Κάθε τόσο εμφανίζεται στις εφημερίδες μια επιστολή που λέει περισσότερα από ένα επίσημο άρθρο γνώμης. Μια τέτοια είναι και η παρακάτω του κ. Στέφανου Σταμέλλου (Καθημερινή 2/8/2025) που δημοσιεύθηκε με τον παραπάνω τίτλο και την συμπληρωματική επεξήγηση: Ήρθε η ώρα να ορίσουμε ξανά τι θεωρούμε ανάγκη και τι σημαίνει ευημερία. Την παραθέτω ολόκληρη, ως τροφή για σκέψη.
"Σε κάθε δημόσια συζήτηση για την ενέργεια επανέρχεται το ίδιο αφήγημα: πρέπει να αυξήσουμε την παραγωγή, να αντικαταστήσουμε τα ορυκτά καύσιμα με «καθαρές» μορφές ενέργειας και να διασφαλίσουμε ενεργειακή επάρκεια για τον αυξανόμενο πληθυσμό του πλανήτη. Όμως κάτω από αυτή τη φαινομενικά ορθολογική στρατηγική, κρύβεται ένα βαθύτατο αδιέξοδο: δεν αναρωτιόμαστε τι ακριβώς θεωρούμε ανάγκη, και κυρίως, ποιος την ορίζει.
Αν δούμε το ζήτημα πιο στοχαστικά, θα διαπιστώσουμε πως η ενέργεια δεν είναι απλώς ένα τεχνικό μέγεθος. Είναι πολιτισμικό και φιλοσοφικό φαινόμενο. Ο τρόπος που τη ζητάμε, που τη χρησιμοποιούμε, που την απαιτούμε, καθρεφτίζει τη στάση μας απέναντι στον χρόνο, στη φύση, στον άλλο άνθρωπο και –τελικά– στον ίδιο μας τον εαυτό.
Πριν από λίγες δεκαετίες, οι άνθρωποι ζούσαν χωρίς air condition, χωρίς ρεύμα 24 ώρες το 24ωρο, χωρίς συσκευές που επικοινωνούν μόνες τους μεταξύ τους. Η «ανάγκη» για απεριόριστη ηλεκτρική ενέργεια είναι προϊόν τρόπου ζωής· όχι όρος επιβίωσης. Σήμερα, απαιτούμε ενεργειακές λύσεις όχι για το απολύτως αναγκαίο, αλλά για να διατηρηθεί ένα καταναλωτικό μοντέλο βασισμένο στην αδιάκοπη τεχνική επέκταση. Και όταν αυτό το μοντέλο εκτείνεται στον παγκόσμιο πληθυσμό, τότε βρισκόμαστε μπροστά σε ένα εκρηκτικό σχήμα: πληθυσμός που αυξάνεται με γεωμετρική πρόοδο και «ανάγκες» που αυξάνονται με εκθετική ορμή.
Πράγματι, ο πληθυσμός της Γης αυξάνεται διαρκώς. Αλλά δεν είναι η αύξηση αυτή καθαυτήν που δημιουργεί την κρίση. Είναι ο τρόπος που ερμηνεύεται και χρησιμοποιείται ως άλλοθι για να συνεχιστεί η ίδια οικολογικά καταστροφική λογική. Η ενεργειακή φτώχεια ενός αγροτικού νοικοκυριού στην Αφρική δεν έχει καμία σχέση με την ενεργειακή σπατάλη ενός δυτικού νοικοκυριού με 6 συνδεδεμένες συσκευές ανά άτομο! Όμως στον δημόσιο λόγο, οι ανάγκες όλων εξισώνονται. Και η απάντηση είναι πάντα: περισσότερη παραγωγή, περισσότερες εγκαταστάσεις, περισσότερη «πράσινη ανάπτυξη», ανεξαρτήτως κόστους για τα οικοσυστήματα.
Η υπόθεση ότι μπορούμε να επεκτείνουμε ατέρμονα τις ενεργειακές υποδομές, ακόμα και μέσα σε περιοχές Natura, ακόμα και σε βουνά όπως η Οίτη και η Όθρυς, που φιλοξενούν σπάνια είδη χλωρίδας και πανίδας και σπάνια είδη ορνιθοπανίδας, δεν είναι βιώσιμη λύση. Είναι η συνέχιση ενός σφάλματος: να επιδιώκουμε τεχνικές απαντήσεις σε ηθικά και πολιτισμικά ερωτήματα.
Ο Νορβηγός φιλόσοφος Αρνε Νες εισήγαγε τον όρο «βαθιά οικολογία» για να περιγράψει μια κοσμοαντίληψη, όπου ο άνθρωπος δεν είναι το κέντρο και το μέτρο όλων των πραγμάτων, αλλά μέλος ενός ευρύτερου πλέγματος ζωής. Σε αυτό το πλαίσιο, η ενέργεια δεν είναι «αντικείμενο κατανάλωσης», αλλά ζήτημα σχέσης με τον κόσμο. Το ερώτημα δεν είναι «πώς θα έχουμε περισσότερη καθαρή ενέργεια», αλλά «πώς θα μάθουμε να ζούμε με λιγότερα· και να το θεωρούμε αυτό πρόοδο».
Δεν είναι η τεχνολογία που μας λείπει. Το μέτρο μας λείπει. Η ταπεινότητα. Η αποδοχή του ορίου. Σε αυτή την προοπτική, το να συνεχίζουμε να στήνουμε ανεμογεννήτριες σε βουνά, να θυσιάζουμε φυσικά οικοσυστήματα στον βωμό της «ενεργειακής ασφάλειας» και να βαφτίζουμε κάθε τεχνολογικό εγχείρημα «πράσινο», δεν είναι λύση. Είναι η επιμήκυνση της κρίσης με άλλο όνομα.
Η ενεργειακή κρίση δεν είναι κρίση προσφοράς. Είναι κρίση επιθυμίας. Επιθυμούμε περισσότερα απ’ όσα αντέχει ο πλανήτης. Και συνεχίζουμε να το ονομάζουμε «ανάπτυξη». Ήρθε η ώρα να ξαναορίσουμε τι σημαίνει ευημερία. Να πάψουμε να συγχέουμε την πρόοδο με τη διαρκή κατανάλωση. Να βάλουμε τον σεβασμό, την ισορροπία και την απλότητα πάνω από την ταχύτητα, την απόδοση και το κέρδος. Γιατί το ερώτημα δεν είναι πώς θα παράγουμε περισσότερη ενέργεια. Το ερώτημα είναι: Ποια ζωή θέλουμε να τροφοδοτούμε; Αν δεν αλλάξουμε τον τρόπο που οντολογικά στεκόμαστε μέσα στον κόσμο, καμία ενεργειακή στρατηγική δεν θα μας σώσει. Πρέπει να στραφούμε σε έναν πολιτισμό που δεν ζητά συνεχώς περισσότερα, αλλά μαθαίνει να ζει καλά με λιγότερα.
Και αυτό δεν είναι «οπισθοδρόμηση». Είναι σοφία".