Βαδίζω ‘παρά το χείλος της θαλάσσης’, ‘λίαν πρωί, ανατείλαντος του ηλίου’. Σειρές από πατημασιές κάθε λογής διαγράφονται πάνω στη βρεγμένη άμμο. Ξυπόλητα πόδια, σαγιονάρες, αθλητικά παπούτσια με διάφορα σχέδια. Μικρά και μεγάλα, καθένα διηγείται και τη δική του ιστορία. Άλλα έρχονται και άλλα φεύγουν. Άλλα βαδίζουν, άλλα τρέχουν. Άλλα πιο βαθιά, άλλα πιο ρηχά. Τα περισσότερα ανθρώπινα, μερικά από ζώα—ένας σκύλος εδώ, ένας γλάρος εκεί. Η θάλασσα είναι ήρεμη, μόλις που σαλεύει μ’ ένα μικρό κυματισμό που γλείφει την άκρη του γιαλού δυο-τρεις σπιθαμές. Κάποια από τα ίχνη ξεθωριάζουν. Όσο να γυρίσω από τον περίπατο πολλά έχουν τελείως χαθεί. Μόλις σηκωθεί λίγο η θαλάσσια αύρα θα φύγουν και τα υπόλοιπα. Καινούργια θα πάρουν τη θέση τους, για να χαθούν κι αυτά.
Κάπως έτσι και στην ανθρώπινη ιστορία. Μικροί και μεγάλοι γράφουμε τα ίχνη μας πάνω στην άμμο του κόσμου. Τα κυματάκια του χρόνου τα ξεθωριάζουν, μια τρικυμία τα σβήνει τελείως, ένα ‘τσουνάμι’ καταπίνει ολόκληρη την παραλία. Βαθμιαία ή αιφνίδια, τίποτε δεν απομένει από το κάποτε. Για να παραφράσουμε τον Ηρόδοτο, ‘τα γενόμενα εξ ανθρώπων τω χρόνω εξίτηλα, και τα μεγάλα και θωμαστά έργα ακλεά γίγνεται’. Πρόσφατο παράδειγμα η αρχαία Παλμύρα, που τη σεβάσθηκαν τόσοι αιώνες, όχι όμως και οι σύγχρονοι φανατικοί ισλαμιστές (το τσουνάμι που λέγαμε). ‘Αληθώς ματαιότης τα σύμπαντα, ο δε βίος σκιά και ενύπνιον’.
«Και λοιπόν; Όλα μάταια;» Θα μπορούσε να ρωτήσει κανείς. Το άλλο τροπάριο που μιλάει για την γενική ματαιότητα προσθέτει και μια διευκρίνηση: ‘όσα ουχ υπάρχει μετά θάνατον’. Η αόρατη πραγματικότητα. Ευτυχώς υπάρχει κι αυτή. Ας τη σκεφτόμαστε πότε-πότε.
Δεν χρειάζονται πολλά λόγια για να πεις κάτι, αρκεί να έχουν την κατάλληλη έμφαση
Κυριακή 30 Αυγούστου 2015
Σάββατο 29 Αυγούστου 2015
Υπηρεσιακά
Ακούγοντας χθες τη σύνθεση της υπηρεσιακής κυβέρνησης που ανέλαβε για ένα μήνα μέχρι τις εκλογές, αναρωτήθηκα: τι καλύτερο θα μπορούσαμε να ελπίζουμε για μετά τις 20 Σεπτεμβρίου; Αν δέκα-είκοσι άνθρωποι, προερχόμενοι από διάφορους πολιτικούς χώρους, κρίνονται στοιχειωδώς ικανοί να κρατήσουν τα ηνία της χώρας για ένα μήνα, γιατί όχι και για δύο, τρία ή τέσσερα χρόνια; Η ‘εκλογή’ από τα εκατομμύρια των Ελλήνων θα τους χαρίσει περισσότερα προσόντα; Αν οι ικανότητες ήταν θέμα ψήφων, τότε κάθε εκλεγμένη κυβέρνηση θα ήταν η άριστη, ενώ η εμπειρία μας έχει δείξει το ακριβώς αντίθετο. Κι έπειτα, ας μη ξεχνούμε ότι ποτέ δεν ψηφίζουμε υπουργούς (= υπό το έργον), αλλά μόνο κομματικά προβεβλημένα στελέχη ως βουλευτές, ενώ τους υπουργούς τους επιλέγει μόνο ο εκάστοτε πρωθυπουργός, κατά το κέφι του. Συνεπώς, αν αυτή η υπηρεσιακή κυβέρνηση επιτελέσει έργο και δώσει καλά δείγματα γραφής, μπορούμε να ψηφίσουμε μόνο για νομοθετική εξουσία, και να κρατήσουμε την δεδομένη εκτελεστική. Έτσι, για αλλαγή. Κι ας αφήσουμε τα κόμματα να ονειρεύονται τη θεά Αυτοδυναμία.
Τετάρτη 26 Αυγούστου 2015
Κόσκινο
Κάθε προεκλογική περίοδος προσφέρει μεγάλες ευκαιρίες για ψέματα (κατά τη ρήση του Μπίσμαρκ) αλλά και για χιούμορ. Μόνο έτσι, ως βραχύ ευφυολόγημα, μπορεί να αναγνώσει κανείς τη ρήση του παραιτηθέντος πρωθυπουργού ότι θέλει ‘καθαρή εντολή τετραετίας’: αν δεν κάνω λάθος, ο τελευταίος που έκανε ολόκληρη τετραετία στο Μαξίμου ήταν ο Σημίτης (για σκέψου τι θ’αρχίσουμε να νοσταλγούμε σε λίγο...).
Ακούγοντας κανείς πολιτικούς κάθε απόχρωσης να επιχειρηματολογούν στους ενημερωτικούς διαύλους, σχηματίζει την εντύπωση ότι οι άνθρωποι ζουν σε διαρκή άρνηση της πραγματικότητας. Η ‘διάγνωση’ της ανίατης νόσου είναι δεδομένη και η θεραπεία έχει υπογραφεί (έστω και με μισή καρδιά). Γιατί λοιπόν δεν ξεκινούν από αυτή την παραδοχή για να οδηγήσουν τα πράγματα όσο γίνεται πιο γρήγορα στην ‘των τοιούτων παθημάτων κάθαρσιν’; Ήδη ακούσαμε σήμερα ότι οι μισοί από τους τρέχοντες κομματάρχες δεν δέχθηκαν την πρόσκληση του προέδρου της δημοκρατίας για συγκληση του συμβουλίου πολιτικών αρχηγών. Να λοιπόν ένα χρήσιμο και πρόχειρο πρώτο ‘κόσκινο’ για το ξεκαθάρισμα: να μη ψηφίσουμε κανέναν από αυτούς που δεν καταδέχονται να συζητήσουν με τους υπόλοιπους. Τουλάχιστον από τους άλλους μπορούμε να περιμένουμε αυτό το στοιχειώδες.
Ακούγοντας κανείς πολιτικούς κάθε απόχρωσης να επιχειρηματολογούν στους ενημερωτικούς διαύλους, σχηματίζει την εντύπωση ότι οι άνθρωποι ζουν σε διαρκή άρνηση της πραγματικότητας. Η ‘διάγνωση’ της ανίατης νόσου είναι δεδομένη και η θεραπεία έχει υπογραφεί (έστω και με μισή καρδιά). Γιατί λοιπόν δεν ξεκινούν από αυτή την παραδοχή για να οδηγήσουν τα πράγματα όσο γίνεται πιο γρήγορα στην ‘των τοιούτων παθημάτων κάθαρσιν’; Ήδη ακούσαμε σήμερα ότι οι μισοί από τους τρέχοντες κομματάρχες δεν δέχθηκαν την πρόσκληση του προέδρου της δημοκρατίας για συγκληση του συμβουλίου πολιτικών αρχηγών. Να λοιπόν ένα χρήσιμο και πρόχειρο πρώτο ‘κόσκινο’ για το ξεκαθάρισμα: να μη ψηφίσουμε κανέναν από αυτούς που δεν καταδέχονται να συζητήσουν με τους υπόλοιπους. Τουλάχιστον από τους άλλους μπορούμε να περιμένουμε αυτό το στοιχειώδες.
Τρίτη 25 Αυγούστου 2015
Αφροσύνη
‘Μια παγκόσμια χρηματιστηριακή καταιγίδα που εξαφάνισε δισεκατομμύρια δολλάρια από τις μετοχές ανά τον κόσμο’, είναι ο τρόπος που περιέγραψε μια ξένη εφημερίδα τη σημερινή βουτιά των χρηματιστηρίων ανά την υφήλιο, που ξεκίνησε από την Κίνα, χτύπησε τις ΗΠΑ και συνέχισε και στα υπόλοιπα χρηματοπάζαρα.
Είναι να γελάει κανείς πικρά με την συμπυκνωμένη αφροσύνη που εκφράζουν οι δυο αυτές γραμμές. Ποια ‘δισεκατομμύρια’; Αυτά δεν υπήρχαν ποτέ: κάποια στιγμή δημιουργήθηκαν τεχνηέντως, στα χαρτιά, και κάποια άλλη στιγμή ξαναγύρισαν στην ανυπαρξία από την οποία προήλθαν. Σε απλά ελληνικά, ανεμομαζώματα, διαβολοσκορπίσματα. Δυο γραμμάρια κοινό μυαλό χρειάζονται μόνο για να συνειδητοποιήσει κανείς αυτό που το Ευαγγέλιο ονομάζει ’αδηλότητα του πλούτου’ [Α΄ Τιμ. 6:17]. Ή, όπως έλεγε πολύ μικρός ένας γλωσσοπλάστης ανιψιός μου, τα ‘καυσομύρια’.
Δεν μπορώ όμως να μην αντιγράψω κι ένα σχόλιο ξένου αναγνώστη σε εφημερίδα: «Ώστε λοιπόν, ακόμη μια μεγάλη κρίση ή οικονομικό συμβάν που οι ‘ειδικοί’, οι οίκοι αξιολόγησης και όλοι οι νεοφιλελεύθεροι γκουρού απέτυχαν να προβλέψουν ακόμη και 5 λεπτά πριν συμβεί; Κι αυτοί είναι οι άνθρωποι που επιβλέπουν όλη την παγκόσμια διακυβέρνηση με σχεδόν θεϊκές εξουσίες, όπως π.χ. στην περίπτωση της Ελλάδας;»
Ουδέν σχόλιον.
Είναι να γελάει κανείς πικρά με την συμπυκνωμένη αφροσύνη που εκφράζουν οι δυο αυτές γραμμές. Ποια ‘δισεκατομμύρια’; Αυτά δεν υπήρχαν ποτέ: κάποια στιγμή δημιουργήθηκαν τεχνηέντως, στα χαρτιά, και κάποια άλλη στιγμή ξαναγύρισαν στην ανυπαρξία από την οποία προήλθαν. Σε απλά ελληνικά, ανεμομαζώματα, διαβολοσκορπίσματα. Δυο γραμμάρια κοινό μυαλό χρειάζονται μόνο για να συνειδητοποιήσει κανείς αυτό που το Ευαγγέλιο ονομάζει ’αδηλότητα του πλούτου’ [Α΄ Τιμ. 6:17]. Ή, όπως έλεγε πολύ μικρός ένας γλωσσοπλάστης ανιψιός μου, τα ‘καυσομύρια’.
Δεν μπορώ όμως να μην αντιγράψω κι ένα σχόλιο ξένου αναγνώστη σε εφημερίδα: «Ώστε λοιπόν, ακόμη μια μεγάλη κρίση ή οικονομικό συμβάν που οι ‘ειδικοί’, οι οίκοι αξιολόγησης και όλοι οι νεοφιλελεύθεροι γκουρού απέτυχαν να προβλέψουν ακόμη και 5 λεπτά πριν συμβεί; Κι αυτοί είναι οι άνθρωποι που επιβλέπουν όλη την παγκόσμια διακυβέρνηση με σχεδόν θεϊκές εξουσίες, όπως π.χ. στην περίπτωση της Ελλάδας;»
Ουδέν σχόλιον.
Σάββατο 22 Αυγούστου 2015
Παλίμψηστη γραφή
Ομολογώ ότι λίγα πράγματα ασκούν τόση έλξη επάνω μου όσο ένα κομμάτι λευκό χαρτί. Μπορεί να είναι ολόλευκο, παρθένο Α4, μπορεί να είναι ριγωτή κόλλα αναφοράς ή σελίδα τετραδίου ή φύλλο από σημειωματάριο. Καλά όλα αυτά, και σε προκαλούν να γράψεις, να αραδιάσεις λέξεις, σκέψεις, κείμενα, να διατυπώσεις γνώμες και κριτικές. Ωστόσο, δεν μπορούν να συγκριθούν με τα μισογραμμένα, σχισμένα κομμάτια χαρτιού που γεμίζουν (κάποιοι θα έλεγαν ρυπαίνουν) το περιβάλλον της εργασίας μου. Γι’ αυτά θα σας μιλήσω.
Το είδος και η προέλευσή τους ποικίλλουν. Φάκελλοι από γράμματα και λογαριασμούς υπηρεσιών κοινής ωφελείας. Σχισμένα χειρόγραφα ιστορικά ασθενών, που έχουν ήδη μεταφερθεί στον υπολογιστή. Αποδείξεις από αυτές που δεν ισχύουν για την εφορία. Σημειώσεις από συνέδρια ή μετεκπαιδευτικά μαθήματα του παρελθόντος. Ψηφοδέλτια προηγουμένων εκλογών. Παλαιά γραπτά εξετάσεων. Και πάει λέγοντας. Κοινό στοιχείο: όλα αυτά τα κομμάτια χαρτιού, κάθε ποιότητας, μεγέθους και απόχρωσης, έχουν μια γωνία, μισή σελίδα ή ένα τέταρτο ή μερικές σειρές άγραφες. Συχνά και ένα απομεινάρι κειμένου, δυο-τρεις λέξεις για μαγιά, ερέθισμα, αφετηρία για καινούργιο γράψιμο.
Βρίσκω μια ιδιαίτερη ικανοποίηση στο να γεμίζω τον λευκό χώρο, κι έπειτα, πριν αναζητήσω άλλο πρόχειρο χαρτί για να συνεχίσω, να γράφω ανάμεσα στις παλιές σημειώσεις, συχνά στρέφοντας το χαρτί κατά 90 ή 180 μοίρες, αξιοποιώντας κάθε άδειο τετραγωνικό εκατοστό πριν στερέψει η έμπνευση. Το τελικό αποτέλεσμα είναι χάος για κάθε άλλον αναγνώστη, χάρμα οφθαλμών για τον γράφοντα. Αν ο αρχαιολόγος γοητεύεται από ένα παλίμψηστο, ένα κομμάτι παλιάς περγαμηνής που έχει ξυστεί και ξαναγραφεί, ανάλογη γοητεία μου προκαλεί ένα τέτοιο φύλλο χαρτιού γραμμένο σε δυο χρόνους, συχνά με απόσταση μερικών ετών μεταξύ τους.
Ποια είναι η μοίρα των κειμένων αυτών; Κάποια θα μεταφερθούν αργότερα στον υπολογιστή, θα διορθωθούν, θα αναθεωρηθούν, θα ξαναδιαβαστούν μετά από μια περίοδο ωρίμανσης, ίσως τελικά να δημοσιοποιηθούν ως άρθρα ή ως αναρτήσεις στο ιστολόγιο. Μερικά, ίσως τα περισσότερα, θα έχουν την ίδια τύχη με τα χρέη του Καραγκιόζη («Τα αφήνω να παλιώσουν και τα ξεχνάω». Έτσι κι αυτά θα ξεχαστούν για τόσο καιρό που την προσεχή φορά που θα τα βρω μπροστά μου θα τα στείλω στον κάλαθο της ανακύκλωσης χωρίς τύψεις. Σε κάθε περίπτωση, όπως και η Ιθάκη του Καβάφη, θα μου έχουν χαρίσει από ένα μικρό ή μεγαλύτερο ωραίο ταξίδι.
Από πού ξεκίνησε όμως όλη αυτή η αναδρομή στον ‘παλίμψηστο’ τρόπο της γραφής μου; Από τρεις αράδες στο μισό φύλλο με τις φαγωμένες άκρες που χρησιμοποίησα σήμερα. Μια ημερομηνία (20/4), τρεις διαγνωστικές ετικέτες: ‘Βαρειά πνευμονία - Κυψελιδική αιμορραγία - Μεταγγίσεις - Εμπύρετη ουρολοίμωξη’. Φέρνω στο μυαλό μου το όνομα του αρρώστου: Αχιλλέας. Θυμάμαι αναλυτικά--πράγμα σπάνιο--κάποιες λεπτομέρειες από την εισαγωγή του, την ανέλπιστα καλή ανταπόκρισή του στη θεραπεία χωρίς να χρειασθεί Εντατική, την επάνοδό του στο σπίτι σε καλή κατάσταση. Δόξα τω Θεώ.
Ένα κομμάτι λευκό χαρτί, ένα μολύβι, δυο-τρεις λέξεις για προσάναμμα, τι άλλο χρειάζεται κανείς για να γράψει;
Το είδος και η προέλευσή τους ποικίλλουν. Φάκελλοι από γράμματα και λογαριασμούς υπηρεσιών κοινής ωφελείας. Σχισμένα χειρόγραφα ιστορικά ασθενών, που έχουν ήδη μεταφερθεί στον υπολογιστή. Αποδείξεις από αυτές που δεν ισχύουν για την εφορία. Σημειώσεις από συνέδρια ή μετεκπαιδευτικά μαθήματα του παρελθόντος. Ψηφοδέλτια προηγουμένων εκλογών. Παλαιά γραπτά εξετάσεων. Και πάει λέγοντας. Κοινό στοιχείο: όλα αυτά τα κομμάτια χαρτιού, κάθε ποιότητας, μεγέθους και απόχρωσης, έχουν μια γωνία, μισή σελίδα ή ένα τέταρτο ή μερικές σειρές άγραφες. Συχνά και ένα απομεινάρι κειμένου, δυο-τρεις λέξεις για μαγιά, ερέθισμα, αφετηρία για καινούργιο γράψιμο.
Βρίσκω μια ιδιαίτερη ικανοποίηση στο να γεμίζω τον λευκό χώρο, κι έπειτα, πριν αναζητήσω άλλο πρόχειρο χαρτί για να συνεχίσω, να γράφω ανάμεσα στις παλιές σημειώσεις, συχνά στρέφοντας το χαρτί κατά 90 ή 180 μοίρες, αξιοποιώντας κάθε άδειο τετραγωνικό εκατοστό πριν στερέψει η έμπνευση. Το τελικό αποτέλεσμα είναι χάος για κάθε άλλον αναγνώστη, χάρμα οφθαλμών για τον γράφοντα. Αν ο αρχαιολόγος γοητεύεται από ένα παλίμψηστο, ένα κομμάτι παλιάς περγαμηνής που έχει ξυστεί και ξαναγραφεί, ανάλογη γοητεία μου προκαλεί ένα τέτοιο φύλλο χαρτιού γραμμένο σε δυο χρόνους, συχνά με απόσταση μερικών ετών μεταξύ τους.
Ποια είναι η μοίρα των κειμένων αυτών; Κάποια θα μεταφερθούν αργότερα στον υπολογιστή, θα διορθωθούν, θα αναθεωρηθούν, θα ξαναδιαβαστούν μετά από μια περίοδο ωρίμανσης, ίσως τελικά να δημοσιοποιηθούν ως άρθρα ή ως αναρτήσεις στο ιστολόγιο. Μερικά, ίσως τα περισσότερα, θα έχουν την ίδια τύχη με τα χρέη του Καραγκιόζη («Τα αφήνω να παλιώσουν και τα ξεχνάω». Έτσι κι αυτά θα ξεχαστούν για τόσο καιρό που την προσεχή φορά που θα τα βρω μπροστά μου θα τα στείλω στον κάλαθο της ανακύκλωσης χωρίς τύψεις. Σε κάθε περίπτωση, όπως και η Ιθάκη του Καβάφη, θα μου έχουν χαρίσει από ένα μικρό ή μεγαλύτερο ωραίο ταξίδι.
Από πού ξεκίνησε όμως όλη αυτή η αναδρομή στον ‘παλίμψηστο’ τρόπο της γραφής μου; Από τρεις αράδες στο μισό φύλλο με τις φαγωμένες άκρες που χρησιμοποίησα σήμερα. Μια ημερομηνία (20/4), τρεις διαγνωστικές ετικέτες: ‘Βαρειά πνευμονία - Κυψελιδική αιμορραγία - Μεταγγίσεις - Εμπύρετη ουρολοίμωξη’. Φέρνω στο μυαλό μου το όνομα του αρρώστου: Αχιλλέας. Θυμάμαι αναλυτικά--πράγμα σπάνιο--κάποιες λεπτομέρειες από την εισαγωγή του, την ανέλπιστα καλή ανταπόκρισή του στη θεραπεία χωρίς να χρειασθεί Εντατική, την επάνοδό του στο σπίτι σε καλή κατάσταση. Δόξα τω Θεώ.
Ένα κομμάτι λευκό χαρτί, ένα μολύβι, δυο-τρεις λέξεις για προσάναμμα, τι άλλο χρειάζεται κανείς για να γράψει;
Παρασκευή 21 Αυγούστου 2015
Αξιολόγηση
Λογάριαζα χθες να αναφερθώ στην αξιολόγηση των δημοσίων υπαλλήλων με αφορμή σχετικό αναλυτικό δημοσίευμα της Καθημερινής. Όμως (όπως λένε και οι τηλεπαρουσιαστές) το ρεπορτάζ τρέχει και η μαγική λέξη ‘εκλογές’ ξαναμπήκε εξαπιναίως στη ζωή μας. Ωστόσο δεν πρέπει να προσπεράσουμε το θέμα, διότι με ελάχιστη προσπάθεια εκ μέρους μας και χωρίς κανένα έξοδο μας εξασφαλίζει άνετα μια παγκόσμια ‘πρώτη’ στη δημόσια διοίκηση. Λοιπόν, είμαστε ίσως η πιο πλούσια χώρα σε αριθμό νομοθετημάτων και υπουργικών αποφάσεων για την αξιολόγηση των δημοσίων υπαλλήλων (τα τελευταία χρόνια κάθε υπουργός εσωτερικών έφτιαχνε και δικό του). Μόνο που τα έχουμε όλα στο ψυγείο, για να σιτεύουν. Η εφαρμογή τους απαιτεί αυτόν τον καταλύτη που λέγεται πολιτική βούληση, καθώς και την κατάλληλη χρονική στιγμή. Και η δημόσια διοίκηση κινείται με ρυθμούς που θυμίζουν την λαϊκή παροιμία ‘Όσο να σηκώσουμε το ένα πόδι, βρωμάει το άλλο’.
Το δημοσίευμα καταλήγει: ‘Ο κ. Βερναρδάκης έχει προαναγγείλει ότι θα καταθέσει το σχετικό νομοσχέδιο εντός του Σεπτεμβρίου. Εκτός και αν γίνουν εκλογές...’. Ιδού λοιπόν ο ένοχος! Αυτό μας φταίει που δεν προχωρούμε στην εφαρμογή: η χαίνουσα κάλπη.
Το δημοσίευμα καταλήγει: ‘Ο κ. Βερναρδάκης έχει προαναγγείλει ότι θα καταθέσει το σχετικό νομοσχέδιο εντός του Σεπτεμβρίου. Εκτός και αν γίνουν εκλογές...’. Ιδού λοιπόν ο ένοχος! Αυτό μας φταίει που δεν προχωρούμε στην εφαρμογή: η χαίνουσα κάλπη.
Παραίτηση
Ο τάχιστος των λόγων: παραίτηση του πρωθυπουργού, και ξανά προς τις κάλπες τραβούμε. Όλα τά ’χε η Μαριωρή, οι εκλογές της έλειπαν. Ή, όπως θα έλεγε ο μακαρίτης ο Στράτος Διονυσίου, «και λέγε λέγε, λέγε λέγε, ο Χριστιανός μπερδεύτηκα» (και παραιτήθηκα...). Φαίνεται ότι ως Έλληνες το εκλογομικρόβιο το έχουμε στο αίμα μας, και δεν το πιάνει κανένα αντιβιοτικό, κανένα πλάνο Β, κανένα μνημόνιο.
Κάποιοι θα δουν το γεγονός θετικά, ως ευκαιρία απαλλαγής από την αριστερή παρένθεση που μέχρι τώρα δεν μας έδωσε και σπουδαία δείγματα γραφής (ή μάλλον, μας έδειξε τις πραγματικές της δυνατότητες: ότι ξέρει να φωνασκεί αποτελεσματικά ως αντιπολίτευση, και μέχρι εκεί). Πολλοί θα το δουν αρνητικά: κάθε εκλογική διαδικασία στοιχίζει χρήματα, συντηρεί ένα κλίμα ασάφειας και ανασφάλειας, δεν προάγει την εμπιστοσύνη που είναι απαραίτητη για τη διεθνή θέση της χώρας, και σε καμιά περίπτωση δεν παράγει έργο.
Και λοιπόν, τι μέλλει γενέσθαι; Κάλλιο αργά παρά ποτέ, να επιτευχθεί μια συνεργασία ανθρώπων (δεν θα έλεγα κομμάτων--αυτά έχουν πεθάνει) με κοινή λογική, με διάθεση για δουλειά και με ειλικρινή στάση απέναντι στον κόσμο που περιμένει να δει αποτελέσματα προς μια θετική κατεύθυνση. Παραδείγματα από άλλες χώρες που το κατάφεραν υπάρχουν πολλά. Καιρός να ανεβούμε κι εμείς λίγο ψηλότερα από το συνηθισμένο μας ελάχιστο επίπεδο.
Κάποιοι θα δουν το γεγονός θετικά, ως ευκαιρία απαλλαγής από την αριστερή παρένθεση που μέχρι τώρα δεν μας έδωσε και σπουδαία δείγματα γραφής (ή μάλλον, μας έδειξε τις πραγματικές της δυνατότητες: ότι ξέρει να φωνασκεί αποτελεσματικά ως αντιπολίτευση, και μέχρι εκεί). Πολλοί θα το δουν αρνητικά: κάθε εκλογική διαδικασία στοιχίζει χρήματα, συντηρεί ένα κλίμα ασάφειας και ανασφάλειας, δεν προάγει την εμπιστοσύνη που είναι απαραίτητη για τη διεθνή θέση της χώρας, και σε καμιά περίπτωση δεν παράγει έργο.
Και λοιπόν, τι μέλλει γενέσθαι; Κάλλιο αργά παρά ποτέ, να επιτευχθεί μια συνεργασία ανθρώπων (δεν θα έλεγα κομμάτων--αυτά έχουν πεθάνει) με κοινή λογική, με διάθεση για δουλειά και με ειλικρινή στάση απέναντι στον κόσμο που περιμένει να δει αποτελέσματα προς μια θετική κατεύθυνση. Παραδείγματα από άλλες χώρες που το κατάφεραν υπάρχουν πολλά. Καιρός να ανεβούμε κι εμείς λίγο ψηλότερα από το συνηθισμένο μας ελάχιστο επίπεδο.
Πέμπτη 20 Αυγούστου 2015
Εκκρεμότητες
Απόψε δεν έχω ανοικτές εκκρεμότητες με τον θάνατο. Αν εξαιρέσει κανείς βέβαια την ανά πάσα στιγμή ενδεχόμενη έλευσή του, δεν έχω να νοιάζομαι για κάποια συγκεκριμένη αναχώρηση από τον κόσμο αυτό.
Δεν ήταν έτσι χθες βράδυ. Το καντήλι του Χρίστου, 46 ετών, τρεμόσβηνε από καιρό. Ο καρκίνος στο στόμα του είχε στερήσει τη λειτουργία της φυσιολογικής αναπνοής και της κατάποσης, όπως και την ομιλία. Τραχειοστομία και γαστροστομία είχαν αντικαταστήσει τις κλειστές διόδους του φάρυγγα. Προχωρημένη νόσος, πέρα από μάταιες θεραπευτικές προσπάθειες, και ο ίδιος στο σπίτι, με δική του ‘εν επιγνώσει’ απόφαση, να καρτερεί γαλήνια και ατάραχα ‘την των πραγμάτων έκβασιν’. Προσευχόμενος και συμπαριστάμενος από προσευχομένους δικούς του ανθρώπους. Τον είδα το πρωί της Παναγίας για λίγο. Μου έγραψε στο τάμπλετ τις ερωτήσεις του, του έδωσα τις σχετικές διαβεβαιώσεις. Αποχαιρετισθήκαμε: εις το επανιδείν.
Μου τηλεφώνησαν χθες το βράδυ. Είχε πέσει σε λήθαργο, δεν ανταποκρινόταν, το οξυγόνο του ήταν χαμηλό. Πετάχτηκα να τον δω λίγο πριν από τα μεσάνυχτα. Ήρεμος, θάλεγες κοιμισμένος, μόνο που τα μάτια ήταν ανοιχτά και το βλέμμα άδειο. Δεν είχε καμία ορατή δυσφορία. Μεγάλη υπόθεση. «Δεν θέλουμε εισαγωγή». Συμφωνώ. «Πόσο μπορεί να πάει έτσι;», ρωτάει η παριστάμενη αδελφή. «Μόνο ο Θεός ξέρει, μπορεί και 24 ώρες». Αφήνουμε τα πράγματα εκεί, καληνυχτίζω, περιμένω νεώτερα.
Το επόμενο τηλεφώνημα έρχεται το πρωί. Το τέλος έφθασε μετά δυο ώρες. Ανώδυνο, ανεπαίσχυντο, ειρηνικό, Χριστιανικό. Όπως το ευχόμαστε για όλους μας. Πηγαίνω στο σπίτι για την πιστοποίηση. Ενώ στρίβω στο δρόμο, το μάτι μου παίρνει ένα αγγελτήριο σε διπλανή κολώνα. Βαλεντίνη Κ., 64 ετών. Παλιά μου ασθενής, δεν την είχα δει εδώ και πέντε χρόνια, τώρα μαθαίνω τα τελευταία νέα της. Νοερά την αποχαιρετώ κι αυτήν.
Τελειώνω το διαδικαστικό καθήκον και πηγαίνω στην κλινική. Από τη λίστα των ασθενών λείπει το όνομα της κυρα-Μαρίας. Ρωτώ σχετικά, μου λένε ότι εγκατέλειψε τα εγκόσμια ανήμερα στη γιορτή της. Στα 92 της.
Αρκετά για σήμερα. Απόψε δεν έχω ανοικτές εκκρεμότητες με τον θάνατο.
Δεν ήταν έτσι χθες βράδυ. Το καντήλι του Χρίστου, 46 ετών, τρεμόσβηνε από καιρό. Ο καρκίνος στο στόμα του είχε στερήσει τη λειτουργία της φυσιολογικής αναπνοής και της κατάποσης, όπως και την ομιλία. Τραχειοστομία και γαστροστομία είχαν αντικαταστήσει τις κλειστές διόδους του φάρυγγα. Προχωρημένη νόσος, πέρα από μάταιες θεραπευτικές προσπάθειες, και ο ίδιος στο σπίτι, με δική του ‘εν επιγνώσει’ απόφαση, να καρτερεί γαλήνια και ατάραχα ‘την των πραγμάτων έκβασιν’. Προσευχόμενος και συμπαριστάμενος από προσευχομένους δικούς του ανθρώπους. Τον είδα το πρωί της Παναγίας για λίγο. Μου έγραψε στο τάμπλετ τις ερωτήσεις του, του έδωσα τις σχετικές διαβεβαιώσεις. Αποχαιρετισθήκαμε: εις το επανιδείν.
Μου τηλεφώνησαν χθες το βράδυ. Είχε πέσει σε λήθαργο, δεν ανταποκρινόταν, το οξυγόνο του ήταν χαμηλό. Πετάχτηκα να τον δω λίγο πριν από τα μεσάνυχτα. Ήρεμος, θάλεγες κοιμισμένος, μόνο που τα μάτια ήταν ανοιχτά και το βλέμμα άδειο. Δεν είχε καμία ορατή δυσφορία. Μεγάλη υπόθεση. «Δεν θέλουμε εισαγωγή». Συμφωνώ. «Πόσο μπορεί να πάει έτσι;», ρωτάει η παριστάμενη αδελφή. «Μόνο ο Θεός ξέρει, μπορεί και 24 ώρες». Αφήνουμε τα πράγματα εκεί, καληνυχτίζω, περιμένω νεώτερα.
Το επόμενο τηλεφώνημα έρχεται το πρωί. Το τέλος έφθασε μετά δυο ώρες. Ανώδυνο, ανεπαίσχυντο, ειρηνικό, Χριστιανικό. Όπως το ευχόμαστε για όλους μας. Πηγαίνω στο σπίτι για την πιστοποίηση. Ενώ στρίβω στο δρόμο, το μάτι μου παίρνει ένα αγγελτήριο σε διπλανή κολώνα. Βαλεντίνη Κ., 64 ετών. Παλιά μου ασθενής, δεν την είχα δει εδώ και πέντε χρόνια, τώρα μαθαίνω τα τελευταία νέα της. Νοερά την αποχαιρετώ κι αυτήν.
Τελειώνω το διαδικαστικό καθήκον και πηγαίνω στην κλινική. Από τη λίστα των ασθενών λείπει το όνομα της κυρα-Μαρίας. Ρωτώ σχετικά, μου λένε ότι εγκατέλειψε τα εγκόσμια ανήμερα στη γιορτή της. Στα 92 της.
Αρκετά για σήμερα. Απόψε δεν έχω ανοικτές εκκρεμότητες με τον θάνατο.
Δευτέρα 17 Αυγούστου 2015
Non-paper
Επειδή η λέξη του τίτλου εμφανίζεται συχνά-πυκνά στην ειδησεογραφία και δημιουργεί απορίες ως προς το νόημά της (αλήθεια, τι σημαίνει ‘μη χαρτί’;), αναζήτησα τον σχετικό όρο στο Διαδίκτυο και βγήκα κατά τι σοφώτερος. Σπεύδω να σας κάνω κοινωνούς των όσων έμαθα από ιστοσελίδα που ερμηνεύει την ‘αργκό’ της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ιδού:
‘Αυτά τα έγγραφα με το σουρεαλιστικό όνομα φυτρώνουν πολύ συχνά στις Βρυξέλλες. Τα non-paper είναι έγγραφα που συντάσσονται είτε από κάποιον από τους θεσμούς της ΕΕ είτε από μια από τις κυβερνήσεις της Ένωσης. Είναι σχεδιασμένα έτσι ώστε να προκαλέσουν συζήτηση πάνω σε κάποιο θέμα και δεν αντιπροσωπεύουν την επίσημη θέση του θεσμού ή της χώρας που τα σχεδίασε. Τα non-paper δεν έχουν επίσημο κύρος, αλλά μπορούν να είναι πολύ χρήσιμα για την έναρξη διαλόγων πάνω σε ιδιαίτερα ευαίσθητα θέματα, διότι επιτρέπουν στους υπευθύνους για τη λήψη αποφάσεων της ΕΕ να μιλούν για θέματα για τα οποία θα δυσκολεύονταν πολιτικά να υιοθετήσουν μια σταθερή γραμμή. Μπορούν επίσης να χρησιμοποιηθούν για να δοκιμάσουν τα νερά, χωρίς να υποχρεώνουν τις χώρες να πάρουν θέση, αποφεύγοντας έτσι ενδεχόμενους διπλωματικούς καυγάδες.’
Τώρα πλέον γνωρίζετε κι εσείς όσα κι εγώ. Σε καλή μεριά η γνώση!
‘Αυτά τα έγγραφα με το σουρεαλιστικό όνομα φυτρώνουν πολύ συχνά στις Βρυξέλλες. Τα non-paper είναι έγγραφα που συντάσσονται είτε από κάποιον από τους θεσμούς της ΕΕ είτε από μια από τις κυβερνήσεις της Ένωσης. Είναι σχεδιασμένα έτσι ώστε να προκαλέσουν συζήτηση πάνω σε κάποιο θέμα και δεν αντιπροσωπεύουν την επίσημη θέση του θεσμού ή της χώρας που τα σχεδίασε. Τα non-paper δεν έχουν επίσημο κύρος, αλλά μπορούν να είναι πολύ χρήσιμα για την έναρξη διαλόγων πάνω σε ιδιαίτερα ευαίσθητα θέματα, διότι επιτρέπουν στους υπευθύνους για τη λήψη αποφάσεων της ΕΕ να μιλούν για θέματα για τα οποία θα δυσκολεύονταν πολιτικά να υιοθετήσουν μια σταθερή γραμμή. Μπορούν επίσης να χρησιμοποιηθούν για να δοκιμάσουν τα νερά, χωρίς να υποχρεώνουν τις χώρες να πάρουν θέση, αποφεύγοντας έτσι ενδεχόμενους διπλωματικούς καυγάδες.’
Τώρα πλέον γνωρίζετε κι εσείς όσα κι εγώ. Σε καλή μεριά η γνώση!
Κυριακή 16 Αυγούστου 2015
Τι είν' η πατρίδα μας;
Οι σύντομες αποδράσεις είναι συχνά οι καλύτερες. Μια-δυο μέρες μακριά από την καθημερινότητα, με λίγη περιπλάνηση σε τόπους άγνωστους και δρόμους απάτητους, σε κάνουν να νιώθεις ότι λείπεις εβδομάδες. Και σου αφήνουν και θετικές εντυπώσεις και συναισθήματα για τον τόπο σου και τους ανθρώπους του, που τόσο λίγο γνωρίζεις.
Όπως οι μαγευτικοί καταρράκτες της Έδεσσας.
Όπως το γεύμα με ψητό γριβάδι με θέα τη λίμνη Βεγορίτιδα, έναν ασημένιο καθρέφτη μέσα στην καλοκαιρινή κάψα.
Όπως οι κατάφορτες μηλιές και ροδακινιές, τα χωράφια με τα καλαμπόκια, τα γεμάτα μποστάνια με τις φασολιές και τα λάχανα, σε όλη τη Δυτική Μακεδονία.
Όπως το μνημείο του καπετάν Άγρα και του Τώνη Μίγγα, που κρεμάστηκαν το 1907 για την ελευθερία της Μακεδονίας.
Όπως οι (άγνωστές μας) γυναίκες του Λεχόβου που μας κάλεσαν από την εκκλησία στον καφέ του μνημοσύνου τους, και μας φόρτωσαν γλυκίσματα.
Όπως η άλλη γυναίκα που βγήκε από την αύλή, ενώ βαδίζαμε το βράδυ μπροστά από το σπίτι της, και μας κέρασε σοκολατάκια «γιατί γιορτάζουμε σήμερα».
Όπως οι πάμπολλοι ναοί και μοναστήρια και εξωκλήσια που γιόρτασαν το ‘Πάσχα του καλοκαιριού’, την Κοίμηση της Θεοτόκου.
Όπως το πλήθος των κάθε ηλικίας πιστών, με πολλά νήπια, που ήρθε για την πρωινή Θ. Λειτουργία στο πανέμορφο μοναστήρι της Κλεισούρας.
Τελικά, πατρίδα μας δεν είναι μόνο όσα οι βουλευτές, οι πολιτικοί και τα Μέσα ενημέρωσης θέλουν να μας κάνουν να πιστεύουμε. Είναι αυτό που είμαστε, αυτό που πιστεύουμε, αυτό που διαθέτουμε ως φυσικό και πνευματικό πλούτο, κι αυτό που μπορούμε να πετύχουμε αν αξιοποιήσουμε τον πλούτο αυτό.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Για την ιστορία, το δρομολόγιο του διημέρου ήταν: Καλή Πέλλης, Έδεσσα, Βεγορίτιδα, Λέχοβο, Κλεισούρα, Εμπόριο, Βλάστη, Σισάνι, Εράτυρα, Σιάτιστα.
Όπως οι μαγευτικοί καταρράκτες της Έδεσσας.
Όπως το γεύμα με ψητό γριβάδι με θέα τη λίμνη Βεγορίτιδα, έναν ασημένιο καθρέφτη μέσα στην καλοκαιρινή κάψα.
Όπως οι κατάφορτες μηλιές και ροδακινιές, τα χωράφια με τα καλαμπόκια, τα γεμάτα μποστάνια με τις φασολιές και τα λάχανα, σε όλη τη Δυτική Μακεδονία.
Όπως το μνημείο του καπετάν Άγρα και του Τώνη Μίγγα, που κρεμάστηκαν το 1907 για την ελευθερία της Μακεδονίας.
