Τετάρτη 20 Ιουλίου 2016

Νικόλαος Σκαμπαρδώνης (1926-2016)

Προσπαθώντας να συλλέξω κάποια στοιχεία για τον ιατρό Νικόλαο Σκαμπαρδώνη (εκοιμήθη προχθές, 18 Ιουλίου), ξεκίνησα με τις σύγχρονες μεθόδους αναζήτησης. Στο Google δεν τον βρήκα πουθενά (με εξαίρεση το γενεαλογικό δένδρο που τηρούν τα ξαδέρφια μας). Με τα μοντέρνα ‘ακαδημαϊκά’ κριτήρια δεν θα θεωρούνταν καλός γιατρός! Δημοσιεύσεις; Βρήκα μία μόνο στο ηλεκτρονικό δίκτυο Medline. Παρουσιάσεις; Συνέδρια; Βιβλία; Δημόσια προβολή; Πού είναι όλα αυτά που χαρακτηρίζουν τους συγχρόνους επιστήμονες και τόσο πολύ εκτιμώνται από τους κριτές;
     Κι έτσι άφησα την ηλεκτρονική και ανέτρεξα στην κλασική μνήμη. Κι έφερα στη σκέψη μου τον θείο που επέστρεψε από την Αμερική όταν ήμουν ακόμη μαθητής του Δημοτικού, και που εργαζόταν ατελείωτες ώρες στο Θεαγένειο, με αποτέλεσμα λίγο μόνο να τον βλέπουμε στο σπίτι τότε που έμενε ακόμη μαζί μας. Και που λειτούργησε ως υπόδειγμα και πρότυπο για όσους ακολουθήσαμε αργότερα τον δρόμο της Ιατρικής (έστω κι αν δεν του μοιάσαμε σε πολλά πράγματα), αλλά και για πολλούς συνεργάτες και μαθητές του όταν είχε τη διεύθυνση της Γαστρεντερολογικής κλινικής του Θεαγενείου.
     Σπούδασε ιατρική στην Αθήνα σε εποχές δύσκολες, κοινωνικά και οικονομικά, και ακολούθησαν έξι χρόνια μετεκπαίδευσης στην Αμερική, τότε που τα γράμματα έκαναν μέρες να διασχίσουν τον Ατλαντικό, που δεν υπήρχαν τηλέφωνα για άμεση επικοινωνία, και που η πρώτη του επιστροφή στην Ελλάδα έγινε μετά πέντε χρόνια απουσίας. Η επιστημονική και επαγγελματική ανάδειξη μέσα από τις δυσκολίες αυτές δεν τον έκανε υπερόπτη και αλαζόνα, αλλά του καλλιέργησε απεριόριστη ευγνωμοσύνη προς τους γονείς και τα αδέλφια του που τον στήριξαν, αλλά και μεγάλη κατανόηση και εγγύτητα προς τους αρρώστους και τα ποικίλα προβλήματά τους. 
     Ήταν συνήθως σοβαρός, αλλά με ένα διακριτικό χαμόγελο πάντα έτοιμο για χρήση, όταν έπρεπε να ενθαρρύνει, να παρακινήσει, να διευκολύνει μια δύσκολη κατάσταση. Είχε παραδοσιακή ευγένεια και αρχοντιά στη συμπεριφορά του, χωρίς να είναι απόμακρος και απρόσιτος. Αντίθετα, ήταν πάντα ευπροσήγορος, καταδεκτικός και ήρεμος, και μετέδιδε εντελώς φυσικά το ύφος αυτό στους γύρω του: δεν μπορούσες να μιλήσεις άσχημα, απότομα ή υβριστικά μπροστά του. Η εντύπωση αυτή δεν ήταν μόνο δική μου, αλλά την άκουσα κατά καιρούς από γιατρούς και νοσηλεύτριες που δούλεψαν μαζί του επί χρόνια.
     Το αρχαίο γνωμικό «Των φρονίμων ολίγα» του ταίριαζε απόλυτα:  μιλούσε περισσότερο με τη σιωπή και την όλη παρουσία του παρά με πολλά και φλύαρα λόγια. Τον θυμάμαι πάντα με ένα βιβλίο ή περιοδικό στο χέρι. Ήταν ενημερωμένος τόσο για ιατρικά όσο και για ευρύτερα θέματα κοινού ενδιαφέροντος, και απαντούσε πάντα μετρημένα, ζυγισμένα, με εύστοχες παρατηρήσεις και σχόλια που άντεχαν στην κριτική.
     Στην άσκηση της ιατρικής ήταν προσεκτικός, λεπτομερής χωρίς υπερβολές, ανθρώπινος και ευαίσθητος χωρίς να κάνει εκπτώσεις στην επιστημονική ποιότητα. Κανείς δεν γνωρίζει πόσους πάσχοντες ευεργέτησε είτε στο νοσοκομείο είτε ιδιωτικά: δεν μιλούσε ποτέ γι’ αυτά. Ωστόσο, είχα την ευκαιρία να γνωρίσω πολλούς πρώην ασθενείς του, που συνέχιζαν να τον συμβουλεύονται για κάθε είδους πρόβλημα για μεγάλο διάστημα μετά την αποχώρησή του από την ενεργό άσκηση της ιατρικής—μόνο καλά και αγαπητικά λόγια είχαν να πουν γι’ αυτόν. «Μνήμη δικαίου μετ’ εγκωμίων», έλεγε ο σοφός Σολομών. Ποια καλύτερη μνήμη μπορεί να αφήσει ένας γιατρός από την αγάπη και τα εγκώμια των ασθενών του; Οι συνθήκες άσκησης της ιατρικής μπορεί να μεταβάλλονται, αλλά οι βασικές ανθρώπινες ανάγκες παραμένουν αναλλοίωτες. Μπορούμε να συνεχίσουμε να ανταποκρινόμαστε σ’ αυτές σύμφωνα με το παράδειγμα του εκλιπόντος, χωρίς να χανόμαστε μέσα στην τεχνολογία και τη γραφειοκρατία που καθημερινά μας επιβάλλονται όλο και περισσότερο;
     Άνθρωπος μεγάλης υπομονής στις καλές του μέρες, ίσως επειδή γνώρισε την σοβαρή αρρώστια από μικρή ηλικία, έγινε ακόμη πιο καρτερικός στις μετέπειτα απανωτές ασθένειές του, ιδίως τα τελευταία χρόνια που αντιμετώπισε σοβαρούς περιορισμούς στην κινητικότητά του. Χωρίς υπερβολή, θα λέγαμε με τα λόγια του Απ. Παύλου ότι «εν ασθενεία ετελειώθη»,.
     Δεν θα ήθελε εκείνος, δεν χρειάζεται κι εγώ να πω περισσότερα. Αναπολώντας τις καλές μνήμες μιας ολόκληρης ζωής, εύχομαι εκ μέρους όλων μας να τον αναπαύσει ο Θεός «εν χώρα ζώντων» και να του αποδώσει κατά τα έργα του, με την θετική συνηγορία των ασθενών που διακόνησε. Καλόν Παράδεισο, αξέχαστε θείε Νίκο!

     Παράρτημα: Ένα σημαντικό μέρος των παιδικών αναμνήσεων από τον θ. Νίκο ήταν οι πολλοί δίσκοι 78 στροφών που είχε φέρει από την Αμερική, πρωτόγνωρο είδος για τις δικές μας εμπειρίες. Και το πιο γνωστό άσμα από την συλλογή εκείνη ήταν το Dominique, 'σουξέ' της εποχής, από τη Soeur Sourire, τη Βελγίδα ‘καλόγρια που τραγουδούσε’. Για να συμπληρώσω την ανάμνηση το παραθέτω εδώ. 

3 σχόλια:

Λήμνος είπε...

Καλόν Παράδεισο, θείε Νίκο! Τι μου θύμισες με τους δίσκους!!!
Εγώ θα πρόσθετα κι εκείνες τις πάστες σοκολατίνες από τον Αγαπητό κάθε Κυριακή! Μια εξαιρετική λιχουδιά εκείνη την εποχή!

Α. Παπαγιάννης είπε...

Αν σου πω ότι είχα τον λογισμό να αναφέρω τις πάστες στον επικήδειο...

Ανώνυμος είπε...

Εγώ πάλι θυμήθηκα τα ξύλινα αμερικάνικα μπαούλα με τα εντυπωσιακά καρφιά που έστελνε σε συνεργασία με τη (μεγάλη) θεία Σταυρούλα απ΄ την Chattanooga... γεμάτα με διάφορα ρούχα κλπ. Σιγά-σιγά θα θυμηθούμε κι άλλα...
Αιωνία η μνήμη! Μ.Χ.