Κάθε τόσο βλέπω κάποιον άρρωστο με χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια ποικίλου βαθμού βαρύτητος και επανεξετάζω τη θεραπεία που έχει πάρει μέχρι τώρα. Μια από τις αρετές της ηλεκτρονικής συνταγογράφησης είναι ότι μας γνωστοποιεί το κόστος του κάθε φαρμάκου που επιλέγουμε να αναγράψουμε, κάτι που παλαιότερα εν πολλοίς αγνοούσαμε. Όχι σπάνια, ο άρρωστος παίρνει τρία ή τέσσερα σκευάσματα, σε εισπνοές και χάπια. Κάποια για ανακούφιση από τη δύσπνοιά του, κάποια με το θεωρητικό σκεπτικό ότι θα προλάβουν τις τυχόν παροξύνσεις της νόσου του στο μέλλον, που μπορεί να συμβούν, μπορεί όμως και όχι. Συνολικό κόστος; Περίπου 150 ευρώ το μήνα. Επ’ αόριστον.
«Πολλά είναι;» θα ρωτήσει κανείς. Πριν σπεύσουμε να απαντήσουμε στο ερώτημα, ας σκεφθούμε ότι δεν πρόκειται για έναν μόνο ασθενή, αλλά για αρκετές χιλιάδες. Επιπλέον, το παράδειγμα (από την ειδικότητά μου, και με τιμές που τις γνωρίζω) αναφέρεται σε μία μόνο χρόνια πάθηση από τις πολλές που υπάρχουν (μπορείτε να κάνετε τις απαραίτητες προεκτάσεις...).
Βέβαια, αν ρωτούσαμε τον ασθενή πόσα θα έδινε για να βελτιώσει τη δύσπνοια που τον βασανίζει, θα του δημιουργούσαμε ένα δύσκολο δίλημμα. Κανείς δεν μπορεί να εκτιμήσει χρηματικά το κόστος της υγείας (ή έστω και μιας παραμέτρου της μόνο), και όλοι τη βάζουν πάνω απ’ όλα. Η άμεση δική του ερώτηση θα ήταν: «Τα καλύπτει η ασφάλειά μου;». Και μέχρι πρό τινος τα πράγματα θα σταματούσαν εκεί, ο άρρωστος θα πλήρωνε τη συμμετοχή του (συνήθως μόνο 10%, λόγω της χρόνιας πάθησης) και ο υπόλοιπος λογαριασμός θα πήγαινε στο ‘ταμείο’, και όλα καλά (τουλάχιστον έτσι θα νομίζαμε).
Η οικονομική κρίση όμως ανέδειξε πολλές παθολογίες του υπάρχοντος συστήματος, κάποιες από τις οποίες αγγίζουν και τον χώρο μας. Έτσι π.χ. τα δύο από τα τρία ή τέσσερα φάρμακα του αρρώστου μου έχουν επίσημη ένδειξη μόνο για βαριά και πολύ βαριά νόσο. Με βάση τις μετρήσεις του ο ασθενής μου έχει ήπια προς μέτρια νόσο, και συνεπώς δεν τα έχει ανάγκη. Τότε γιατί τα έλαβε; Έλα ντε! Για την απάντηση θα πρέπει να σας παραπέμψω στον προηγούμενο συνάδελφο που του τα έδωσε. Η δική μου ευθύνη είναι να εξηγήσω στον ασθενή γιατί δεν θα συνεχίσω να του τα γράφω, όπως μου ζητάει. Όχι από κακία, αλλά από σεβασμό προς τους κανόνες και προς τον ίδιο, διότι δεν τα χρειάζεται. Και από σεβασμό του ‘ταμείου’, που δεν είναι πλέον κάτι άγνωστο και απρόσωπο, αλλά, όπως συνειδητοποιούμε δια της πικράς πείρας, μας αφορά όλους, διότι αφαιρεί από τις τσέπες όλων μας.
Όταν ρωτώ τον φαρμακευτικό αντιπρόσωπο που έρχεται να μου προωθήσει ένα σχετικό προϊόν, μου λέει ότι η συμμετοχή του αρρώστου είναι μόνο 10 ευρώ. «Όχι», του απαντώ, «το πραγματικό κόστος μας ενδιαφέρει, που είναι 40 ευρώ για όλους μας». Κι όταν δίνουμε ένα φάρμακο όχι για άμεσο αποτέλεσμα (= ανακούφιση) αλλά για ένα δυνητικό μελλοντικό ευεργέτημα (πόσους ασθενείς πρέπει να θεραπεύουμε και επί πόσα χρόνια για να επιτύχουμε το θεωρητικό όφελος που θα δικαιολογεί τη δαπάνη μας;), καταλαβαίνουμε ότι απόσβεση του φαρμάκου δεν πρόκειται να γίνει ποτέ, διότι απλούστατα θα συνεχίσουμε να ξοδεύουμε ‘εις το διηνεκές’ (κατά την πρόσφατη ρήση τέως υπουργού), συσσωρεύοντας χρέος. Διότι κι αυτό το φάρμακο με δανεικά το πληρώνουμε.
Τέλος, φυλλομετρώντας ένα πρόσφατο πολυσέλιδο ‘ενημερωτικό’ έντυπο της φαρμακοβιομηχανίας, που παρουσιάζει νέα σκευάσματα για διάφορες παθήσεις, νευρολογικές, ογκολογικές και άλλες, διαπιστώνω ότι το παραπάνω παράδειγμά μου είναι πολύ συντηρητικό. Οι τιμές των νέων φαρμάκων, καταχωνιασμένες στα πολύ ψιλά γράμματα των αντιστοίχων δελτίων, ξεκινούν από 208 ευρώ ανά συσκευασία και ανηφορίζουν απότομα μέχρι τα 7699 ευρώ, με 10 από τα 14 φάρμακα να έχουν τετραψήφιο κόστος για θεραπεία μηνός (ή και λιγότερο). Όλα προορίζονται για ισόβια χρήση. Ποιο σύστημα υγείας μπορεί να αντέξει μια τέτοια φαρμακερή επιδρομή;
Απίστευτα νούμερα!
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαι μερικοί "αφελείς" λένε "Μα είναι δικά μας λεφτά που μας τα κρατάνε τα ταμεία. Τα δικαιούμαστε". Αν βάλουμε κάτω τα νούμερα, θα δούμε ότι αυτά που έχουμε δώσει για περίθαλψη και σύνταξη είναι πολύ λιγότερα από αυτά που απαιτούμε -ιδίως στις πρόωρες συντάξεις και δεν έχει άδικο το κουαρτέτο που επιμένει στην κατάργησή τους εδώ και τώρα.
Δεν υπάρχει κράτος στον κόσμο να μπορέσει να αντέξει την ιατρική σπατάλη που έκανε και κάνει ακόμα η Ελλάδα μας...
ΑπάντησηΔιαγραφήΚι αν δεν βάλουμε μυαλό, τα χειρότερα έρχονται. Ακούω για τιμολογήσεις, υπερτιμολογήσεις και τόσα άλλα ωραία, αλλά βασικώς θα πρέπει να μιλάμε για ενδείξεις και μόνο για ενδείξεις της κάθε θεραπείας! Κι αν εμείς οι γιατροί δεν σεβόμαστε αυτό, δεν "πελεκάμε" μόνο τα θεμέλια της υγείας και της κοινωνίας, αλλά τα ίδια μας τα πόδια!