Αραιά και πού βλέπω επαγγελματικά έγκυες γυναίκες. Συνήθως έχουν κάποιο αναπνευστικό πρόβλημα που χρειάζεται διάγνωση ή ανακούφιση, με το πρόσθετο ερώτημα αν το πρόβλημα ή η θεραπεία του θα επηρεάσει ή όχι το έμβρυο. Συνήθως δεν υπάρχει τέτοια στενοχώρια, και η έκβαση είναι καλή.
Η Κ. ήταν διαφορετική περίπτωση. Κοντά στον έβδομο μήνα της κύησης παρουσίασε μια δύσπνοια που δεν την άφηνε να κοιμηθεί, να κάνει τις καθημερινές δραστηριότητές της, να ησυχάσει. Ήρθε σχεδόν πανικόβλητη. Και δεν είχε απολύτως τίποτε, από σωματικής πλευράς, που να εξηγεί την έλλειψη αέρα που ανέφερε. Βλέποντάς την αγχωμένη, τη ρώτησα σχετικά. «Πώς να μην έχω άγχος;» είπε. «Έκανα προ καιρού υπερηχογράφημα, και μου είπαν ότι ίσως το μωρό να έχει πρόβλημα, και μου πρότειναν να κάνω αμνιοκέντηση. Εγώ δεν θέλω, αλλά από τότε δεν μπορώ να ανασάνω». Η διάγνωση της ψυχογενούς δύσπνοιας είχε τεκμηριωθεί. Αφού την καθησύχασα ότι τα ευρήματα ήταν φυσιολογικά, την επαίνεσα για την απόφασή της και της ευχήθηκα καλή συνέχεια στην εγκυμοσύνη. «Θεού θέλοντος, όλα θα πάνε καλά», της είπα.
Κι απόμεινα με την απορία και την οργή για την ευκολία με την οποία τόσο συχνά καταδικάζουμε σε θάνατο τα αγέννητα παιδιά μας. Διότι (για να λέμε τα πράγματα με το όνομά τους) η κλίμακα υπερηχογράφημα--> αμνιοκέντηση πολύ συχνά έχει ως επόμενο σκαλοπάτι τη ‘θεραπευτική’ διακοπή της κύησης, κοινώς έκτρωση, συχνά με πολύ αμφίβολες ενδείξεις.
Λοιπόν, αν υποπτευόμαστε ότι το κυοφορούμενο βρέφος έχει πρόβλημα, η λύση είναι να το σκοτώσουμε;
Κι αν το πρόβλημα δεν υπάρχει μεν στο κύημα αλλά προκληθεί κατά ή μετά τον τοκετό (π.χ. εγκεφαλική βλάβη από ίκτερο, ανοξία κ.τ.λ.), τότε γιατί η προηγούμενη ‘λύση’ δεν είναι αποδεκτή; Ποια διαφορά υπάρχει μεταξύ ‘πριν’ και ‘μετά’ τον τοκετό;
Γιατί μας είναι αδιανόητο (σε κάποιους ανά τον κόσμο δεν είναι...) να γίνεται π.χ. εκλεκτική θανάτωση των θηλυκών εμβρύων και αποδεχόμαστε χωρίς συζήτηση την ενδομήτρια βρεφοκτονία για γενετικές ή άλλες ανατομικές διαταραχές;
Κι αν δεν είναι ανθρώπινη ζωή το έμβρυο (όπως διακηρύττουν οι υπέρμαχοι των εκτρώσεων), γιατί το προστατεύουμε βάζοντας ένα σωρό περιορισμούς στις εγκύους (τι να τρώνε, να παίρνουν ή να μη παίρνουν φάρμακα, να προσέχουν από ιώσεις, να μην εκτίθενται σε ακτινοβολία, να μη καπνίζουν ή πίνουν και τόσα άλλα);
Συμπέρασμα: η υποκρισία μας δεν έχει όρια κι εδώ, όπως και σε άλλα θέματα. Απλώς, «έτσι μας αρέσει», και οι διάφορες δικαιολογίες είναι για να καθησυχάζουμε τη συνείδησή μας.
Ο επίλογος της παραπάνω ιστορίας γράφτηκε μερικές εβδομάδες αργότερα, όταν έμαθα σχεδόν τυχαία ότι η Κ. γέννησε. Πέρασα να τη συγχαρώ: έλαμπε πανευτυχής. «Και το μωρό;» ρώτησα. «Μια χαρά!» μου απάντησε, κάτι που μου επιβεβαίωσε και ο παιδίατρος που το είδε. Δόξα τω Θεώ! Σ’ Εκείνον ας πάνε οι ευχαριστίες της μητέρας για το δικό της και για κάθε άλλο μωρό που έρχεται στον κόσμο, ακόμη μια απόδειξη ότι Εκείνος δεν μας ξεχνάει. Ακόμη κι όταν εμείς με κάθε τρόπο του στρέφουμε την πλάτη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου