούσε, νέα νοσήματα φθοράς εμφανίσθηκαν: νευρολογικά, καρδιολογικά. Η κινητικότητά του περιορίσθηκε, οι επισκέψεις αραίωσαν, είχα να τον δω τρία χρόνια πλέον. Το στατιστικό όριο επιβίωσης για την κύρια νόσο του είχε ξεπερασθεί κατά πολύ: άλλωστε οι στατιστικές είναι για πληθυσμούς, όχι για μεμονωμένους ασθενείς. Οι ‘οδηγίες’ είχαν αποδειχθεί άχρηστες: ο άρρωστος είχε ανταποκριθεί στις θεραπείες με τρόπο που τα κονκλάβια των καθηγητών δύσκολα θα αποδέχονταν. Τι μ’ αυτό; Η ιατρική, ευτυχώς ή δυστυχώς, δεν μπαίνει σε καλούπια, γι’ αυτό και είναι και τέχνη εκτός από επιστήμη. «Δεν υπάρχουν αρρώστιες, υπάρχουν άρρωστοι», θα μας θύμιζε ο μεγάλος William Osler.
Είχα πλέον ξεχάσει τον κυρ-Χαράλαμπο μέχρι χθες που δέχθηκα ένα τηλεφώνημα από τον γιό του. Ήθελε να με ευχαριστήσει για τη βοήθεια που πρόσφερα στον πατέρα του όλον αυτό τον καιρό. Ναι, μας είχε αφήσει την προηγουμένη, δώδεκα χρόνια μετά την αρχική εκείνη επίσκεψη.
Στον Θεό ανήκουν οι ευχαριστίες. Σε μας ας μείνουν οι αναμνήσεις, τα διδάγματα, η εμπειρία, και η ευχή να μπορούμε να τα εφαρμόζουμε με καλό αποτέλεσμα και σε άλλες ανάλογες περιπτώσεις. Στο καλό, κυρ-Χαράλαμπε.
3 σχόλια:
Αγαπητε Αντωνη, αυτου του ειδους τα¨σημειωματα¨εχουν πολλαπλη ωφελεια για τον αναγνωστη. Θα σε παρακαλουσα να τα πυκνωσεις..Ειλικρινα βοηθουν..
Φιλικα Κοσμας Σ.
Πολύ όμορφο κείμενο, γεμάτο βιώματα και ευχαριστία....Ο Θεός να σας έχει καλά!
Κι εγώ θα συμφωνήσω! Κι αν δεν γράφουμε σχόλια σε τέτοια κείμενα, από σεβασμό είναι!
Δημοσίευση σχολίου