Σάββατο 6 Απριλίου 2013

Αστική διαδρομή

Μια μέρα αλλιώτικη από τις άλλες. Μια έκτακτη υποχρέωση στο κέντρο της πόλης δίνει την ευκαιρία για έξοδο από τα συνήθη. Και τι ευκαιρία! Ο καιρός είναι πρόωρα ανοιξιάτικος, μ’ έναν ήλιο που σβήνει τις συννεφιές των προηγουμένων ημερών και μας ανοίγει την καρδιά. Κι έτσι, έχοντας τελειώσει το τυπικό μέρος της εργασίας μου, βρίσκομαι μεσημέρι στην Πλατεία Αριστοτέλους, μαζί με πλήθη κόσμου, που απολαμβάνουν το ουράνιο δώρο της ζέστης και του φωτός. Εκτός από τον ήλιο υπάρχουν και άλλες αισθητικές απολαύσεις. Τίποτε δεν μένει ανικανοποίητο. Η οσμή του φρέσκου τσουρεκιού στα περίχωρα του ‘Τερκενλή’ έχει γίνει σήμα κατατεθέν της Πλατείας. Σε μια γωνιά το μάτι μου παίρνει ένα ‘ζωντανό άγαλμα’, από εκείνα που βλέπαμε άλλοτε μόνο σε ταξίδια, στη Φλωρεντία και τη Βαρκελώνη: στην τελευταία είδα κι έναν Έλληνα να αναπαριστά τον μυθικό Άτλαντα, με τη γη στους ώμους--η φωτογραφία του παρακάτω). Βαδίζοντας για τη στάση του λεωφορείου ακούω ακκορντεόν και τραγούδι: «Μικρούλα μου κοπέλα, έλα, έλα, έλα!». Όραση, όσφρηση, ακοή, γεύση (ο καφές που ήπια προ ολίγου), όσο για την αφή, θα έρθει και η σειρά της. Έχοντας λίγο χρόνο στη διάθεσή μου περνώ από τον ‘Ιανό’ για να φυλλομετρήσω κάποια βιβλία. Αμέτρητα, κάθε μεγέθους, σχήματος, χρώματος και περιεχομένου, μπορούν να σε κρατήσουν με τις ώρες εκεί (κάτι που γινόταν παλαιότερα). Διαλέγω δυο και αναρωτιέμαι, όπως πάντα, πόσο σύντομα θα μετανιώσω για τις επιλογές μου. Για το ένα είχα διαβάσει κριτική, αλλά βέβαια τα κριτήρια του καθενός είναι διαφορετικά. Ξαναβγαίνω στον ήλιο: σμήνη από περιστέρια χαριεντίζονται κι αυτά στη θαλπωρή. Το ρολόι και η αίσθηση του κενού στο στομάχι υπαγορεύουν επιστροφή. Νοερά ρίχνω κορώνα-γράμματα ανάμεσα σε ταξί και λεωφορείο, μαζοχιστικά επιλέγω το δεύτερο. Η αφή που λέγαμε παραπάνω μεταφράζεται σε γενική συμπίεση, μια και ένα μεγάλο μέρος του πλήθους έχει προφανώς την ίδια ιδέα με μένα. Η Μητροπόλεως παρουσιάζει οικείο θέαμα. Αυτοκίνητα σε αναμονή περιορίζουν κάθε τόσο την κίνηση σε μια λωρίδα. Εδώ κι εκεί μια βιτρίνα κλειστή, δεν πρόλαβε την περίοδο των εκπτώσεων--όχι ότι θα κέρδιζε κάτι ιδιαίτερο. Η ζέστη ανεβαίνει, κάποιοι δυσφορούν και επιχειρούν εις μάτην να ανοίξουν τα παράθυρα. Θα είναι υπερβολή να ζητήσει κανείς από τον οδηγό κλιματισμό (νωρίς είναι ακόμη...). Στο Κρατικό Θέατρο μια αφίσα αναγγέλλει τον ‘Μικρό Ήρωα’, μια ανάμνηση από τις σχολικές μας μέρες. Το ανακαινισμένο γυαλιστερό γυμναστήριο της ΧΑΝΘ δεν θυμίζει σχεδόν σε τίποτε τα πανεπιστημιακά χρόνια, όταν πηγαίναμε πρωί πρωί να τρέξουμε στο ανοιχτό στίβο και να παίξουμε μπάσκετ. Το στρίμωγμα συνεχίζεται. Η ηλεκτρονική αναγγελία (‘Παρακαλούμε να δέχεστε τον έλεγχο μόνο από τον οδηγό και τους ελεγκτές που φέρουν ειδική ταυτότητα’) ακούγεται κάπως σαν ανέκδοτο: ποιος θα κάνει έλεγχο μέσα στην... κονσέρβα; Πριν καλά-καλά το σκεφτώ, βλέπω μια κοντόσωμη κοπέλα με την ταυτότητα στο πέτο να ζητάει εισιτήριο από έναν νεαρό δίπλα μου. «Δεν πρόλαβα να βγάλω», απαντά εκείνος. «Τι δεν πρόλαβες, αγάπη μου;» τον ρωτάει εκείνη καλοσυνάτα. Άκου ‘αγάπη μου’! Έτσι γίνεται ο έλεγχος; Στην πίσω πόρτα ο αντίστοιχος διάλογος γίνεται σε τελείως άλλο ύφος και οδηγεί σε διαπληκτισμό. Πρέπει όμως να κατεβώ, κι έτσι χάνω τη συνέχεια. Βαδίζω νωχελικά προς το σπίτι, η ζέστη δεν θέλει βιασύνη. Τα δάχτυλά μου έχουν κάνει σπασμό από το κράτημα της σακούλας με τα βιβλία--βλέπεις μέσα στο λεωφορείο δεν μπορούσα να αλλάζω χέρια. Ακόμη λίγο και φτάσαμε. Λίγη ανάπαυση υπό σκιάν. Καλή ήταν και η μικρή αυτή απόδραση μέσα στον πραγματικό κόσμο. Ώρα να φεύγουμε πάλι ‘εις τα ίδια’.

2 σχόλια:

GALINOS είπε...

Κάθε φορά που χαϊδεύω με τα μάτια μου,ένα ανάλαφρο χρονογράφημα, χαίρομαι με τη χαρά του συγγραφέα, και χαμογελώ με την συνύπαρξη της πάλλουσας καθημερινότητος..Νάξερες ποσες φορές δεν αφέθηκα στην ζωντανή ονειροπόληση μερικών ωρών ¨χαζέματος¨στον Ελευθερουδάκη..Δεν με ξάφνιασες, απλά σε παρακαλώ, να το...ξανακάνεις..Είναι η άλλη σου πλευρά, και σε βεβαιώ είναι το ίδιο¨θεραπευτική¨. Φιλικώτατα, Κοσμάς Σ.

Ανώνυμος είπε...

Είτε σεργιανίζεις στους μύθους της με αρμύρα και Βαρδάρη,
είτε την αναζητείς χωρίς όνειρο και δοξάρι,
είτε την περπατάς σαββατόβραδο κι Απρίλη αργά στην παραλία,
η Σαλονίκη είναι μια, στον κόσμο δεν είν΄άλλη.