‘Στην όμορφη χώρα μας, όταν κάποιος θέλει να διακόψει μια συζήτηση επί της ουσίας, συνήθως επειδή δεν τον «συμφέρει», ζητάει να παρέμβει «επί της διαδικασίας». Ο ίδιος άνθρωπος όμως, όταν οφείλει να εφαρμόσει συγκεκριμένη διαδικασία, όπως είναι ο νόμος, οι συναλλακτικές πρακτικές και η δεοντολογία, εμφανίζεται έτοιμος να τα αγνοήσει λέγοντας επιτιμητικά προς όσους δεν συμφωνούν: «Έλα μωρέ, μην είσαι τόσο τυπικός!»’ (Μπ. Παπαδημητρίου, Καθημερινή 18/7/2010).
Μου θυμίζει τον δημοκρατικό τρόπο με τον οποίο οι κατ’ επάγγελμα φοιτητοπατέρες απομάκρυναν τους πολλούς από τις συνελεύσεις της σχολής με το να συζητούν απέραντες ώρες ‘περί όνου σκιάς’, ώστε μόνο οι ‘ολίγοι και εκλεκτοί’ να μένουν για την καίρια ψηφοφορία, που κατά τα άλλα ήταν απόλυτα αντιπροσωπευτική της άποψης του σώματος των φοιτητών.
Δεν χρειάζονται πολλά λόγια για να πεις κάτι, αρκεί να έχουν την κατάλληλη έμφαση
Σάββατο 31 Ιουλίου 2010
Πέμπτη 29 Ιουλίου 2010
‘Προβληματισμοί’ της μνήμης
Περιμένοντας τις προάλλες για φωτοτυπίες σε γειτονικό κατάστημα βλέπω τον υπάλληλο να κρατάει μια σειρά ομοιόμορφα βιβλία τσέπης. Οικεία η εμφάνιση, όπως και ο τίτλος της σειράς: ‘Προβληματισμοί’. Πώς να μη τα αναγνωρίσω; Και πώς να μη θυμηθώ με νοσταλγία τις μέρες εκείνες, πριν 30 (και κάτι) χρόνια, όταν, με πρωτεργάτη τον φίλο μου Γιάννη (καλή του ώρα), αποφασίσαμε να παρουσιάσουμε σε έντυπη μορφή μια σειρά προβληματισμών που είχε προσφέρει τα προηγούμενα χρόνια στα μέλη της Χριστιανικής Φοιτητικής Ένωσης Θεσσαλονίκης μια σειρά εκλεκτών πανεπιστημιακών θεολόγων: Κορναράκης, Καραβιδόπουλος, Γιούλτσης, Τσανανάς και οι αείμνηστοι Βασίλης Στογιάννος και Νίκος Ματσούκας; Είναι δυνατόν να ξεχάσει κανείς τις ώρες της απομαγνητοφώνησης των κειμένων, τις διορθώσεις, τα πήγαινε-έλα στο τυπογραφείο, την ικανοποίηση που ένιωσε όταν είδε το τελειωμένο ‘προϊόν’ να παίρνει τη θέση του στα ράφια και τους πάγκους των βιβλιοπωλείων; Όλα αυτά πέρασαν από τη σκέψη μου σαν ένα στιγμιαίο νοσταλγικό ταξίδι στο χρόνο καθώς είδα τη σειρά των τευχών που κάποιος άγνωστός μου, τόσα χρόνια μετά, είχε αφήσει για φωτοαντιγραφή. Γύρισα σπίτι και τα ξανάπιασα στα χέρια μου. Και γύρισα τριάντα (και κάτι) χρόνια πίσω, προσπαθώντας να ξαναζήσω για λίγο την εποχή εκείνη, όταν δεν ξέραμε αρκετά αλλά αμφισβητούσαμε περισσότερα, ενώ σήμερα πληροφορούμαστε για τόσα πολλά που υποψιαζόμαστε τα πάντα.
Τετάρτη 28 Ιουλίου 2010
Σχολικά βιβλία και φούρνος του Χότζα
Παλιά βέβαια η μέθοδος, και την περιγράφει χαρακτηριστικά ο Orwell στο ‘1984’: η ιστορία ξαναγράφεται ανάλογα με τα επικρατούντα γεωπολιτικά συμφέροντα. Δεν συμβαίνει μόνο στην Ελλάδα, και θα άξιζε να διαβάσει κανείς ένα πολύ σημαντικό παλαιότερο άρθρο της Libby Purves (The Times, 15/4/2003) με τίτλο ‘Sanitising the truth is no way to right wrongs’ (= Δεν διορθώνεις τα στραβά με το να αποστειρώνεις την αλήθεια) για να καταλάβει ότι το φαινόμενο είναι διεθνώς ευρύτερο, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι αποτελεί και ορθή πρακτική. Ίσως αλλού τα πράγματα να γίνονται πιο συγκεκαλυμμένα. Στη δική μας περίπτωση υπάρχει και η σχετική προχειρότητα, νεοελληνική αρετή γνωστή και με το προσωνύμιο ‘άρπα-κόλλα’ (από μας το πήρε η Microsoft και το έκανε ‘Cut & Paste’ στους υπολογιστές). Έτσι, τα σχολικά βιβλία της ιστορίας γράφονται με όποιον τρόπο γράφονται, αλλά μπορούν πάντα να ‘διορθώνονται’ με υπουργικές εγκυκλίους. Γιατί άραγε το φαινόμενο θυμίζει τον φούρνο που ο Νασρεντίν Χότζας έστησε πάνω σε καρότσι, ώστε να τον γυρίζει προς όποια μεριά του συνιστούσε ο κάθε ‘ειδήμονας’ που τον έβλεπε; Και πώς να μη διαβλέπει κανείς ότι σε όλα αυτά υπάρχει μια υποβόσκουσα σκοπιμότητα και ότι πάντα πρέπει να διαβάζει ‘ανάμεσα στις γραμμές’ για να διακρίνει τι είδους συμφέροντα εξυπηρετούνται με την κάθε διατύπωση;
Τρίτη 27 Ιουλίου 2010
Η Ελλάς αυτοχειριαζομένη
Δεν έχω ιδιαίτερη συμπάθεια ούτε καμία σχέση με το αιματηρό θέαμα της ταυρομαχίας. Απ’ όσα γνωρίζω, η τακτική που ακολουθείται είναι να καρφώνονται στολισμένα βέλη (που λέγονται banderillas) στο ζώο, που εξαγριώνεται από τον πόνο αλλά προοδευτικά εξασθενεί από την αιμορραγία, μέχρι να το θανατώσει ο ταυρομάχος με το ξίφος. Η εικόνα αυτή μου έρχεται στη σκέψη όταν βλέπω κάθε επαγγελματική τάξη να κάνει ό,τι μπορεί για να δώσει ένα ακόμη πλήγμα στη χώρα όπου ζει. Οδηγοί φορτηγών, ελεγκτές εναερίου κυκλοφορίας, αγρότες, πρατηριούχοι, ναυτικοί, εκπαιδευτικοί, δημόσιοι υπάλληλοι, νοσοκομειακοί γιατροί, ο κατάλογος έχει απ’ όλα. Σε αναλογία με το παλιό οικολογικό σύνθημα («Φύτεψε κι εσύ ένα δέντρο...»), κάρφωσε κι εσύ μια banderilla στην Ελλάδα, μπορείς!
Δευτέρα 26 Ιουλίου 2010
Κομματικές καταχρήσεις
Όχι, δεν πρόκειται γι’ αυτό που νομίζετε. Δεν μας απασχολούν καταχρήσεις που κάνουν τα πολιτικά κόμματα, αλλά η κατάχρηση του γνωστού σημείου στίξεως (,) που έχει την ατυχία να φέρει το ίδιο όνομα. Ρίξτε μια ματιά στις ακόλουθες προτάσεις, παρμένες από μία μόνο χθεσινή εφημερίδα:
«Αυτό, δε, επιδιώχθηκε στο πλαίσιο...»«Οι δικαστικοί, λοιπόν, που επέβαλαν...»
«Πώς, λοιπόν, πέτυχε η κυβέρνηση...»
«Με αποτέλεσμα, η συνθήκη αυτή να δυσχεραίνει...»
«Ορισμένες φορές, οι σπόροι φυτρώνουν...»
«Ας αφήσουμε, λοιπόν, τα ψευτοπερήφανα πυροτεχνήματα...»
«Οι εξωκοινοβουλευτικές, όμως, θέσεις...»
«Η επιλογή ως στόχου..., ωστόσο, παραμένει δυσερμήνευτη...»
Τι το κοινό έχουν μεταξύ τους; Χρησιμοποιούν το κόμμα εκεί που δεν χρειάζεται, για να ξεχωρίσουν (για ποιο λόγο;) συνδέσμους, επιρρήματα και άλλα γλωσσικά μόρια από τον υπόλοιπο λόγο. Το ‘δε’, το ‘λοιπόν’, το ‘βέβαια’, το ‘όμως’ δεν χρειάζονται ‘κομματική στήριξη’: συμμετέχουν φυσικά και αβίαστα στη φράση. Εξαιρέσεις μεμονωμένες μπορεί να υπάρξουν π.χ. όταν το ‘βέβαια’ χρησιμοποιείται για να εισαγάγει μια πρόταση, παίζοντας τον ρόλο εκείνο που στο αρχαίο συντακτικό μαθαίναμε ως προεξαγγελτική παράθεση (‘Ο τάχιστος των λόγων...’). Όμως τα χρονικά ή τροπικά επιρρήματα και οι αντιθετικοί ή συμπερασματικοί σύνδεσμοι στο μέσο μιας πρότασης δεν χρειάζεται ποτέ να ‘κομματίζονται’.
Παρασκευή 23 Ιουλίου 2010
Εύλογη απορία
Συμμερίζομαι, και μοιράζομαι μαζί σας, την απορία που διατυπώνει με τόσο υποδειγματικό τρόπο στην παρακάτω επιστολή του ο άγνωστός μου επιστολογράφος στη χθεσινή Καθημερινή.
Απορίες - ασυνεννοησίες
Κύριε διευθυντά
Οι δικαστικοί πληρώνονται από το κράτος και λένε πως δεν είναι δημόσιοι υπάλληλοι και δεν επιθυμούν να απογραφούν. Ο ΟΣΕ και οι θυγατρικές του εταιρείες έχουν προσωπικό που δεν μπορούν να χαρακτηρισθούν δημόσιοι υπάλληλοι αλλά πληρώνονται με εγγύηση ή δανεικά από το κράτος, όπως και το προσωπικό της ΕΘΕΛ, του ΟΑΣΑ κ.λπ. κ.λπ. Το Αττικό Μετρό είναι ανώνυμη εταιρεία, αλλά οι βουλευτές διορίζουν το προσωπικό του και φωνάζουν ότι είναι παράνομοι οι διορισμοί του αν δεν γίνουν από συγκεκριμένο κόμμα ή παράταξη.
Στα Ελληνικά Πετρέλαια Α.Ε. κάποια πολιτική παράταξη εμποδίζει τις εργασίες των εργολάβων αν δεν πάρουν προσωπικό που υποδεικνύει αυτή η παράταξη. Στο λιμάνι δεν φεύγουν τα πλοία, γιατί οι πλοιοκτήτες δεν παίρνουν το προσωπικό που υποδεικνύουν κάποια συνδικάτα.
Υπάρχει κανείς να μας πει πού σταματάει το κράτος και αρχίζει η ιδιωτική επιχείρηση;Ιωάν. Σύκας
Πέμπτη 22 Ιουλίου 2010
Παραβολές για τον καιρό της κρίσης (4)
‘Τότε έρχεται ο Πέτρος και του λέει: «Κύριε, πόσες φορές θα με βλάψει ο αδελφός μου και θα τον συγχωρήσω; Μέχρι εφτά φορές;». Του λέει ο Ιησούς: «Όχι μέχρι εφτά, αλλά μέχρι εβδομήντα φορές εφτά. Η βασιλεία των ουρανών μοιάζει με βασιλιά που θέλησε να λογαριασθεί με τους δούλους του. Καθώς άρχισε το λογαριασμό, του έφεραν κάποιον που του χρωστούσε μύρια τάλαντα. Μια και δεν είχε να τα πληρώσει, πρόσταξε ο κύριός του να πουληθεί αυτός και η γυναίκα του και τα παιδιά του και όλα όσα είχε, για να ξεχρεώσει. Ο δούλος έπεσε και τον προσκυνούσε λέγοντας: ‘Κύριε, δείξε μου έλεος, και θα σου τα δώσω όλα’. Ο κύριος τον σπλαχνίσθηκε, τον απέλυσε και του χάρισε όλο το δάνειο. Βγαίνοντας εκείνος ο δούλος βρήκε ένα συνάδελφό του που του χρωστούσε εκατό δηνάρια, τον άρπαξε από το λαιμό και τον έπνιγε λέγοντας: ‘Δώσε μου αυτά που μου χρωστάς’. Ο δούλος εκείνος έπεσε στα πόδια του και τον παρακαλούσε λέγοντας: ‘Δείξε μου έλεος και θα σου τα δώσω’. Εκείνος όμως δεν ήθελε και τον έστειλε στη φυλακή μέχρι να εξοφλήσει το χρέος. Βλέποντας οι άλλοι δούλοι όσα έγιναν λυπήθηκαν πολύ, και ήλθαν και τα είπαν όλα στον κύριό τους. Τότε ο κύριος προσκάλεσε τον δούλο και του είπε: ‘Πονηρέ δούλε, σου χάρισα όλο εκείνο το χρέος επειδή με παρακάλεσες. Δεν έπρεπε κι εσύ να ελεήσεις τον σύνδουλό σου όπως κι εγώ ελέησα εσένα;’ Και οργισμένος τον παρέδωσε στους βασανιστές μέχρις ότου να εξοφλήσει όλα όσα χρωστούσε. Έτσι θα κάνει και με σας ο επουράνιος πατέρας μου αν δεν συγχωρήσετε καθένας τον αδελφό του από την καρδιά σας για τα παραπτώματά του».
Επειδή βλέπουμε γύρω μας να προβάλλεται κατά κόρον η προτεσταντική ηθική που θέλει για κάθε παράπτωμα ‘να πληρώσουν οι ένοχοι’ (πάντα κάποιοι άλλοι), ας θυμηθούμε και την πλευρά αυτή. Μου ήρθε στο νου σήμερα καθώς διάβασα την τελευταία φράση της δήλωσης-επιστολής της οικογένειας του δολοφονημένου δημοσιογράφου Σ. Γκιόλια.
Τρίτη 20 Ιουλίου 2010
Μίδας και MONOPOLY
Εύστοχη η παρομοίωση της οικονομικής κρίσης με τον Μίδα που κάνει σήμερα ο Π. Παπακωνσταντίνου (Καθημερινή). Γράφει: «Τα τελευταία 30 χρόνια η διόγκωση του χρηματοπιστωτικού τομέα έχει πάρει αφύσικες, θα λέγαμε τερατώδεις διαστάσεις, σε βάρος της πραγματικής παραγωγής, έτσι που μόνο η διαβόητη αγορά παραγώγων να έχει σήμερα δεκαπλάσιο όγκο από το παγκόσμιο ΑΕΠ! Σ’ αυτό το φόντο, η κρίση του 2008 ήταν ένα είδος Νέμεσης για έναν καπιταλισμό, ο οποίος ακολούθησε τα χνάρια του Μίδα: απέκτησε το χάρισμα να μετατρέπει τα πάντα σε χρυσό, με τίμημα να στερηθεί την πραγματική τροφή που χρειάζεται για να επιβιώσει».
Θα συμπληρώναμε λέγοντας ότι το σύστημα αυτό συντηρήθηκε με την τεχνητά καλλιεργημένη ψευδαίσθηση της ‘αειφόρου ανάπτυξης’ (με απλά ελληνικά, της κότας που γεννάει χρυσά αυγά επ’ αόριστον), σε σημείο που να διαρρηγνύουν τα ιμάτιά τους οι απανταχού της γης οικονομολόγοι όχι όταν σημειώνονται ζημίες, αλλά όταν τα κέρδη είναι μικρότερα από τα αναμενόμενα. Αν θέλουμε να βλέπουμε διαρκώς κέρδη, δεν έχουμε παρά να ακολουθήσουμε τη μέθοδο MONOPOLY: μόλις πάμε στο επόμενο τετράγωνο, παίρνουμε τόσες χιλιάδες ευρώ από την τράπεζα. Έστω και πλαστά. Σε τι διαφέρουν άραγε από τα ‘γνήσια’;
Θα συμπληρώναμε λέγοντας ότι το σύστημα αυτό συντηρήθηκε με την τεχνητά καλλιεργημένη ψευδαίσθηση της ‘αειφόρου ανάπτυξης’ (με απλά ελληνικά, της κότας που γεννάει χρυσά αυγά επ’ αόριστον), σε σημείο που να διαρρηγνύουν τα ιμάτιά τους οι απανταχού της γης οικονομολόγοι όχι όταν σημειώνονται ζημίες, αλλά όταν τα κέρδη είναι μικρότερα από τα αναμενόμενα. Αν θέλουμε να βλέπουμε διαρκώς κέρδη, δεν έχουμε παρά να ακολουθήσουμε τη μέθοδο MONOPOLY: μόλις πάμε στο επόμενο τετράγωνο, παίρνουμε τόσες χιλιάδες ευρώ από την τράπεζα. Έστω και πλαστά. Σε τι διαφέρουν άραγε από τα ‘γνήσια’;
Κυριακή 18 Ιουλίου 2010
Γλώσσα με αγκάθια
Γνωστό βέβαια φαινόμενο η κακομεταχείριση της γλώσσας, με πολλές και ποικίλες εκδηλώσεις σε προφορικό και γραπτό λόγο, ιδίως στα λεγόμενα ‘Μέσα’. Ρίζα του η κακή γνώση της γλώσσας και η αδιαφορία πολλών (διδασκόντων, υπευθύνων, υπουργών, και βέβαια και μαθητών, φοιτητών κτλ) για την ορθή διατύπωση της σκέψης μας. Ας μείνουμε σήμερα σε ένα αρκετά συνηθισμένο παράδειγμα που μας προσφέρει η ανάγνωση μιας εφημερίδας. Διαβάζουμε (Καθημερινή 17/7/2010): «Οι θλιβερές φυσαλίδες που καθιστούν απαγορευτικό το μπάνιο σε στοιχειωδώς ενημερωμένους πολίτες...». Το επίθετο ‘απαγορευτικός’ έχει γίνει ‘της μόδας’ στη σύγχρονη δημόσια αργκό, συχνά όμως χρησιμοποιείται λανθασμένα, όπως στο παραπάνω παράδειγμα. Σημαίνει αυτόν που απαγορεύει κάτι (π.χ. εκδόθηκε απαγορευτικό [εννοείται σήμα] απόπλου σκαφών λόγω θυελλωδών ανέμων), και όχι αυτόν που απαγορεύεται (εν προκειμένω το μπάνιο). Συνεπώς οι φυσαλλίδες (και όχι φυσαλίδες, όπως τις θέλει το ορθογραφικό εργαλείο του Word) είναι απαγορευτικές για το μπάνιο, που βέβαια είναι ‘απαγορευμένο’ λόγω των φυσαλλίδων. Υποπτεύομαι ότι το μπέρδεμα ξεκινάει, όπως και σε πολλά άλλα πράγματα, από την οικονομία, διότι λέμε π.χ. ότι το υψηλό κόστος είναι απαγορευτικό για αγορά νέου σπιτιού κ.τ.λ. Και βέβαια πάντα φταίνε κάποιοι ξένοι που αναφέρονται σε ‘prohibitive cost’ και μας αναγκάζουν να μεταφράζουμε όπως-όπως. Ιδού: ο ‘ένδον φιλόλογος’ εκτονώθηκε!
Τετάρτη 14 Ιουλίου 2010
Ραντεβού στη Σαμάρα
'Κάποιος έμπορος στη Βαγδάτη έστειλε τον υπηρέτη του στο παζάρι να αγοράσει μερικές προμήθειες. Λίγο αργότερα ο υπηρέτης επέστρεψε κάτασπρος. Με τρεμάμενη φωνή είπε: «Μόλις τώρα στο παζάρι κάποιος μέσα στο πλήθος με έσπρωξε, κι όταν στράφηκα είδα ότι ήταν ο κυρ-Θάνατος. Με κοίταξε κι έκανε μια απειλητική χειρονομία. Σε παρακαλώ, δάνεισέ μου το άλογό σου γιατί θέλω να πάω στη Σαμάρα, όπου δεν θα μπορέσει να με βρει ο κυρ-Θάνατος». Ο έμπορος συμφώνησε και δάνεισε στον τρομαγμένο άνθρωπο το άλογό του. Ο υπηρέτης καβάλησε το άλογο κι έφυγε με όσο καλπασμό μπορούσε το ζώο να αναπτύξει. Αργότερα την ίδια μέρα ο έμπορος κατέβηκε στο παζάρι και είδε τον κυρ-Θάνατο μέσα στο πλήθος. Τον πλησίασε και του είπε: «Γιατί έκανες μια απειλητική χειρονομία στον υπηρέτη μου όταν τον είδες το πρωί;» «Δεν ήταν απειλητική χειρονομία», είπε ο κυρ-Θάνατος. «Ήταν μόνο μια κίνηση έκπληξης. Ξαφνιάστηκα που τον είδα στη Βαγδάτη, γιατί απόψε έχω ραντεβού μαζί του στη Σαμάρα».'
Η διήγηση είναι του Somerset Maugham, η απόδοση δική μου. Ως πόλεις του Ιράκ, η Βαγδάτη και η Σαμάρα είναι πάντα μέσα στην επικαιρότητα. Όσο για τον κυρ-Θάνατο, το μόνο που δεν ξέρουμε είναι το πού και το πότε του δικού μας ραντεβού μαζί του. Αφιερώνεται στον Κύπρο, φίλο παλιό από το Manchester, που εκοιμήθη προχθές μετά από δύσκολη αρρώστια, αλλά και σε όσους ζουν την αγωνία της αναμονής.
Κυριακή 11 Ιουλίου 2010
Σαν σήμερα, πριν 17 χρόνια
Ήταν και τότε ημέρα Κυριακή όταν εξεδήμησε ο μακαριστός π. Σωφρόνιος στο Μοναστήρι του Τιμίου Προδρόμου, στο Essex. Είχαμε την ευλογία να τον γνωρίσουμε στα χρόνια της παρεπιδημίας μας στη Βρετανία, σε μεγάλη ηλικία πλέον. Τα πρώτα χρόνια μπορούσε να έρχεται στις ακολουθίες και να κάνει και περίπατο στον αυλόγυρο της Μονής όταν ο καιρός το επέτρεπε. Η παρουσία του γινόταν αντιληπτή από όλους, που έτρεχαν να πάρουν ευχή, που την έδινε συνήθως στη γλώσσα του καθενός, μαζί μ’ ένα χαμόγελο παιδιάστικο. Αργότερα οι δημόσιες αυτές ‘εμφανίσεις’ έγιναν σπάνιες: οι λιγοστές δυνάμεις και η εύθραυστη υγεία δεν επέτρεπαν περισσότερα. Η τελευταία μας ‘συνάντηση’ ήταν στην εξόδιο ακολουθία του που εψάλη στις 14 Ιουλίου. Αντιγράφω, μνήμης ένεκεν, από το ημερολόγιο που κρατούσα την εποχή εκείνη:
‘Φθάσαμε στο μοναστήρι [από το Cardiff όπου μέναμε] σχεδόν στη 1 μ.μ. Το σκήνωμα του γέροντα βρισκόταν στην εκκλησία του Αγίου Σιλουανού για προσκύνημα. Κόσμος πολύς, αλλά και τάξη... Η ακολουθία άρχισε στις 2 μ.μ. Κατά την επιθυμία του γέροντα, μόνο οι ιερείς της μονής και οι αδελφές έψαλαν. Ατμόσφαιρα ασφυκτικά ζεστή στον ναό. Η ακολουθία κράτησε δυόμισυ ώρες, κατά το αγιορειτικό τυπικό, και ήταν ιδιαίτερα συγκινητική, με αποκορύφωμα το κοντάκιο ‘With the Saints, give rest, O Christ’ (‘Μετά των Αγίων ανάπαυσον, Χριστέ’) που το έψαλε αυθόρμητα όλο το εκκλησίασμα. Ακολούθησε προσκύνημα και έξοδος του σκηνώματος προς την κρύπτη της μονής, όπου πάλι μόνο οι πατέρες και οι αδελφές της μονής προχώρησαν. Το ‘Άγιος ο Θεός’ ακουγόταν να ξεμακραίνει και να σβήνει, σαν πλοίο που χάνεται στον ορίζοντα. Γυρίσαμε στο ναό και ψάλαμε τις καταβασίες του Μεγάλου Κανόνος, κατά την επιθυμία του. «Μακαρία η οδός ήν πορεύη σήμερον», γέροντα’.
Σάββατο 10 Ιουλίου 2010
Παραβολές για τον καιρό της κρίσης [3]
Από τους μύθους του Αισώπου (δείτε εδώ το πρωτότυπο κείμενο):
Κάποιος φιλάργυρος εξαργύρωσε όλη την περιουσία του και αγόρασε ένα κομμάτι χρυσάφι, το έκρυψε μέσα σ’ έναν τοίχο και ερχόταν κάθε μέρα και το έβλεπε. Κάποιος από τους εργάτες τον παρατήρησε, πήγε σ’ εκείνο το μέρος, βρήκε το χρυσάφι και το πήρε. Λίγο αργότερα ήρθε και ο κύριός του, δεν βρήκε το χρυσάφι, και άρχισε να κλαίει και να ξερριζώνει τα μαλλιά του. Κάποιος που τον είδε ρώτησε να μάθει την αιτία, κι όταν άκουσε, του είπε: «Άνθρωπέ μου, μη λυπάσαι, αλλά πάρε μια πέτρα και βάλε την στη θέση του χρυσού και κάνε ότι αυτή είναι το χρυσάφι, διότι, απ’ όσο βλέπω, ούτε όταν το είχες το χρησιμοποιούσες».
Κάποιος φιλάργυρος εξαργύρωσε όλη την περιουσία του και αγόρασε ένα κομμάτι χρυσάφι, το έκρυψε μέσα σ’ έναν τοίχο και ερχόταν κάθε μέρα και το έβλεπε. Κάποιος από τους εργάτες τον παρατήρησε, πήγε σ’ εκείνο το μέρος, βρήκε το χρυσάφι και το πήρε. Λίγο αργότερα ήρθε και ο κύριός του, δεν βρήκε το χρυσάφι, και άρχισε να κλαίει και να ξερριζώνει τα μαλλιά του. Κάποιος που τον είδε ρώτησε να μάθει την αιτία, κι όταν άκουσε, του είπε: «Άνθρωπέ μου, μη λυπάσαι, αλλά πάρε μια πέτρα και βάλε την στη θέση του χρυσού και κάνε ότι αυτή είναι το χρυσάφι, διότι, απ’ όσο βλέπω, ούτε όταν το είχες το χρησιμοποιούσες».
Παρασκευή 9 Ιουλίου 2010
‘Εν φυλακή ήμην...’
Κάποιος πηγαίνει κι εκεί. Όχι μια και δυο φορές, αλλά συστηματικά, επί 33 χρόνια, χωρίς καμιά ‘διάθεση’ να σταματήσει. Ο π. Γερβάσιος Ραπτόπουλος έχει ως έργο ζωής τη διακονία των φυλακισμένων, με αποτελέσματα εντυπωσιακά, όχι μόνο από χρηματική/υλική πλευρά, αλλά πολύ περισσότερο από πνευματική. Αποτελέσματα που δεν εξηγούνται με ανθρώπινους όρους, αλλά είναι απόλυτα κατανοητά ως Άνωθεν εμπνεόμενα και ευλογούμενα. Για μια πλήρη παρουσίαση του έργου του δείτε την σχετική ανάρτηση στο ιστολόγιο ‘Ακτίνες’. Διότι το καλό πρέπει να αναδεικνύεται, για να μας βγάζει από την καθημερινή μίζερη ‘μαυρίλα’ και για να βρίσκει μιμητές και συνεργάτες.
9η Ιουλίου 1821
Η σημερινή ημερομηνία αποτελεί τον τίτλο του πιο γνωστού (σε πόσους Έλληνες άραγε;) ποιήματος του εθνικού ποιητή της Κύπρου Βασίλη Μιχαηλίδη (κι αυτός γνωστός σε πόσους Έλληνες;). Η ποίησή του, γραμμένη σε κυπριακή διάλεκτο, δεν είναι πάντα εύκολη στην ανάγνωση (όπως π.χ. κι ο Ερωτόκριτος στην κρητική), αλλά οι παρακάτω πιο φημισμένοι στίχοι του ποιήματος έχουν διαχρονική αξία. Αποτελούν την απάντηση του Αρχιεπισκόπου Κυπριανού στον Τούρκο που απειλεί τους Κυπρίους αρχιερείς με θάνατο μετά την εξέγερση του 1821. Ο Κυπριανός απαγχονίσθηκε και οι άλλοι τρεις επίσκοποι αποκεφαλίσθηκαν, σαν σήμερα.
«Η Ρωμιοσύνη εν φυλή συνότζιαιρη του κόσμου,
κανένας δεν εβρέθηκεν για να την-ι-ξηλείψη,
κανένας, γιατί σιέπει την που τάψη ο Θεός μου.
Η Ρωμιοσύνη εν να χαθή, όντας ο κόσμος λείψη!
Σφάξε μας ούλους τζι’ ας γενή το γαίμαν μας αυλάτζιν,
κάμε τον κόσμον ματζιελλειόν τζιαι τους Ρωμιούς τραούλλια,
αμμά ξέρε πως ίλαντρον όντας κοπή καβάτζιν
τριγύρου του πετάσσουνται τρακόσια παραπούλια.
Το ’νιν αντάν να τρώ’ την γην τρώει την γην θαρκέται,
μα πάντα τζιείνον τρώεται τζιαι τζιείνον καταλυέται».
κανένας δεν εβρέθηκεν για να την-ι-ξηλείψη,
κανένας, γιατί σιέπει την που τάψη ο Θεός μου.
Η Ρωμιοσύνη εν να χαθή, όντας ο κόσμος λείψη!
Σφάξε μας ούλους τζι’ ας γενή το γαίμαν μας αυλάτζιν,
κάμε τον κόσμον ματζιελλειόν τζιαι τους Ρωμιούς τραούλλια,
αμμά ξέρε πως ίλαντρον όντας κοπή καβάτζιν
τριγύρου του πετάσσουνται τρακόσια παραπούλια.
Το ’νιν αντάν να τρώ’ την γην τρώει την γην θαρκέται,
μα πάντα τζιείνον τρώεται τζιαι τζιείνον καταλυέται».
[Μεταφραστικά βοηθήματα: συνότζιαιρη= συνομήλικη, που τάψη= από τα ύψη, καβάτζιν= λάχανο, παραπούλια= παραφυάδες, το ’νιν= το υνί, θαρκέται= νομίζει]
Ολόκληρο το ποίημα (και ο ποιητής με το υπόλοιπο έργο του) βρίσκεται εδώ.
Ολόκληρο το ποίημα (και ο ποιητής με το υπόλοιπο έργο του) βρίσκεται εδώ.
Τετάρτη 7 Ιουλίου 2010
Τζάμπα μάγκες
Χωρίς ιδιαίτερο σχολιασμό ή θόρυβο πέρασε μια ‘ασήμαντη’ διόρθωση στο ασφαλιστικό νομοσχέδιο, που προβλέπει ότι: "Σχετικά με τους υπαλλήλους της Βουλής τα θέματα του νέου ασφαλιστικού θα κανονιστούν από τον κανονισμό της Βουλής, και όχι από το νέο νομοσχέδιο". Ως γνωστόν στον κανονισμό της Βουλής προβλέπεται η συνταξιοδότηση στα 25 έτη, με ΠΛΗΡΗ σύνταξη. Κι άσε τα κορόιδα να δουλεύουν 37 και 40 χρόνια.
Πάντως οι υπάλληλοι της Βουλής ανακοίνωσαν σήμερα ότι θα συμμετάσχουν στην αυριανή γενική απεργία για το ασφαλιστικό, ενώ οι ίδιοι (και οι πάτρωνές τους) φρόντισαν να εξαιρεθούν από τις αυξημένες απαιτήσεις εργασίας που προβλέπει για όλους τους άλλους κλάδους. Νέα μορφή συμπαράστασης, εκ του ασφαλούς και με τον γάιδαρο δεμένο. Τί ακριβώς σημαίνει η έκφραση του τίτλου;
Τρίτη 6 Ιουλίου 2010
'Τι να ζητήσω από τον Θεό'
«Θεέ μου, απόψε σου ζητάω κάτι που το θέλω πάρα πολύ. Θέλω να με κάνεις τηλεόραση! Θέλω να πάρω τη θέση της τηλεόρασης που είναι στο σπίτι μου. Να έχω το δικό μου χώρο. Να έχω την οικογένειά μου γύρω μου. Να με παίρνουν στα σοβαρά όταν μιλάω. Θέλω να είμαι το κέντρο της προσοχής και να με ακούνε οι άλλοι χωρίς διακοπές ή ερωτήσεις. Θέλω να έχω την ίδια φροντίδα που έχει η τηλεόραση όταν δεν λειτουργεί. Όταν είμαι τηλεόραση, θάχω την παρέα του πατέρα μου όταν έρχεται σπίτι από τη δουλειά, ακόμα κι αν είναι κουρασμένος. Και θέλω τη μαμά μου να με θέλει όταν είναι λυπημένη και στενοχωρημένη, αντί να με αγνοεί… Θέλω τ’ αδέλφια μου να μαλώνουν για το ποιος θα περνάει ώρες μαζί μου. Θέλω να νιώθω ότι η οικογένειά μου αφήνει τα πάντα στην άκρη, πότε – πότε, μόνο για να περάσει λίγο χρόνο με μένα. Και το τελευταίο, κάνε με έτσι ώστε να τους κάνω όλους ευτυχισμένους και χαρούμενους. Θεέ μου, δε ζητάω πολλά. Θέλω μόνο να γίνω σαν μια τηλεόραση!»
Τη δασκάλα πού διάβασε την έκθεση καθώς βαθμολογούσε την έπιασαν τα κλάματα. Ο σύζυγός της που μόλις είχε μπει στο σπίτι, τη ρώτησε: «Τι συμβαίνει;» Αυτή απάντησε: «Διάβασε αυτή την έκθεση, την έχει γράψει ένας μαθητής μου». Ο σύζυγος διάβασε και είπε: «Το καημένο το παιδί. Τι αδιάφοροι γονείς είναι αυτοί!» Τότε εκείνη τον κοίταξε και είπε: «Αυτή η έκθεση είναι του γιου μας!..»[Το κείμενο κυκλοφορεί σε πάρα πολλά ιστολόγια. Ευχαριστώ τον παλιό μου συμφοιτητή που μου το έστειλε].
Δευτέρα 5 Ιουλίου 2010
Ελαφίνα
Για όσους έζησαν την κατασκηνωτική ζωή στα νεότερα χρόνια οι τόποι και οι άνθρωποι δεν παύουν να έχουν μια ιδιαίτερη θέση στην καρδιά και στις αναμνήσεις τους. Έτσι το ετήσιο κάλεσμα των παλιών κατασκηνωτών να βρεθούν στην Ελαφίνα, στην καρδιά των Πιερίων ορέων, είναι πάντα μια ευκαιρία για πολλαπλή ανανέωση. Ωραία Θ. Λειτουργία το πρωί στην ανακαινισμένη Αγία Παρασκευή, και μνημόσυνο για όσους αξέχαστους συνετέλεσαν στη δημιουργία και τη ζωή της κατασκήνωσης, από τον δωρητή Χαρίλαο Γέρου και τον ακούραστο Σπύρο Αθανασίου και τον αείμνηστο π. Λεωνίδα μέχρι τον κυρ-Γιάννη, τον Φάνη και τον Γρηγόρη (από τα χέρια των οποίων φάγαμε πολλά αξέχαστα γεύματα) και τον Νάρκισσο, τον ‘φίλο μας που χάσαμε’ πέρυσι τον Απρίλη. Κοινή τράπεζα με αναβίωση των παλαιών εθίμων, πεζοπορία στο δάσος και στο χωριό που ξαναζωντανεύει μετά από χρόνια παρακμής, χόρτασε το μάτι μας πράσινο και το αυτί μας καλή κουβέντα με παλιούς φίλους. Ο καλός καιρός μας παρότρυνε να πάρουμε τον δύσβατο πετρόδρομο της επιστροφής μέσα από το πυκνό δάσος προς τα Παλατίτσια, που μας αποζημίωσε με την ήρεμη φύση του. Για ‘κερασάκι’ ήρθε η επίσκεψη στο ερημικό μοναστηράκι των Αγίων Πάντων που το γνώριζα μόνο ως ερείπιο. Τώρα είναι ένας μικρός παράδεισος με γυναικεία μοναχική συνοδία, ένα ζωντανό μνημείο αναγέννησης, φυσικής και πνευματικής. Επιστρέψαμε απρόθυμα στην πόλη, με την υπόσχεση να ξαναβγούμε προς το ύπαιθρο με πρώτη ευκαιρία. Δόξα τω Θεώ πάντων ένεκεν.
Παρασκευή 2 Ιουλίου 2010
Παραβολές για τον καιρό της κρίσης [2]
Κι αυτή η παραβολή (και πάλι από το Ευαγγέλιο του Λουκά) γνωστή. Όπως όλα τα αυτονόητα, έτσι και τα ‘γνωστά’ πρέπει να επαναλαμβάνονται, για να τα θυμόμαστε:
Ένας άνθρωπος ήταν πλούσιος και ντυνόταν με πολυτέλεια και καλοπερνούσε κάθε μέρα. Ήταν κι ένας φτωχός που λεγόταν Λάζαρος και που κειτόταν πληγιασμένος δίπλα στην πόρτα του και προσπαθούσε να χορτάσει από τα ψίχουλα που έπεφταν από το τραπέζι του πλουσίου. Αλλά και τα σκυλιά έρχονταν και έγλειφαν τις πληγές του. Κάποτε πέθανε ο φτωχός και μεταφέρθηκε από τους αγγέλους κοντά στον Αβραάμ. Πέθανε κι ο πλούσιος και τον έθαψαν. Και στον άδη που βασανιζόταν σηκώνει τα μάτια και βλέπει από μακριά τον Αβραάμ και τον Λάζαρο κοντά του. Και φώναξε και είπε: «Πατέρα Αβραάμ, ελέησέ με και στείλε τον Λάζαρο να βουτήξει το δάχτυλό του σε νερό και να μου δροσίσει τη γλώσσα, διότι βασανίζομαι σ’ αυτή τη φωτιά». Και είπε ο Αβραάμ: «Παιδί μου, θυμήσου ότι εσύ απόλαυσες όλα τα αγαθά στη ζωή σου, κι ο Λάζαρος όλα τα κακά. Τώρα αυτός ανακουφίζεται, κι εσύ υποφέρεις. Και επιπλέον, υπάρχει μεγάλο χάσμα ανάμεσα σε σας και σε μας, ώστε όσοι θέλουν να περάσουν από εδώ προς τα εκεί εκεί δεν μπορούν, ούτε και από εκεί προς τα εδώ». Τότε του είπε: «Σε παρακαλώ, πατέρα Αβραάμ, να τον στείλεις στο πατρικό μου σπίτι, διότι έχω πέντε αδέλφια, ώστε να τους προειδοποιήσει για να μην έλθουν κι αυτοί σ’ αυτό το βάσανο». Του λέγει ο Αβραάμ: «Έχουν τον Μωυσή και τους προφήτες, και μπορούν να τους ακούσουν». Εκείνος όμως είπε: «Όχι, πατέρα Αβραάμ, αλλά αν κάποιος σηκωθεί από τους νεκρούς και πάει εκεί, θα μετανοήσουν». Κι ο Αβραάμ απάντησε: «Αν δεν ακούνε τον Μωυσή και τους προφήτες, ούτε κι αν σηκωθεί κάποιος από τους νεκρούς θα πιστέψουν».
Πέμπτη 1 Ιουλίου 2010
Φόρος Πλεονάζουσας Αδικίας
Ομολογουμένως ευρηματική η ονομασία του ΦΠΑ (κοινώς ΦάΠΑ), που σήμερα προσαυξάνεται (πάλι...). Προστιθέμενη Αξία είναι π.χ. η μεταποίηση μιας πρώτης ύλης σε κατεργασμένο προϊόν. Έτσι το ξύλο γίνεται έπιπλο, το σιτάρι ψωμί, το γάλα γλύκισμα κ.ο.κ. Αντίστοιχα αυξάνει και η τιμή του παραγώγου προϊόντος, για να καλυφθεί η αμοιβή της εργασίας που καταβλήθηκε και το κόστος της επεξεργασίας αυτής. Αυτή η Αξία είναι πραγματική, και νόμιμη (όταν εφαρμόζεται νόμιμα). Όταν όμως την ονομασία της προστιθέμενης αξίας την οικειοποιείται η φορολογική αρχή (που βέβαια ‘αρμέγει’ όλους τους επιμέρους συντελεστές, εργαζόμενους, παραγωγούς, μεταποιητές κτλ), και την εφαρμόζει προς κάθε κατεύθυνση, τότε το πράγμα ξεφεύγει από τα όρια της κοινής λογικής. Αυτό φαίνεται ακόμη πιο καθαρά με την επιβολή της ΦάΠΑς ακόμη και σε ποσά που εισπράττονται για το ίδιο το κράτος (π.χ. τέλη κινητής τηλεφωνίας, ή ακόμη και τα πολυφορολογούμενα υγρά καύσιμα--μόνο στον φόρο εισοδήματος δεν έχει ακόμη επιβληθεί!). Όπως έλεγε κάποιος, στην εποχή μας δεν αρκεί να προσθέσεις ένα κι ένα: θα πρέπει να βάλεις επιπλέον και τον ΦΠΑ.