Όπως οι (άγνωστές μας) γυναίκες του Λεχόβου που μας κάλεσαν από την εκκλησία στον καφέ του μνημοσύνου τους, και μας φόρτωσαν γλυκίσματα.
Όπως η άλλη γυναίκα που βγήκε από την αύλή, ενώ βαδίζαμε το βράδυ μπροστά από το σπίτι της, και μας κέρασε σοκολατάκια «γιατί γιορτάζουμε σήμερα».
Όπως οι πάμπολλοι ναοί και μοναστήρια και εξωκλήσια που γιόρτασαν το ‘Πάσχα του καλοκαιριού’, την Κοίμηση της Θεοτόκου.
Όπως το πλήθος των κάθε ηλικίας πιστών, με πολλά νήπια, που ήρθε για την πρωινή Θ. Λειτουργία στο πανέμορφο μοναστήρι της Κλεισούρας.
Τελικά, πατρίδα μας δεν είναι μόνο όσα οι βουλευτές, οι πολιτικοί και τα Μέσα ενημέρωσης θέλουν να μας κάνουν να πιστεύουμε. Είναι αυτό που είμαστε, αυτό που πιστεύουμε, αυτό που διαθέτουμε ως φυσικό και πνευματικό πλούτο, κι αυτό που μπορούμε να πετύχουμε αν αξιοποιήσουμε τον πλούτο αυτό.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Για την ιστορία, το δρομολόγιο του διημέρου ήταν: Καλή Πέλλης, Έδεσσα, Βεγορίτιδα, Λέχοβο, Κλεισούρα, Εμπόριο, Βλάστη, Σισάνι, Εράτυρα, Σιάτιστα.
Παρασκευή 14 Αυγούστου 2015
Άρωμα σκόρδου
Τι θα σας περνούσε από το μυαλό αν βλέπατε έναν τίτλο του τύπου ‘Το σκόρδο στη λογοτεχνία’; Δεν βάζω στοιχήματα, αλλά νομίζω ότι δεν θα ήταν πολλοί εκείνοι που θα σταματούσαν εκεί και δεν θα ήθελαν να διαπιστώσουν τι ακριβώς εννοεί ο γράφων. Εν προκειμένω η γράφουσα, μια και ο τίτλος ανήκει σε κείμενο της Shirley Jackson και τον βρήκα στο περιοδικό The New Yorker. Δεν γνώριζα την εν λόγω κυρία που απεβίωσε, όπως έμαθα, το 1965 σε ηλικία 48 ετών και έγραφε ιστορίες τρόμου. Το είδος δεν θα μας απασχολήσει εδώ περισσότερο, αλλά το συγκεκριμένο ‘σκόρδο’ τι ρόλο παίζει;
Μη βιάζεστε, θα έρθει και η σειρά του. Προς το παρόν αρκεί να πούμε ότι είναι ένα από τα συστατικά μιας μέρας που αποζητάει το παραγέμισμά της. Αύγουστος, ζέστη, τελευταία Παράκληση, επίκειται επίσημη αργία, ο μισός κόσμος λείπει δικαιολογημένα, ο άλλος μισός σκέφτεται πώς να λείψει κι εκείνος όσο επιτρέπουν οι περιστάσεις, ή βράζει στο ζουμί του διότι δεν μπορεί να λείψει. Μετά τον ένα και μοναδικό ασθενή της ημέρας, το μοντέρνο ισοδύναμο του να χτυπάει κανείς μύγες είναι το Διαδίκτυο. Αρχίζουμε λοιπόν.
Η καθιερωμένη διέλευση από τις εφημερίδες αφήνει μια γεύση ‘από τα ίδια’: ακόμη μια κρίσιμη ψηφοφορία στο κοινοβούλιο (πώς τα καταφέρνουμε η κάθε επόμενη να είναι πιο κρίσιμη από την κάθε προηγούμενη;). Μετανάστες/πρόσφυγες κατά χιλιάδες, εισαγόμενη κρίση αυτή, χωρίς εύκολη λύση. Η ανάγνωση θέλει και τη μουσική της, και το YouTube μας εξυπηρετεί άψογα: βρίσκω μια εκπληκτική συλλογή με συνθέσεις της Ευανθίας Ρεμπούτσικα που φτιάχνει μοναδική ατμόσφαιρα. Προχωρώ στο σταυρόλεξο της Guardian. Απαιτητικό--πιάνω κάπου 60-70%--αλλά ενδιαφέρον, όπως πάντα. Κάνω διακοπή και ανασκαλεύω το αρχείο του ιατρείου. Ιστορικά από το 2004: μυασθένεια και κοιλιοκάκη, ασυνήθιστα προβλήματα, δύσκολα γι’ αυτούς που πρέπει να ζήσουν μ’ αυτά μια ζωή (η τελευταία λέξη πρέπει να χρησιμοποιείται με πολλή προσοχή, μη τυχόν ‘στοχοποιήσει’ την πρόεδρο της βουλής).
Τρώω μια μπανάνα και συνεχίζω. Η ιδέα της απόδρασης για το εορταστικό διήμερο θέλει και κάποιο σχεδιασμό. Ανοίγω έναν από τους χάρτες του Google και περιδιαβαίνω τα βουνά. Πού να πάμε; Σκέψεις υπάρχουν, νοερά κάνω διαδρομές και βλέπω σχετικές φωτογραφίες. Το τελικό αποτέλεσμα θα καταγραφεί, ελπίζω, εν καιρώ. Ξαναγυρίζω στην ανάγνωση. Επόμενη στάση το ‘New Yorker’. Το περιοδικό αυτό έχει δυο πόλους έλξης. Ο ένας είναι τα εξώφυλλα των τευχών του (από ενενήντα χρόνια) που τα βρίσκει κανείς με μορφή παζλ, σε κομμάτια για συναρμολόγηση, με τρία επίπεδα δυσκολίας. Ανασύρω ένα από το 1937 και το βάζω σε σειρά. Χρόνος: εξήμισι λεπτά, λίγο πάνω από τα πέντε που κάνω συνήθως στο πρώτο επίπεδο. Περνάω στην αρθρογραφία του.
Κι εδώ φτάνω στο ‘σκόρδο’. Όπως πολλοί συγγραφείς κάθε διαμετρήματος, φαίνεται ότι και η Shirley Jackson είχε γράψει μια σειρά δοκίμια-συμβουλές για το γράψιμο, που το περιοδικό αναδημοσιεύει. Αρχίζοντας με τον παραπάνω τίτλο η Jackson καταγίνεται με το πώς μπορεί ο γράφων να κρατήσει το ενδιαφέρον του αναγνώστη, ο οποίος είναι ‘οπωσδήποτε η μεγαλύτερη απειλή για κάθε συγγραφέα. Ο αναγνώστης είναι ένα είδος σιωπηλού συνεταίρου σε όλη την επιχείρηση του γραψίματος, κι ένα λογοτεχνικό έργο σίγουρα είναι ατελές αν δεν διαβαστεί ποτέ’. Έτσι συνιστά να μην αγνοούμε τα σχήματα λόγου στο γράψιμο, με σκοπό να κερδίσουμε την προσοχή και το ενδιαφέρον του σιωπηλού αυτού συνεταίρου:
‘Ακόμη κι όταν γράφει κανείς ένα διήγημα, υπάρχει η τάση να παραμελεί τη μορφή, να θεωρεί ότι το καλαίσθητο γράψιμο δεν αρμόζει: αφήστε τις μεταφορές και τους συμβολισμούς, τις εικόνες και τα επίθετα, για τους ποιητές... Κι ωστόσο ακόμη και μέσα στο άκαμπτο πλαίσιο του διηγήματος, χωρίς να καταστρέφεται με κανένα τρόπο η άρρηκτη ενότητά του, ο συγγραφέας έχει αρκετό χώρο για να πιάσει τον αναγνώστη και να τον κρατήσει με μικρά πράγματα, που τα χρησιμοποιεί--κι εδώ έρχεται η παρομοίωση του σκόρδου--με φειδώ και με μεγάλη προσοχή, αλλά πάντα για να τονίσει και να υπογραμμίσει’.
Προφανώς ο ρεμβασμός του Δεκαπενταύγουστου δεν ήταν συνήθεια μόνο του Παπαδιαμάντη. Καλή Παναγία!
Μη βιάζεστε, θα έρθει και η σειρά του. Προς το παρόν αρκεί να πούμε ότι είναι ένα από τα συστατικά μιας μέρας που αποζητάει το παραγέμισμά της. Αύγουστος, ζέστη, τελευταία Παράκληση, επίκειται επίσημη αργία, ο μισός κόσμος λείπει δικαιολογημένα, ο άλλος μισός σκέφτεται πώς να λείψει κι εκείνος όσο επιτρέπουν οι περιστάσεις, ή βράζει στο ζουμί του διότι δεν μπορεί να λείψει. Μετά τον ένα και μοναδικό ασθενή της ημέρας, το μοντέρνο ισοδύναμο του να χτυπάει κανείς μύγες είναι το Διαδίκτυο. Αρχίζουμε λοιπόν.
Η καθιερωμένη διέλευση από τις εφημερίδες αφήνει μια γεύση ‘από τα ίδια’: ακόμη μια κρίσιμη ψηφοφορία στο κοινοβούλιο (πώς τα καταφέρνουμε η κάθε επόμενη να είναι πιο κρίσιμη από την κάθε προηγούμενη;). Μετανάστες/πρόσφυγες κατά χιλιάδες, εισαγόμενη κρίση αυτή, χωρίς εύκολη λύση. Η ανάγνωση θέλει και τη μουσική της, και το YouTube μας εξυπηρετεί άψογα: βρίσκω μια εκπληκτική συλλογή με συνθέσεις της Ευανθίας Ρεμπούτσικα που φτιάχνει μοναδική ατμόσφαιρα. Προχωρώ στο σταυρόλεξο της Guardian. Απαιτητικό--πιάνω κάπου 60-70%--αλλά ενδιαφέρον, όπως πάντα. Κάνω διακοπή και ανασκαλεύω το αρχείο του ιατρείου. Ιστορικά από το 2004: μυασθένεια και κοιλιοκάκη, ασυνήθιστα προβλήματα, δύσκολα γι’ αυτούς που πρέπει να ζήσουν μ’ αυτά μια ζωή (η τελευταία λέξη πρέπει να χρησιμοποιείται με πολλή προσοχή, μη τυχόν ‘στοχοποιήσει’ την πρόεδρο της βουλής).
Τρώω μια μπανάνα και συνεχίζω. Η ιδέα της απόδρασης για το εορταστικό διήμερο θέλει και κάποιο σχεδιασμό. Ανοίγω έναν από τους χάρτες του Google και περιδιαβαίνω τα βουνά. Πού να πάμε; Σκέψεις υπάρχουν, νοερά κάνω διαδρομές και βλέπω σχετικές φωτογραφίες. Το τελικό αποτέλεσμα θα καταγραφεί, ελπίζω, εν καιρώ. Ξαναγυρίζω στην ανάγνωση. Επόμενη στάση το ‘New Yorker’. Το περιοδικό αυτό έχει δυο πόλους έλξης. Ο ένας είναι τα εξώφυλλα των τευχών του (από ενενήντα χρόνια) που τα βρίσκει κανείς με μορφή παζλ, σε κομμάτια για συναρμολόγηση, με τρία επίπεδα δυσκολίας. Ανασύρω ένα από το 1937 και το βάζω σε σειρά. Χρόνος: εξήμισι λεπτά, λίγο πάνω από τα πέντε που κάνω συνήθως στο πρώτο επίπεδο. Περνάω στην αρθρογραφία του.
Κι εδώ φτάνω στο ‘σκόρδο’. Όπως πολλοί συγγραφείς κάθε διαμετρήματος, φαίνεται ότι και η Shirley Jackson είχε γράψει μια σειρά δοκίμια-συμβουλές για το γράψιμο, που το περιοδικό αναδημοσιεύει. Αρχίζοντας με τον παραπάνω τίτλο η Jackson καταγίνεται με το πώς μπορεί ο γράφων να κρατήσει το ενδιαφέρον του αναγνώστη, ο οποίος είναι ‘οπωσδήποτε η μεγαλύτερη απειλή για κάθε συγγραφέα. Ο αναγνώστης είναι ένα είδος σιωπηλού συνεταίρου σε όλη την επιχείρηση του γραψίματος, κι ένα λογοτεχνικό έργο σίγουρα είναι ατελές αν δεν διαβαστεί ποτέ’. Έτσι συνιστά να μην αγνοούμε τα σχήματα λόγου στο γράψιμο, με σκοπό να κερδίσουμε την προσοχή και το ενδιαφέρον του σιωπηλού αυτού συνεταίρου:
‘Ακόμη κι όταν γράφει κανείς ένα διήγημα, υπάρχει η τάση να παραμελεί τη μορφή, να θεωρεί ότι το καλαίσθητο γράψιμο δεν αρμόζει: αφήστε τις μεταφορές και τους συμβολισμούς, τις εικόνες και τα επίθετα, για τους ποιητές... Κι ωστόσο ακόμη και μέσα στο άκαμπτο πλαίσιο του διηγήματος, χωρίς να καταστρέφεται με κανένα τρόπο η άρρηκτη ενότητά του, ο συγγραφέας έχει αρκετό χώρο για να πιάσει τον αναγνώστη και να τον κρατήσει με μικρά πράγματα, που τα χρησιμοποιεί--κι εδώ έρχεται η παρομοίωση του σκόρδου--με φειδώ και με μεγάλη προσοχή, αλλά πάντα για να τονίσει και να υπογραμμίσει’.
Προφανώς ο ρεμβασμός του Δεκαπενταύγουστου δεν ήταν συνήθεια μόνο του Παπαδιαμάντη. Καλή Παναγία!
Πέμπτη 13 Αυγούστου 2015
Απόδειξη
Επειδή απόψε προβλέπεται και πάλι κοινοβουλευτικό show με τίτλο 'Μνημόνιο 3: Ολική επαναφορά', είπα να προλάβω να αναρτήσω το απίθανο προχθεσινό σκίτσο του Δ. Χαντζόπουλου (Καθημερινή 11/8/15) για τη φοροδιαφυγή στον αρχαιολογικό χώρο της Κνωσού. Δυστυχώς και στον ιατρικό χώρο οι πραγματικές αποδείξεις (όχι με συμβολικά ποσά, προς το θεαθήναι) αποτελούν σχεδόν μουσειακό είδος, ακόμη και στην εποχή της κρίσης. Ας μην πιάσουμε τώρα το "τις πταίει;"--αυτό το ξέρουμε πολύ καλά. Ωστόσο, αν το κράτος αναγνώριζε τις ιατρικές δαπάνες ως φοροαπαλλαγές σε όλους τους πολίτες και για ολόκληρο το ποσό, θα έδινε τουλάχιστον ένα πολύ καλό κίνητρο στους ασθενείς να τις ζητούν, ώστε να μην ακούμε κάθε τόσο εκείνο το θλιβερό "Τι να την κάνω, γιατρέ;".
Τετάρτη 12 Αυγούστου 2015
Το ψωμί... ψαράκι
Μετά τις αρχικές δηλώσεις ανακούφισης για την επίτευξη της πολυπόθητης συμφωνίας αρχίσαμε να ακούμε και τα ‘ψιλά γράμματα’. Ανάμεσα λοιπόν στα διάφορα προαπαιτούμενα είναι και η απελευθέρωση της αγοράς του ψωμιού. Έτσι, μόλις η συμφωνία ψηφισθεί θα μπορούν να πωλούν ψωμί τα ψαράδικα και τα κρεοπωλεία, ακόμη και τα περίπτερα. Μπορεί κανείς να εννοήσει τη λογική ενός τέτοιου μέτρου; Πόσα πτυχία πρέπει να έχει κάποιος για να το σκεφθεί και γιατί μας είχε διαφύγει τόσο καιρό ότι από αυτό εξαρτάται η οικονομική επιβίωση του κράτους μας;
Αλλά όμως, γιατί τέτοιος ρατσισμός απέναντι στο ψωμί; Κι αν θέλουμε να είμαστε δίκαιοι και αμερόληπτοι προς όλους, γιατί να μη συμβεί και το αντίθετο, να παίρνουμε δηλαδή σαρδέλες από το φούρνο και μπριζόλες από το μανάβη και τσίχλες από το χασάπικο; Μήπως άραγε το ψωμί από το ψαράδικο θα έχει και αγκάθια και από το χασάπη κόκκαλα;
Στα σοβαρά τώρα, θα επαναλάβω αυτό που πρότεινα παλιότερα για τα φάρμακα. Αν ΚΑΝΕΙΣ δεν αγοράζει ψωμί από οποιοδήποτε άλλο κατάστημα εκτός από φούρνο, για πόσο καιρό θα μπορέσει να διατηρηθεί αυτό το καθεστώς θεσμικής βλακείας; Έτσι, για να λέμε τα πράγματα με το όνομά τους.
Αλλά όμως, γιατί τέτοιος ρατσισμός απέναντι στο ψωμί; Κι αν θέλουμε να είμαστε δίκαιοι και αμερόληπτοι προς όλους, γιατί να μη συμβεί και το αντίθετο, να παίρνουμε δηλαδή σαρδέλες από το φούρνο και μπριζόλες από το μανάβη και τσίχλες από το χασάπικο; Μήπως άραγε το ψωμί από το ψαράδικο θα έχει και αγκάθια και από το χασάπη κόκκαλα;
Στα σοβαρά τώρα, θα επαναλάβω αυτό που πρότεινα παλιότερα για τα φάρμακα. Αν ΚΑΝΕΙΣ δεν αγοράζει ψωμί από οποιοδήποτε άλλο κατάστημα εκτός από φούρνο, για πόσο καιρό θα μπορέσει να διατηρηθεί αυτό το καθεστώς θεσμικής βλακείας; Έτσι, για να λέμε τα πράγματα με το όνομά τους.
Τρίτη 11 Αυγούστου 2015
Οικοδόμηση εμπιστοσύνης
Βραδυπορώντας προχθές σε ουρά αυτοκινήτων κάπου στη Χαλκιδική για σαββατιάτικη έξοδο, βλέπω στο πλάι του δρόμου μια μεγάλη πινακίδα δημοσίου έργου, που δεν την είχα προσέξει άλλη φορά, όταν ο δρόμος ήταν άδειος και φεύγαμε με κανονικές ταχύτητες. Περιγράφει μια ‘έκθεση αγροτικών προϊόντων’, κατασκευασμένη με συγχρηματοδότηση ελληνική και ευρωπαϊκή (σε άνισα ποσοστά). Κόστος: 74,5 εκατομμύρια ευρώ. Πίσω από την πινακίδα φαίνεται ένα αρκετά μεγάλο διώροφο ακίνητο, τελειωμένο, με κλειστές πόρτες και παράθυρα, χωρίς άλλο ίχνος ζωής ή ανθρώπινης παρουσίας γύρω του. Η ουρά κινείται, απομακρύνομαι από το σημείο, αλλά συνεχίζω να σκέφτομαι. Τι είδους υλικά χρειάζεται η ανάδειξη των αγροτικών προϊόντων; Λευκό μάρμαρο Πάρου; Παχύ βελούδο σε πορφυρή απόχρωση; Ξύλο μαόνι εισαγωγής; Χρυσές κορνίζες γύρω από τα εκθέματα; Διότι η εξωτερική εμφάνιση της ‘έκθεσης’ δεν φαίνεται να κοστίζει 74 εκατομμύρια. Εκτός αν τα χρήματα δεν χρειάσθηκαν μόνο για την κατασκευή--για την ‘αδειοδότηση’ μήπως; Κι ακόμη, πόσο συχνά λειτουργεί αυτή η έκθεση;
Είναι ένα από εκείνα τα μικρά δείγματα γραφής που δείχνουν πώς χάθηκε αυτή η εμπιστοσύνη για την οποία μιλούν οι δανειστές μας. Όχι ότι εκείνοι είναι αγγελούδια, αλλά κι εμείς τους έχουμε δώσει τις ανάλογες αφορμές.
Είναι ένα από εκείνα τα μικρά δείγματα γραφής που δείχνουν πώς χάθηκε αυτή η εμπιστοσύνη για την οποία μιλούν οι δανειστές μας. Όχι ότι εκείνοι είναι αγγελούδια, αλλά κι εμείς τους έχουμε δώσει τις ανάλογες αφορμές.
Κυριακή 9 Αυγούστου 2015
Φαρμάκια
Κάθε τόσο βλέπω κάποιον άρρωστο με χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια ποικίλου βαθμού βαρύτητος και επανεξετάζω τη θεραπεία που έχει πάρει μέχρι τώρα. Μια από τις αρετές της ηλεκτρονικής συνταγογράφησης είναι ότι μας γνωστοποιεί το κόστος του κάθε φαρμάκου που επιλέγουμε να αναγράψουμε, κάτι που παλαιότερα εν πολλοίς αγνοούσαμε. Όχι σπάνια, ο άρρωστος παίρνει τρία ή τέσσερα σκευάσματα, σε εισπνοές και χάπια. Κάποια για ανακούφιση από τη δύσπνοιά του, κάποια με το θεωρητικό σκεπτικό ότι θα προλάβουν τις τυχόν παροξύνσεις της νόσου του στο μέλλον, που μπορεί να συμβούν, μπορεί όμως και όχι. Συνολικό κόστος; Περίπου 150 ευρώ το μήνα. Επ’ αόριστον.
«Πολλά είναι;» θα ρωτήσει κανείς. Πριν σπεύσουμε να απαντήσουμε στο ερώτημα, ας σκεφθούμε ότι δεν πρόκειται για έναν μόνο ασθενή, αλλά για αρκετές χιλιάδες. Επιπλέον, το παράδειγμα (από την ειδικότητά μου, και με τιμές που τις γνωρίζω) αναφέρεται σε μία μόνο χρόνια πάθηση από τις πολλές που υπάρχουν (μπορείτε να κάνετε τις απαραίτητες προεκτάσεις...).
Βέβαια, αν ρωτούσαμε τον ασθενή πόσα θα έδινε για να βελτιώσει τη δύσπνοια που τον βασανίζει, θα του δημιουργούσαμε ένα δύσκολο δίλημμα. Κανείς δεν μπορεί να εκτιμήσει χρηματικά το κόστος της υγείας (ή έστω και μιας παραμέτρου της μόνο), και όλοι τη βάζουν πάνω απ’ όλα. Η άμεση δική του ερώτηση θα ήταν: «Τα καλύπτει η ασφάλειά μου;». Και μέχρι πρό τινος τα πράγματα θα σταματούσαν εκεί, ο άρρωστος θα πλήρωνε τη συμμετοχή του (συνήθως μόνο 10%, λόγω της χρόνιας πάθησης) και ο υπόλοιπος λογαριασμός θα πήγαινε στο ‘ταμείο’, και όλα καλά (τουλάχιστον έτσι θα νομίζαμε).
Η οικονομική κρίση όμως ανέδειξε πολλές παθολογίες του υπάρχοντος συστήματος, κάποιες από τις οποίες αγγίζουν και τον χώρο μας. Έτσι π.χ. τα δύο από τα τρία ή τέσσερα φάρμακα του αρρώστου μου έχουν επίσημη ένδειξη μόνο για βαριά και πολύ βαριά νόσο. Με βάση τις μετρήσεις του ο ασθενής μου έχει ήπια προς μέτρια νόσο, και συνεπώς δεν τα έχει ανάγκη. Τότε γιατί τα έλαβε; Έλα ντε! Για την απάντηση θα πρέπει να σας παραπέμψω στον προηγούμενο συνάδελφο που του τα έδωσε. Η δική μου ευθύνη είναι να εξηγήσω στον ασθενή γιατί δεν θα συνεχίσω να του τα γράφω, όπως μου ζητάει. Όχι από κακία, αλλά από σεβασμό προς τους κανόνες και προς τον ίδιο, διότι δεν τα χρειάζεται. Και από σεβασμό του ‘ταμείου’, που δεν είναι πλέον κάτι άγνωστο και απρόσωπο, αλλά, όπως συνειδητοποιούμε δια της πικράς πείρας, μας αφορά όλους, διότι αφαιρεί από τις τσέπες όλων μας.
Όταν ρωτώ τον φαρμακευτικό αντιπρόσωπο που έρχεται να μου προωθήσει ένα σχετικό προϊόν, μου λέει ότι η συμμετοχή του αρρώστου είναι μόνο 10 ευρώ. «Όχι», του απαντώ, «το πραγματικό κόστος μας ενδιαφέρει, που είναι 40 ευρώ για όλους μας». Κι όταν δίνουμε ένα φάρμακο όχι για άμεσο αποτέλεσμα (= ανακούφιση) αλλά για ένα δυνητικό μελλοντικό ευεργέτημα (πόσους ασθενείς πρέπει να θεραπεύουμε και επί πόσα χρόνια για να επιτύχουμε το θεωρητικό όφελος που θα δικαιολογεί τη δαπάνη μας;), καταλαβαίνουμε ότι απόσβεση του φαρμάκου δεν πρόκειται να γίνει ποτέ, διότι απλούστατα θα συνεχίσουμε να ξοδεύουμε ‘εις το διηνεκές’ (κατά την πρόσφατη ρήση τέως υπουργού), συσσωρεύοντας χρέος. Διότι κι αυτό το φάρμακο με δανεικά το πληρώνουμε.
Τέλος, φυλλομετρώντας ένα πρόσφατο πολυσέλιδο ‘ενημερωτικό’ έντυπο της φαρμακοβιομηχανίας, που παρουσιάζει νέα σκευάσματα για διάφορες παθήσεις, νευρολογικές, ογκολογικές και άλλες, διαπιστώνω ότι το παραπάνω παράδειγμά μου είναι πολύ συντηρητικό. Οι τιμές των νέων φαρμάκων, καταχωνιασμένες στα πολύ ψιλά γράμματα των αντιστοίχων δελτίων, ξεκινούν από 208 ευρώ ανά συσκευασία και ανηφορίζουν απότομα μέχρι τα 7699 ευρώ, με 10 από τα 14 φάρμακα να έχουν τετραψήφιο κόστος για θεραπεία μηνός (ή και λιγότερο). Όλα προορίζονται για ισόβια χρήση. Ποιο σύστημα υγείας μπορεί να αντέξει μια τέτοια φαρμακερή επιδρομή;
«Πολλά είναι;» θα ρωτήσει κανείς. Πριν σπεύσουμε να απαντήσουμε στο ερώτημα, ας σκεφθούμε ότι δεν πρόκειται για έναν μόνο ασθενή, αλλά για αρκετές χιλιάδες. Επιπλέον, το παράδειγμα (από την ειδικότητά μου, και με τιμές που τις γνωρίζω) αναφέρεται σε μία μόνο χρόνια πάθηση από τις πολλές που υπάρχουν (μπορείτε να κάνετε τις απαραίτητες προεκτάσεις...).
Βέβαια, αν ρωτούσαμε τον ασθενή πόσα θα έδινε για να βελτιώσει τη δύσπνοια που τον βασανίζει, θα του δημιουργούσαμε ένα δύσκολο δίλημμα. Κανείς δεν μπορεί να εκτιμήσει χρηματικά το κόστος της υγείας (ή έστω και μιας παραμέτρου της μόνο), και όλοι τη βάζουν πάνω απ’ όλα. Η άμεση δική του ερώτηση θα ήταν: «Τα καλύπτει η ασφάλειά μου;». Και μέχρι πρό τινος τα πράγματα θα σταματούσαν εκεί, ο άρρωστος θα πλήρωνε τη συμμετοχή του (συνήθως μόνο 10%, λόγω της χρόνιας πάθησης) και ο υπόλοιπος λογαριασμός θα πήγαινε στο ‘ταμείο’, και όλα καλά (τουλάχιστον έτσι θα νομίζαμε).
Η οικονομική κρίση όμως ανέδειξε πολλές παθολογίες του υπάρχοντος συστήματος, κάποιες από τις οποίες αγγίζουν και τον χώρο μας. Έτσι π.χ. τα δύο από τα τρία ή τέσσερα φάρμακα του αρρώστου μου έχουν επίσημη ένδειξη μόνο για βαριά και πολύ βαριά νόσο. Με βάση τις μετρήσεις του ο ασθενής μου έχει ήπια προς μέτρια νόσο, και συνεπώς δεν τα έχει ανάγκη. Τότε γιατί τα έλαβε; Έλα ντε! Για την απάντηση θα πρέπει να σας παραπέμψω στον προηγούμενο συνάδελφο που του τα έδωσε. Η δική μου ευθύνη είναι να εξηγήσω στον ασθενή γιατί δεν θα συνεχίσω να του τα γράφω, όπως μου ζητάει. Όχι από κακία, αλλά από σεβασμό προς τους κανόνες και προς τον ίδιο, διότι δεν τα χρειάζεται. Και από σεβασμό του ‘ταμείου’, που δεν είναι πλέον κάτι άγνωστο και απρόσωπο, αλλά, όπως συνειδητοποιούμε δια της πικράς πείρας, μας αφορά όλους, διότι αφαιρεί από τις τσέπες όλων μας.
Όταν ρωτώ τον φαρμακευτικό αντιπρόσωπο που έρχεται να μου προωθήσει ένα σχετικό προϊόν, μου λέει ότι η συμμετοχή του αρρώστου είναι μόνο 10 ευρώ. «Όχι», του απαντώ, «το πραγματικό κόστος μας ενδιαφέρει, που είναι 40 ευρώ για όλους μας». Κι όταν δίνουμε ένα φάρμακο όχι για άμεσο αποτέλεσμα (= ανακούφιση) αλλά για ένα δυνητικό μελλοντικό ευεργέτημα (πόσους ασθενείς πρέπει να θεραπεύουμε και επί πόσα χρόνια για να επιτύχουμε το θεωρητικό όφελος που θα δικαιολογεί τη δαπάνη μας;), καταλαβαίνουμε ότι απόσβεση του φαρμάκου δεν πρόκειται να γίνει ποτέ, διότι απλούστατα θα συνεχίσουμε να ξοδεύουμε ‘εις το διηνεκές’ (κατά την πρόσφατη ρήση τέως υπουργού), συσσωρεύοντας χρέος. Διότι κι αυτό το φάρμακο με δανεικά το πληρώνουμε.
Τέλος, φυλλομετρώντας ένα πρόσφατο πολυσέλιδο ‘ενημερωτικό’ έντυπο της φαρμακοβιομηχανίας, που παρουσιάζει νέα σκευάσματα για διάφορες παθήσεις, νευρολογικές, ογκολογικές και άλλες, διαπιστώνω ότι το παραπάνω παράδειγμά μου είναι πολύ συντηρητικό. Οι τιμές των νέων φαρμάκων, καταχωνιασμένες στα πολύ ψιλά γράμματα των αντιστοίχων δελτίων, ξεκινούν από 208 ευρώ ανά συσκευασία και ανηφορίζουν απότομα μέχρι τα 7699 ευρώ, με 10 από τα 14 φάρμακα να έχουν τετραψήφιο κόστος για θεραπεία μηνός (ή και λιγότερο). Όλα προορίζονται για ισόβια χρήση. Ποιο σύστημα υγείας μπορεί να αντέξει μια τέτοια φαρμακερή επιδρομή;
Άβυσσος
Η Ναταλία Μολχάνοβα, 53 ετών ήταν παγκόσμια πρωταθλήτρια στην ελεύθερη κατάδυση, με συνολικά 41 ρεκόρ στο ενεργητικό της. Είχε βουτήξει χωρίς αναπνευστική υποστήριξη σε βάθος μέχρι 101 μέτρα, μπορούσε να κρατήσει την αναπνοή της κάτω από το νερό επί εννέα λεπτά, να κολυμπήσει 182 μέτρα κάτω από το νερό χωρίς πτερύγια και 237 μέτρα με πτερύγια. Πριν από τέσσερεις μέρες βούτηξε σε βάθος 35 μέτρων στη νήσο Φορμεντέρα, στην Ισπανία, και δεν ξαναβγήκε στην επιφάνεια.
Μόλις περάσει η πρώτη εντύπωση για τα επιτεύγματα αυτά, αναρωτιέται κανείς: γιατί άραγε; Το ίδιο θα μπορούσε να ρωτήσει και γι’ αυτούς που σκοτώνονται στην προσπάθεια να ανεβούν στο Έβερεστ ή να κάνουν οποιοδήποτε άλλο παράτολμο και ριψοκίνδυνο εγχείρημα. Αν ο θάνατος σε μια προσπάθεια π.χ. διάσωσης ανθρώπων, κατάσβεσης πυρκαγιάς ή παροχής ανθρωπιστικής βοήθειας σε δύσκολη και επικίνδυνη περιοχή είναι μια θυσία στο καθήκον, τι θα λέγαμε για τους θανάτους σε μια ακραία προσπάθεια χωρίς ουσιαστικό αντικειμενικό σκοπό; Πολλοί που σχολίασαν τον θάνατο της Μολχάνοβα έγραψαν ότι η ελεύθερη κατάδυση επιτρέπει στον δύτη να γνωρίσει σε βάθος τον εαυτό του. Πιστεύω ότι υπάρχουν άλλοι, πολύ πιο ουσιαστικοί τρόποι για να φτάσει κανείς στο σκοπό αυτό.
Μόλις περάσει η πρώτη εντύπωση για τα επιτεύγματα αυτά, αναρωτιέται κανείς: γιατί άραγε; Το ίδιο θα μπορούσε να ρωτήσει και γι’ αυτούς που σκοτώνονται στην προσπάθεια να ανεβούν στο Έβερεστ ή να κάνουν οποιοδήποτε άλλο παράτολμο και ριψοκίνδυνο εγχείρημα. Αν ο θάνατος σε μια προσπάθεια π.χ. διάσωσης ανθρώπων, κατάσβεσης πυρκαγιάς ή παροχής ανθρωπιστικής βοήθειας σε δύσκολη και επικίνδυνη περιοχή είναι μια θυσία στο καθήκον, τι θα λέγαμε για τους θανάτους σε μια ακραία προσπάθεια χωρίς ουσιαστικό αντικειμενικό σκοπό; Πολλοί που σχολίασαν τον θάνατο της Μολχάνοβα έγραψαν ότι η ελεύθερη κατάδυση επιτρέπει στον δύτη να γνωρίσει σε βάθος τον εαυτό του. Πιστεύω ότι υπάρχουν άλλοι, πολύ πιο ουσιαστικοί τρόποι για να φτάσει κανείς στο σκοπό αυτό.
Τετάρτη 5 Αυγούστου 2015
Η άλλη όψη
Ο τίτλος στο ηλεκτρονικό Βήμα της περασμένης Κυριακής μου τράβηξε την προσοχή: ‘Αγιογράφος ο πρώην διοικητής της Αντιτρομοκρατικής Υπηρεσίας’. Περίεργος έσπευσα να αναγνώσω τις λεπτομέρειες, που μας πληροφορούν ότι ο κ. Δημήτρης Χωριανόπουλος, τέως αξιωματικός της αστυνομίας με σημαντικές επιτυχίες στο ενεργητικό του, εδώ και 25 χρόνια ασχολείται με την αγιογραφία και το ψηφιδωτό κι έχει κοσμήσει με έργα του εκκλησίες σε διάφορες περιοχές της χώρας. Να λοιπόν που και άνθρωποι που κάνουν δύσκολες και σκληρές δουλειές μπορεί να κρύβουν μέσα τους μια ιδιαίτερη ευαισθησία και καλλιτεχνική φύση, που συχνά παραμένει αφανής στον πολύ κόσμο. Αξίζει να τη γνωρίζουμε και να την εκτιμούμε.
Δευτέρα 3 Αυγούστου 2015
Το χούι
Είναι θλιβερό, αλλά και εξοργιστικό συγχρόνως, μετά από πέντε χρόνια κρίσης, με απανωτά μνημόνια, εκλογές, δημοψηφίσματα, διαπραγματεύσεις, περικοπές, κουρέματα, κλαδέματα και διαρκείς απειλές για το οικονομικό και αναπτυξιακό μας μέλλον, να ζούμε ακόμη καθημερινά με το συνεχές ερώτημα ‘Τι θα γίνει το (όποιο) κόμμα’. Δεν μας ενδιαφέρει, δεν μας απασχολεί, και δεν θα έπρεπε να ενδιαφέρει κανέναν στη σύγχρονη Ελλάδα. Αλλά, όπως λέει η λαϊκή παροιμία, πρώτα βγαίνει η ψυχή κι ύστερα το χούι..., ειδικά το κομματικό που έχει βαθιές τις ρίζες.
Υστερόγραφο: Το σκίτσο του Ηλ. Μακρή (Καθημερινή 5/8/2015) τα λέει καλύτερα...
Υστερόγραφο: Το σκίτσο του Ηλ. Μακρή (Καθημερινή 5/8/2015) τα λέει καλύτερα...
Κυριακή 2 Αυγούστου 2015
Κλωνοποίηση
Σε πρόσφατο άρθρο στη Guardian ένας άγγλος ανώνυμος εκπαιδευτικός καταγράφει τα παράπονά του για τους γονείς των μαθητών του, που του προβάλλουν τις διανοητικές ικανότητες των μικρών μαθητών (μιλάμε για παιδιά 5-7 ετών) και του ζητούν να τους βάζει πιο δύσκολα κείμενα και ασκήσεις διότι ήδη έχουν διδάξει τα συνηθισμένα σε ιδιαίτερα μαθήματα στο σπίτι (!). Πολλοί γονείς καυχώνται ότι τα παιδιά τους μεγαλώνοντας θα πάνε στο Καίμπριτζ ή το Γέηλ και ότι ήδη γνωρίζουν την προπαίδεια, ενώ δίνουν μεγάλη σημασία στις επιδόσεις των παιδιών τους σε σύγκριση με τα άλλα παιδιά. Και καταλήγει:
‘Αυτό που θάθελα να μπορώ να πω στους γονείς που με εγκαλούν για τις αναγνωστικές ικανότητες ενός νέου μαθητή στην τάξη είναι: τα προσχολικά χρόνια του παιδιού σας είναι εξαιρετικά πολύτιμα. Καμιά περιουσία στο κόσμο δεν θα τα φέρει πίσω, και θα περάσουν σαν τον άνεμο. Εκτιμήστε τα. Ρωτήστε τους συναδέλφους μου κι εμένα αν το παιδί σας είναι καλό και ευτυχισμένο. Αυτό αξίζει περισσότερο από το βαθμό του στα μαθηματικά. Αφήστε τα παιδιά να κάνουν λάθη χωρίς αυστηρή επίβλεψη, και να απολαύσουν τη μαγεία των πρώτων χρόνων τους ελεύθερα από συνεχείς συγκρίσεις με τους συνομηλίκους τους’.
Προφανώς το φαινόμενο δεν περιορίζεται στη Βρετανία, όπως φαίνεται από πολλά σχόλια στο άρθρο. Πολλοί γονείς βλέπουν τα παιδιά σαν προέκταση του εαυτού τους και επιδιώκουν την εκπλήρωση στο παιδί δικών τους φιλοδοξιών και ονείρων, ένα είδος ‘πνευματικής κλωνοποίησης’. Ωστόσο, η χαμένη παιδική ηλικία δεν μπορεί να ανακτηθεί. Όταν το καταλάβουμε είναι πολύ αργά.
‘Αυτό που θάθελα να μπορώ να πω στους γονείς που με εγκαλούν για τις αναγνωστικές ικανότητες ενός νέου μαθητή στην τάξη είναι: τα προσχολικά χρόνια του παιδιού σας είναι εξαιρετικά πολύτιμα. Καμιά περιουσία στο κόσμο δεν θα τα φέρει πίσω, και θα περάσουν σαν τον άνεμο. Εκτιμήστε τα. Ρωτήστε τους συναδέλφους μου κι εμένα αν το παιδί σας είναι καλό και ευτυχισμένο. Αυτό αξίζει περισσότερο από το βαθμό του στα μαθηματικά. Αφήστε τα παιδιά να κάνουν λάθη χωρίς αυστηρή επίβλεψη, και να απολαύσουν τη μαγεία των πρώτων χρόνων τους ελεύθερα από συνεχείς συγκρίσεις με τους συνομηλίκους τους’.
Προφανώς το φαινόμενο δεν περιορίζεται στη Βρετανία, όπως φαίνεται από πολλά σχόλια στο άρθρο. Πολλοί γονείς βλέπουν τα παιδιά σαν προέκταση του εαυτού τους και επιδιώκουν την εκπλήρωση στο παιδί δικών τους φιλοδοξιών και ονείρων, ένα είδος ‘πνευματικής κλωνοποίησης’. Ωστόσο, η χαμένη παιδική ηλικία δεν μπορεί να ανακτηθεί. Όταν το καταλάβουμε είναι πολύ αργά.