Τετάρτη 5 Δεκεμβρίου 2018

Αποχαιρετισμός

Αστείο δεν είναι να δενόμαστε με υλικά πράγματα; Με ρούχα, παπούτσια, βιβλία, παιχνίδια, ρολόγια, μηχανήματα κάθε λογής, κινητά τηλέφωνα, αυτοκίνητα, σπίτια… Κι ας δεχθούμε ότι το σπίτι είναι χώρος ζωής, η μικρή σκηνή όπου λαμβάνει χώρα ένα μεγάλο τμήμα της επί γης διαβίωσής μας. Είναι κομμάτι της προσωπικής μας ιστορίας, περικλείει ένα μέρος της. Το έχουμε «με χιλιάδες αναμνήσεις φορτωμένο», κατά το λαϊκό άσμα, συνδεδεμένο με πρόσωπα και γεγονότα και καταστάσεις, ντυμένο με ποικίλα συναισθήματα, ιδίως αν εκεί γεννηθήκαμε και μεγαλώσαμε. Δεν είμαστε ‘καυσοκαλύβηδες’ μοναχοί για να καταστρέφουμε το οικητήριό μας όταν νιώθουμε ότι έχουμε ‘προσπάθεια’, προσκόλληση προς αυτό, έστω κι αν ξέρουμε ότι είναι «σήμερον εμού, αύριον ετέρου, ουδέποτε ουδενός». Η αποσύνδεση από το σπίτι, εκούσια ή ακούσια, σημαίνει αλλαγή κεφαλαίου, ή τόμου ολόκληρου, στη ζωή μας. Με όλα τα άλλα αντικείμενα όμως τι γίνεται;
     Καλώς ή κακώς, μια μερίδα ανθρώπων (κυρίως ανδρών) νιώθουμε κάτι ανάλογο και με το αυτοκίνητο. Ίσως επειδή περνούμε εκεί μέσα ένα μέρος της καθημερινότητάς μας. Ίσως επειδή το βλέπουμε – εντελώς ανόητα – όχι σαν ένα χρηστικό εργαλείο, αλλά σαν μια προέκταση του εαυτού μας, σαν μια στολή, ένα εξωτερικό ένδυμα που μας χαρακτηρίζει ως ανθρώπους (σοβαρό, σπορ, πολυτελείας, εκκεντρικό κτλ), σαν σύμβολο κοινωνικής καταξίωσης (ένας μακαρίτης συνάδελφος στα τέλη της δεκαετίας του 60 απέκτησε μια μαύρη Μερσεντές, και έλεγε στους καταστηματάρχες της γειτονιάς: «Τώρα δείχνω για γιατρός, ε;»). Κάνοντας έναν ιστορικό παραλληλισμό, θα το παρομοίαζα με τη σύνδεση που είχαν οι άνθρωποι μιας παλιότερης εποχής μ’ ένα αγαπημένο άλογο: δεν ήταν το οποιοδήποτε ζώο μεταφοράς· είχε μεγαλώσει μαζί τους, είχαν ζήσει εμπειρίες μ’ αυτό, το είχαν συνδέσει με γεγονότα της ζωής τους, έτρωγε από το χέρι τους και ‘τάιζε’ το ίδιο με τη δουλειά του ολόκληρη την οικογένεια, το είχαν φροντίσει και τους είχε φροντίσει. Σήμερα πολύ απέχουμε από την ειδυλλιακή εκείνη εικόνα, αλλά ίσως και να ‘βγάζουμε’ τέτοια υποσυνείδητα συναισθήματα προς τα μηχανοκίνητα τετράτροχα των πολλών ίππων που μας κλέβουν την καρδιά.
     Αυτές τις σκέψεις έκανα καθώς ετοιμαζόμουν να αποχωρισθώ σήμερα το κόκκινο RAV4, που έχει κλείσει είκοσι χρόνια ζωής, τα περισσότερα μαζί μου. Αρχικά απόκτημα του μακαρίτη του πεθερού μου, που μου το μεταβίβασε όταν ο ίδιος δεν μπορούσε πλέον να οδηγεί, έφερνε πάντα στο νου μου την εικόνα του. Μας εξυπηρέτησε άψογα όλα αυτά τα χρόνια, μας ταξίδεψε σε απόμακρες γωνιές της Ελλάδος, από το Διδυμότειχο και την Δαδιά ως τη Λευκίμμη και τη Λευκάδα κι από τις Πρέσπες και το Παρανέστι ως τη Ναυπακτία και το Ναύπλιο, μας ανέβασε σε βουνά και μας κατέβασε σε παραλίες χαρίζοντάς μας εκδρομές και διακοπές αξέχαστες (με αποκορύφωμα τον θερινό ‘βομβαρδισμό’ με χονδρό χαλάζι που δεχθήκαμε ενώ διασχίζαμε ένα καλοκαίρι το δάσος της Ελατιάς).  Δεν είχε ιδιοτροπίες και δεν μας δημιούργησε προβλήματα, δεν είχε ‘αρρώστιες’ και ατυχήματα. Τον τελευταίο χρόνο έδειξε την ηλικία του και χρειάσθηκε κάποιες χειρουργικές ‘επεμβάσεις’, αλλά η αποκατάστασή του ήταν πλήρης, και ανέλαβε πάλι τα καθήκοντά του με ευσυνειδησία – αν μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε τέτοια έκφραση για μια μηχανή. Η αλλαγή οφείλεται εν μέρει σε οικονομική ευκαιρία και εν μέρει σε προσωπική επιθυμία. Ωστόσο, δεν το αποσύρουμε (άλλωστε είναι σαν καινούργιο): του εξασφαλίσαμε καινούργιο σπίτι για να συνεχίσει να προσφέρει καλές υπηρεσίες, αλλά και για να μπορούμε να το βλέπουμε πότε-πότε. Καλή συνέχεια λοιπόν, για χρόνια πολλά! Όπως λέει μια ραδιοφωνική διαφήμιση, κι αυτός που θα το πάρει μετά ευτυχισμένος θα είναι.
  


1 σχόλιο:

Παύλος Νταφ. είπε...

Το είδαμε το "συχωρεμένο" στο σχολείο και συγκινηθήκαμε σφόδρα!