Πρόσφατα διάβασα το ακόλουθο σχόλιο: «Υπάρχει κάτι το καταναγκαστικό μ’ ένα τηλέφωνο. Ο φορτωμένος με συσκευές άνθρωπος της εποχής μας το αγαπάει, το απεχθάνεται, και το φοβάται. Όμως πάντα του φέρεται με σεβασμό, ακόμη κι όταν είναι πιωμένος. Το τηλέφωνο είναι ένα φετίχ».
Τα
παραπάνω τα έγραφε σ’ ένα μυθιστόρημά του ο Raymond Chandler, πασίγνωστος στους κύκλους
της ‘νουάρ’ αστυνομικής λογοτεχνίας. Έτος γραφής: 1953. Κι αν κάπως έτσι
έδειχναν τα πράγματα στα μέσα του 20ού αιώνα, πόσο πιο μέσα στην πραγματικότητα
είναι σήμερα τα λόγια του; Όση φαντασία κι αν διέθεταν κι αυτός και οι άλλοι
μαιτρ του είδους, δεν θα μπορούσαν να ‘πιάσουν’ την εξέλιξη αυτής της κάποτε
τόσο απλής και σήμερα τόσο πολυσύνθετης συσκευής, ούτε και τον βαθμό εξάρτησής μας από αυτήν. Κι αν τότε ο άνθρωπος ήταν φορτωμένος με συσκευές, τι να πούμε για μας σήμερα;
Γνώρισα το τηλέφωνο από μικρή ηλικία, στην παλαιά του εκδοχή, μαύρο και από βαρύ βακελίτη, με τον περιστρεφόμενο επιλογέα, που για κάποιο περίεργο λόγο λεγόταν συνήθως στα ελληνικά ‘καντράν’ (μόνο τετράγωνο δεν ήταν…). Παρένθεση: υπάρχει στο You Tube ένα τουλάχιστον βίντεο που δείχνει δυο παιδιά της εποχής μας να περιεργάζονται μια τηλεφωνική συσκευή του καιρού εκείνου και να προσπαθούν να καταλάβουν πώς δουλεύει. Για όσους μεγαλώσαμε με τα τηλέφωνα εκείνα, η παρακολούθησή του είναι ιδιαίτερα διασκεδαστική. Ακόμη και τότε το είδος δεν ήταν πολύ διαδεδομένο, υπήρχε μάλιστα και ένα σκετς στη ‘Ζωή του Παιδιού’ με έναν καταστηματάρχη που ξεκινούσε περήφανος επειδή είχε βάλει τηλέφωνο στο μαγαζί του και κατέληγε έξαλλος και αγανακτισμένος διότι όλοι στη γειτονιά του ζητούσαν εξυπηρετήσεις. Σπεύδω να σημειώσω ότι την πραγματικότητα αυτή την έζησα πολλά χρόνια αργότερα στο αγροτικό: εκτός από το ιατρείο μου, το μόνο άλλο τηλέφωνο του χωριού ήταν του γραμματέα της κοινότητος, ο οποίος φώναζε με το μεγάφωνο όποιον καλούσαν εκεί, και όχι βέβαια για ψύλλου πήδημα.
Σε ηλικία Γυμνασίου είχαμε φτάσει να λύνουμε όλες τις ασκήσεις μαθηματικών και φυσικής της επόμενης μέρας με τους συμμαθητές μου τηλεφωνικά (σε κλήσεις που κρατούσαν ώρες ολόκληρες, υπό τα συνοφρυωμένα βλέμματα των γονέων μας). Τελειώσαμε Πανεπιστήμιο, στρατό και ειδικότητα εντός και εκτός Ελλάδος χωρίς να έχουμε δει καν το μαγικό εργαλείο που σήμερα ακούει απλώς στο επίθετο ‘κινητό’ χωρίς το ουσιαστικό, και που την τελευταία δεκαετία προήχθη σε smart. Κι αν το βαρύ τηλέφωνο του Chandler ήταν φετίχ, τι θα έλεγε κανείς για τα σημερινά κινητά; Οι τηλεφωνικές κλήσεις είναι η πιο απλή από τις εργασίες που κάνουν, ενώ οι υπόλοιπες ξεπερνούν τις δυνατότητες πολλών μεγάλων υπολογιστών των προηγουμένων ετών. Έχουν αντικαταστήσει ρολόγια, ημερολόγια, θερμόμετρα, βαρόμετρα, φωτογραφικές και κινηματογραφικές μηχανές, μαγνητόφωνα (ήδη πολλά από όσα έγραψα αποτελούν μουσειακά αντικείμενα…) και βιβλιοθήκες ολόκληρες, μια και χωρούν κυριολεκτικά εκατοντάδες και χιλιάδες τόμους βιβλίων και ταινίες, και η πρόσβασή τους στο διαδίκτυο ανοίγει απεριόριστους ορίζοντες αναζήτησης. Η αμερικανική έκφραση ‘The sky is the limit’ (ο ουρανός είναι το όριο) βρίσκει την απόλυτη εφαρμογή της στο καθημερινό αυτό εξάρτημα. Αρκεί να σκεφθούμε ότι η υπολογιστική ισχύς ενός σημερινού τηλεφώνου είναι πολλαπλάσια από εκείνη που χρειάσθηκε για να πάει ο άνθρωπος στο φεγγάρι (όλοι μαζί οι υπολογιστές του ακρωτηρίου Κένεντι το 1969 είχαν μνήμη RAM μόλις 4 ΜΒ).
Όπως σχεδόν τα πάντα στον κόσμο, η θετική πλευρά έχει και την άλλη όψη της. Το κινητό τηλέφωνο δεν εξαιρείται από τον κανόνα, και η αρνητική όψη έχει πολλές διαστάσεις. Η πιο εμφανής είναι η κατάργηση της ιδιωτικότητος: πρακτικά οι πάντες ακούμε τους πάντες να μιλούν γύρω μας, ακόμη και για θέματα που στοιχειωδώς θα τα θεωρούσαμε προσωπικά σε άλλες εποχές. Το να βρίσκεις τα πάντα σημαίνει ότι αντίστοιχα μπορούν να σε βρίσκουν οι πάντες και παντού. Το πέρασμά σου, εκούσιο ή κατά λάθος, από οποιαδήποτε γωνιά του δικτύου, αθώα ή σκοτεινή, καταγράφεται, αξιολογείται και αξιοποιείται από ποικίλους γνωστούς και άγνωστους φορείς, ερμηνεύεται και προστίθεται στα όσα κάποιοι κάπου ξέρουν για σένα. Η αποστολή αζήτητων διαφημίσεων και μηνυμάτων είναι ίσως η πιο ανώδυνη από τις χρήσεις αυτές. Και βέβαια υπάρχει πάντα και η οικονομική διάσταση: η χρήση χρονομετρείται και χρεώνεται, και οι συσκευές με τα παρελκόμενά τους αναβαθμίζονται σε χρόνο μικρότερο απ’ όσο χρειάζεται για να μάθει κανείς τη λειτουργία και τις δυνατότητές τους. Και η κάθε επόμενη συσκευή είναι φυσικά πιο ακριβή από την προηγούμενη, με κάποιες από τις τιμές κυριολεκτικά να ‘βγάζουν μάτια’. Ο κουμπαράς είναι τρύπιος, και δεν πρόκειται ποτέ να χορτάσει, όσα κι αν ρίχνουμε μέσα του.
Αρκετά όμως για σήμερα. Πρέπει να ασχοληθώ και με το νέο μου τηλέφωνο, που έγινε αφορμή να γράψω τα παραπάνω. Το φετίχ που λέγαμε.
Καλορίζικο!!! Το προηγούμενο τι έγινε; Μήπως διατίθεται;
ΑπάντησηΔιαγραφήΣυμφωνω σε ολα.
ΑπάντησηΔιαγραφή