Παρασκευή 2 Σεπτεμβρίου 2022

Υποζύγια

Τα ταπεινά γαϊδουράκια είδαν αυτές τις μέρες το φως της επικαιρότητος. Με αφορμή την βάναυση συμπεριφορά του αντιδημάρχου της Ζίτσας προς το δικό του ζωντανό, η συνηγορία για τα συμπαθή τετράποδα πέρασε ευλόγως στην πρώτη γραμμή. Ωστόσο, γιατί παραξενευόμαστε; Όταν η κάθε είδους βία, όπως έχουμε ξαναγράψει εδώ, έχει γίνει μέρος του τακτικού μας διαιτολογίου, θα γλίτωναν τα τετράποδα;  

     Τα γαϊδουράκια είναι ιδιαίτερα συμπαθή ζώα. Η υπομονή τους είναι παροιμιώδης – αν και έχω χρόνια ν’ ακούσω τις φράσεις ‘γαϊδουρινή υπομονή’ και ‘σκάζεις γάιδαρο!’, ίσως γιατί ως είδος όλο και σπανίζουν. Η χρήση του ονόματός τους συνήθως είναι περιφρονητική μέχρι και υβριστική. Κανείς μας δεν δέχεται αδιαμαρτύρητα να τον αποκαλέσουν ‘γάιδαρο’ ή να χαρακτηρίσουν μια πράξη του ως ‘γαϊδουριά’, ενώ η χαρακτηριστική κραυγή τους προκαλεί γέλωτα. Ακόμη, έχουν τιμητική θέση και στην Αγία Γραφή. Ο Κύριος γαϊδουράκι επέλεξε για να εισέλθει θριαμβευτικά στην Ιερουσαλήμ προ του Πάθους του, ενώ από την Παλαιά Διαθήκη είναι γνωστή η όνος του Βαλαάμ, που απέκτησε φωνή για να «κωλύσει τὴν τοῦ προφήτου παραφρονίαν» [Α΄ Πέτρ. 2:16], και ο Ιώβ είχε ολόκληρο κοπάδι από «θηλείας όνους».

     Το αφιέρωμα όμως αυτό έχει και προσωπικές αναμνήσεις. Τα παιδικά μου καλοκαίρια στη Ραψάνη συνδέονται, εκτός από τα προσφιλή και προαπελθόντα πρόσωπα, και με τη Μαρίτσα, την ‘θήλειαν όνον’ του Παναγιώτη. Ο Παναγιώτης πρόσεχε πρώτα τη Μαρίτσα και μετά τον εαυτό του. Όλο το καλοκαίρι ανηφόριζε καθημερινά δυο και τρεις ώρες στο βουνό πεζός για τα ξύλα του χειμώνα: η Μαρίτσα βάδιζε πίσω του χωρίς αναβάτη, για να είναι ξεκούραστη για τον κατάφορτο δρόμο της επιστροφής. Γυρίζοντας το βράδυ κατάκοπος, πρώτα ξεφόρτωνε και τάιζε τη Μαρίτσα και μετά πλενόταν και ξεκουραζόταν ο ίδιος. Εμένα με ανέβαζε στο σαμάρι όταν πηγαίναμε στο αμπέλι – ήμουν κάτω από τα δέκα τότε, και τα κιλά μου δεν ήταν και πολύ περισσότερα! Επιστρέφοντας το φθινόπωρο στο σχολείο είχα να διηγούμαι τις θερινές μου γαϊδουροκαβαλαρίες στους συμμαθητές μου, που δεν είχαν ανάλογες εμπειρίες. Η Μαρίτσα τελείωσε τις μέρες της στο σπίτι όπου είχε περάσει όλη τη ζωή της, σχεδόν σαν μέλος της οικογενείας, χωρίς κανενός είδους ‘δικαιώματα’: τα κάλυπτε όλα η αγάπη των κυρίων της.

     Τα ταπεινά αυτά υποζύγια έχουν πέσει θύματα της μηχανοκίνησης: τα κάθε είδους ημιφορτηγά αγροτικά οχήματα τα έχουν εκτοπίσει ακόμη και από τους φυσικούς τους χώρους, τα χωριά, και χρειάζεται να βρεθείς στη Σαντορίνη για να τα συναντήσεις σε τουριστικά πλέον διακονήματα. Και η κραυγή τους έχει πρακτικά εκλείψει.

1 σχόλιο:

Konstantinos είπε...

Πολὺ συγκινητικὸ γραφτό. Μοῦ θύμισε τὴ δικιά μας "Μαΐτσα" τῶν παιδικῶν μου χρόνων, ποὺ μᾶς συντρόφευε στὶς ἀγροτικὲς ἐργασίες. π.κ