Διάβασα πριν μια εβδομάδα στην 'Καθημερινή' ένα σημείωμα του Α. Παπαχελά, όπου αναφέρει τρία παλαιότερα περιστατικά κακής δημόσιας διοίκησης. Για διοικητή της Τροχαίας που επέστρεφε πινακίδες σε όποιον ‘επώνυμο’ τις ζητούσε. Για ανώτερο οικονομικό υπάλληλο που κάθε τόσο δεχόταν υπουργικά σημειώματα για να σβήνει πρόστιμα. Για απόστρατο αξιωματικό που πάνω σε συζήτηση για την κρίση των Ιμίων ξέσπασε σε λυγμούς και του είπε: «Αχ, εγώ δεν έπρεπε να φτάσω ποτέ εκεί που έφτασα, το κόμμα με προώθησε και να είναι καλά, αλλά δεν το άξιζα...». Ο δημοσιογράφος τραβάει τα μαλλιά του--τρόπος του λέγειν--και με βάζει σε σκέψεις.
Τελικά πόσα σημαντικά και ευτελή ξέρουν οι δημοσιογράφοι και τα μαθαίνουμε κι εμείς με πολλά χρόνια καθυστέρηση ή ποτέ; Πόσο αλλιώτικα ίσως να ήταν κάποια πράγματα αν τέτοια γεγονότα δημοσιοποιούνταν εγκαίρως; Και πόσο θα άντεχε ένα σύστημα αν δεχόταν συστηματική κριτική για τις κακές συμπεριφορές του;
Από την άλλη, μπορούμε να ζούμε συνεχώς με αλληλοκατηγορίες; Κατά τον μακαρίτη Καραμανλή, υπάρχουν πράγματα που γίνονται και δεν λέγονται, για λόγους εθνικής ασφάλειας, δημοσίου συμφέροντος και άλλους. Υποθέτω ότι σ’ αυτά δεν συμπεριλαμβάνονται οι παραβατικές συμπεριφορές υπουργών και άλλων δημοσίων λειτουργών. Η γνώση αυτών των φαινομένων δεν θα σωφρόνιζε τους υπολοίπους, αν βέβαια είχε συνέπειες για κάποιους επίορκους; Φοβούμαι πως όχι. Δυστυχώς ισχύει--νομίζω--το εξής φαινόμενο: τέτοιες αποκαλύψεις, εφόσον δεν οδηγούν σε τιμωρία (όπως συνήθως γίνεται) απλώς μας εθίζουν στην περιρρέουσα ανομία και μας καλούν προς μίμησιν των (καθόλου σπουδαίων και τελείων) πράξεων, με την δικαιολογία ότι «Έτσι κάνουν όλοι!». Συνεπώς, τι είναι καλύτερο: να ξέρουμε ή να μην ξέρουμε;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου