Σάββατο 24 Αυγούστου 2019

Ματαιότητες

Όλοι γνωρίζουμε εξ ακοής την τακτική δέηση της Εκκλησίας «υπέρ του διαφυλαχθήναι… από οργής, λιμού, λοιμού, σεισμού, καταποντισμού…», από όλα αυτά που ονομάζουμε θεομηνίες, που ξεφεύγουν από τις ανθρώπινες δυνάμεις και απέναντι στα οποία δεν έχουμε αποτελεσματικό μέσον αποτροπής και προστασίας. Ακολουθούν και τα «πυρός, μαχαίρας, επιδρομής αλλοφύλων, εμφυλίου πολέμου», όπου βάζει το χέρι του ο άνθρωπος, κινούμενος από τον εγωισμό και τα πάθη του, για να καταλήξουμε στον «αιφνίδιο θάνατο», την τελευταία απειλή που παραμονεύει δυνητικά για τον καθένα στην επόμενη γωνιά της ζωής του.
     Ζητώ συγγνώμη που θα προσθέσω στις πραγματικές αυτές απειλές και το… συγύρισμα. Πώς αλλιώς όμως μπορώ να αντιμετωπίσω την αδόκητη ‘επιδρομή’ της νοικοκυράς στη βιβλιοθήκη; Όταν τελειώσει (τρόπος του λέγειν, είναι ατέλεστο κι αυτό, σαν την τελειότητα), τίποτε δεν βρίσκεται πλέον στη γνωστή θέση του. Βιβλία, περιοδικά, φάκελοι, κασέτες, CD, διαφάνειες, φωτοτυπίες, ανάτυπα, αποκόμματα εφημερίδων, εκτυπώσεις ομιλιών, φωτογραφίες, χαρτάκια και σημειώματα έχουν παίξει τις ‘μουσικές καρέκλες’. Πράγματα που είχαν ξεχαστεί από χρόνια έχουν βγει στην επιφάνεια, τραβώντας την προσοχή. Το καθένα τους ανοίγει ένα δύσκολο ερωτηματικό: τι το κάνω τώρα; Χρειάζεται ή δεν χρειάζεται; Να μείνει ή να φύγει; Το ελεγχόμενο χάος που μέχρι τώρα λειτουργούσε αποτελεσματικά (για μένα) έχει αντικατασταθεί από την ‘τάξη’ (για κείνη). Πού πήγαν όμως όλα εκείνα τα γνωστά-άγνωστα αντικείμενα του περιβάλλοντος χώρου εργασίας;
     Να εξηγούμαστε. Δεν είναι απαραίτητα κακό πράγμα το συγύρισμα. Κι εγώ το κάνω πότε-πότε, αλλά με άλλους όρους και με άλλο σκοπό. Ανδρικό και γυναικείο συγύρισμα έχουν μεγάλη διαφορά. Όταν εγώ πιάνω να συγυρίσω μια στοίβα χαρτιά στο γραφείο, η άμεση ερώτηση της συζύγου είναι: «Τι έχασες πάλι;» Βλέπετε, το δικό μου συγύρισμα συνήθως έχει έναν άμεσο, χρηστικό αντικειμενικό σκοπό και περιορίζεται στα απολύτως απαραίτητα: μόλις βρω το ζητούμενο, λήγει ο συναγερμός. Το δικό της συγύρισμα είναι αυτοσκοπός: δεν μπορεί να βλέπει διπλές και τριπλές οροσειρές βιβλίων και περιοδικών πάνω στα ράφια, το καθετί πρέπει να πάει σε καινούργια θέση (άρα, επέκταση της επιδρομής). Γιατί; «Για να ανοίξει ο τόπος, να εξοικονομήσουμε χώρο, θα πνιγούμε στη χαρτούρα. Σου χρειάζονται όλα αυτά;». Και ούτω καθεξής.
     Την αγανάκτηση (δικαιολογημένη ως ένα σημείο, αλλά απολύτως αναποτελεσματική στο να αποτρέψει το τσουνάμι) την διαδέχεται μια μοιρολατρική αποδοχή. Και σιγά-σιγά αναδύεται μια βαθιά αίσθηση ματαιότητος. Για όσα είχα αγοράσει, συγκεντρώσει, φυλάξει από διάφορες επισκέψεις, ταξίδια, συνέδρια, άλλες ευκαιρίες, ελπίζοντας να τα αξιοποιήσω με κάποιον τρόπο κάποια στιγμή. Τι έγιναν οι τόμοι που συγκέντρωσα, τα χρήματα που επένδυσα σε βιβλία και περιοδικά, τα δώρα και τα ‘τιμής ένεκεν’, ενδιαφέροντα και μη; Όλα αποδείχθηκαν μάταια, ξεπερασμένα, αναθεωρημένα. Αν δεν τα έπιασα ξανά στα χέρια μου για χρόνια, πόσο χρήσιμα ή ενδιαφέροντα ήταν καταρχήν; Τα επιστημονικά κείμενα έχουν χάσει με τον καιρό τουλάχιστον το πενήντα τοις εκατό της αξίας τους. Και όλα τα υπόλοιπα; Η πιθανότητα να ασχοληθώ μαζί τους τείνει όλο και πιο κοντά στο μηδέν. «Σκιά ήν και παρέδραμε, καπνός ην και διεσπάρη». Άλλα πράγματα πήραν προτεραιότητα. Και μαζί βυθίστηκε και ο προσωπικός εγωισμός: τελικά έγινε «το δικό της». Οι κόκκινες γραμμές άμυνας ήταν γραμμένες με φτηνή νερομπογιά, όχι με κρεμεζί βερνίκι διαρκείας. Ανδρική υπεροχή, ακόμη μια ματαιότητα κοντά στις πολλές.

2 σχόλια:

Λήμνος είπε...

Τέλειο!!

Konstantinos είπε...

Μακάρι νὰ μὴν περάτωνε αὐτὸς ὁ ἔντιμος καὶ γνησια ἑλληνορθόδοξος-πλὴν μονοτονισμένος-λόγος Εὐλογημένο νέον ἔτος;Ἐκκλησιαστικὸ καί, μὴν τὸ ξεχνᾶμε, Σχολικό π.κ