Σε ξένο ιατρικό περιοδικό διάβασα πρόσφατα ότι σε μεγάλη φαρμακευτική εταιρεία επιβλήθηκε από τον γενικό εισαγγελέα των ΗΠΑ τεράστιο πρόστιμο (520 εκατομμύρια δολάρια) διότι προωθούσε γνωστό ψυχοφάρμακο για ενδείξεις εκτός από τις εγκεκριμένες. Έτσι, ενώ το φάρμακο είχε έγκριση μόνο για ψυχωσικές διαταραχές και βραχυπρόθεσμη θεραπεία της σχιζοφρένειας, η παραγωγός εταιρεία το συνιστούσε στους γιατρούς για χρήση σε επιθετικότητα, νόσο Alzheimer, άγχος, διαταραχή προσοχής με υπερκινητικότητα (σε παιδιά), άνοια, κατάθλιψη, μετατραυματικό στρες και αϋπνία. Με μια κουβέντα: δια πάσαν νόσον. Και με το ανάλογο κέρδος (σχεδόν 5 δισεκατομμύρια δολάρια το 2009, σύμφωνα με το δημοσίευμα).
Αν γράφονται τα παραπάνω δεν είναι για να καταγγελθεί μια συγκεκριμένη εταιρεία ή φάρμακο, αλλά για να επισημανθεί μια βασική πηγή σπατάλης (που μπορεί να αφορά σε πολλά και διάφορα φαρμακευτικά σκευάσματα). Ποια θα ήταν η σωστή αντίδραση; Όταν μια τέτοια πρακτική εντοπίζεται και καταδικάζεται σε μια χώρα που διαθέτει αξιόπιστους μηχανισμούς ελέγχου όπως οι ΗΠΑ, δεν θα πρέπει τα ευρήματα της έρευνας να αξιοποιούνται και από άλλες χώρες και να λαμβάνονται ανάλογα μέτρα; Κατ’ αναλογίαν, πώς υιοθετούμε πολύ γρήγορα τα θετικά αποτελέσματα των ιατρικών ερευνών που γίνονται αλλού;
Και σε ευρύτερο πλαίσιο, αν θέλουμε πραγματικά να εξυγιάνουμε τα οικονομικά μας, δεν θα πρέπει να κάνουμε το ίδιο όχι μόνο με φαρμακευτικές εταιρείες, αλλά και με τράπεζες όπως η Goldman Sachs που τώρα βρίσκεται στο δικαστικό προσκήνιο για παράνομες πρακτικές στις ΗΠΑ και αλλού; Γιατί τα πρόστιμα να πληρώνονται μόνο στις ΗΠΑ, όταν οι πρακτικές της τράπεζας είχαν άμεσες επιπτώσεις στη δική μας οικονομική ζωή;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου