Σάββατο 21 Ιουλίου 2012

Παράπονο


«Γιατρέ, χθες είχαμε πανηγύρι στο χωριό, του Προφήτη Ηλία. Σηκώθηκα να χορέψω, αλλά δεν τον έβγαλα τον χασάπικο. Φούσκωσα».
Ο άρρωστός μου είναι γύρω στα εβδομήντα, ένας γεροδεμένος αγρότης που μια ζωή στύβει την πέτρα. Εδώ και πολλά χρόνια τον παρακολουθώ για μια πνευμονική ίνωση που πορεύεται αρκετά ικανοποιητικά, για τα δεδομένα της πάθησής του. Ο ίδιος συνεχίζει τις αγροτικές ασχολίες του, χωρίς να δυσκολεύεται ιδιαίτερα. Πρώτη φορά μου παραπονέθηκε σήμερα για δύσπνοια. Βλέπεις, το πανηγύρι είναι έθιμο, είναι κοινή γιορτή, και ο παλιός χορευτής πάντα έδινε το ‘παρών’. Φέτος όμως; Ο χορός ήταν η καθιερωμένη, σχεδόν τελετουργική ευκαιρία να δείξει τη λεβεντιά του, όχι για να καυχηθεί ή για να ελκύσει την προσοχή, αλλά σαν μια συμβολική πράξη καταξίωσης και αυτοεπιβεβαίωσης μέσα στην κοινότητα. Η αδυναμία να ολοκληρώσει τον χορό αμέσως τον κατατάσσει από τους άνδρες στους γέροντες. Με τη σπαρτιάτικη γλώσσα, αντί να τραγουδάει περήφανα «Τώρα είμαστε εμείς, κι αν θες δοκίμασέ μας!», νιώθει ότι «Ήμασταν κάποτε κι εμείς γενναία παλικάρια». Αισθάνεται ότι όσοι τον βλέπουν σιγομουρμουρίζουν: «Τά ’φαγε τα ψωμιά του ο γερο-Ιάκωβος». Κι ύστερα έρχεται απρόσκλητος ο ενδόμυχος, ανομολόγητος φόβος: «Τι με περιμένει από εδώ και μπρος;». Δικαιολογημένο το παράπονο, που αποζητάει την παρηγοριά του από τον θεράποντα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου