Και εγένετο… Μετρό! Τριάντα επτά χρόνια μετά την πρώτη άγονη αρχή επί δημαρχίας Σωτήρη Κούβελα, δόθηκε προχθές σε δημόσια χρήση ο υπόγειος μητροπολιτικός σιδηρόδρομος της πόλης μας (από εκεί ετυμολογείται η ξενική του ονομασία). Να πούμε ότι το όλο έργο πέρασε από σαράντα κύματα θα είναι πολύ λίγο. Καλύτερα ας αναφωνήσουμε «Δόξα τω Θεώ!» και ας το χαρούμε, μαζί με το ιστορικό υπόβαθρο της πόλης μας που έφερε στο φως η κατασκευή του. Μέχρι να το επισκεφθώ και να έχω προσωπική γνώμη, αντιγράφω ένα μέρος από σχετικά πρόσφατο δημοσίευμα της Καθημερινής, που ρίχνει μια ματιά στην αθέατη πλευρά του εγχειρήματος.
‘Στον σταθμό, η κατασκευή του οποίου δημιούργησε τις μεγαλύτερες δυσκολίες, η «Κ» συναντάει τον Μάκη Μιχαλόπουλο, έναν από τους παλαιότερους εργαζομένους, που θυμάται ακόμη την ημέρα που ξεκίνησε να εργάζεται στο μετρό. Ήταν 1η Αυγούστου 2007 όταν έφτασε στο εργοτάξιο της «Βενιζέλου». Δεκαεπτά χρόνια μετά βρίσκεται ξανά στο ίδιο σημείο βλέποντάς το ολοκληρωμένο. «Το νιώθω σαν να είναι παιδί μου. Είναι κομμάτι της ζωής μου και της ζωής όλων όσοι δουλέψαμε», λέει με υπερηφάνεια περιγράφοντας ημέρες που εργαζόταν 16 έως και 18 ώρες για να προχωρήσει το έργο ή να διορθωθεί μια ζημιά. Ο ίδιος και πολλοί συνάδελφοί του δεν είχαν απασχοληθεί ποτέ ξανά στην κατασκευή ενός υπόγειου σιδηροδρόμου. «Η φύση του έργου είναι πολύ δύσκολη. Κατεβαίναμε με μεταλλικές σκάλες ακόμη και 30 μέτρα κάτω από τη γη με υγρασία, άπνοια, σκόνη. Δώσαμε όμως το είναι μας». Υπήρχαν όμως και πολύ καλές ημέρες, όπως αυτές που αντίκριζαν μπροστά τους αρχαία ευρήματα. «Η πιο συναρπαστική εμπειρία ήταν να βγαίνουν από το χώμα τα ψηφιδωτά. Κάποια αρχαία έμειναν για πάντα θαμμένα μέσα».
Με δυσκολία μπορεί να πιστέψει και ο ίδιος ότι πλέον το έργο ολοκληρώνεται. Όταν είχε πρωτοέρθει στη Θεσσαλονίκη για να εργαστεί στο μετρό, του είχαν πει πως θα τελείωνε το 2011. «Και φτάσαμε στο 2024. Είχα δύο παιδιά και τώρα έχω τρία. Όταν ήρθαμε εδώ ο Μάρκος πήγαινε γυμνάσιο και τώρα τελείωσε το πανεπιστήμιο». Σε αυτά τα χρόνια το έργο καθυστερούσε, σταματούσε και άρχιζε ξανά. «Υπήρχαν φορές που λέγαμε ότι δεν θα γινόταν. Δεν υπήρχε θέληση να τελειώσει το έργο», υποστηρίζει. Στη διαδρομή αυτή των ετών, συνάδελφοί του έπαθαν σοβαρά εργατικά ατυχήματα, ενώ τρεις σκοτώθηκαν και δύο πέθαναν εν ώρα εργασίας από παθολογικά αίτια. Σε αυτούς αφιερώνει το έργο. Σε αυτούς και σε όλους τους Θεσσαλονικείς, κυρίως τους καταστηματάρχες, που υπέφεραν από αυτό. «Βάζαμε τις λαμαρίνες και κλαίγαμε κι εμείς μαζί τους»’. Δική μου προσθήκη: Ελπίζω τώρα να χαμογελάσουν και πάλι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου