Τελικά ποιοι πρέπει να
θεωρούνται και να λέγονται ηλικιωμένοι; Το απλό αυτό ερώτημα έχει φτάσει να αποτελεί αντικείμενο
συζήτησης, ακόμη και διαμάχης μεταξύ ενδιαφερομένων. Με αφορμή την καθημερινή
ενημέρωση για τον νέο κορωνοϊό (αλήθεια, αυτός ο κύριος μέχρι πότε θα χαρακτηρίζεται ως
‘νέος’;) και τα θύματά του, κάποιοι ακροατές παρεξηγήθηκαν με τον χαρακτηρισμό
των εβδομηντάρηδων ως ‘ηλικιωμένων’. Έφτασαν μάλιστα να γράψουν και επιστολές
διαμαρτυρίας στις εφημερίδες. Ο ζήλος τους μας έκανε να θυμηθούμε κλασικές
ελληνικές κωμωδίες του τύπου ‘Κάτι κουρασμένα παλικάρια’ καθώς και τον ‘Πενηντάρη
νέο της εποχής’ του Ζαμπέτα. Πρόσφατα ο καθηγητής Δ. Λινός έγραψε ένα άρθρο όπου σκιαγραφεί τις επιστημονικές προσπάθειες αναστροφής των συνεπειών του
γήρατος που γίνονται ανά τον κόσμο, ενώ κατά καιρούς φιλόδοξοι ερευνητές
υποστηρίζουν ότι μπορούμε κάλλιστα να ζούμε 150 χρόνια. Αλήθεια, με τι θα
απασχολούμαστε, και ποιος θα μας φροντίζει όλες αυτές τις πρόσθετες δεκαετίες; Και ποιος θα πληρώνει τη μακροημέρευσή μας;
Κάποτε συνήθιζα να λέω ότι ηλικιωμένος ασθενής είναι κάποιος που είναι δέκα
χρόνια μεγαλύτερος από τον γιατρό του. Με το πέρασμα των ετών όλο και
περισσότεροι ασθενείς είναι νεώτεροί μου: μήπως πρέπει να αναθεωρήσω το
κριτήριο αυτό; Ένας παλιός γνωστός, μακαρίτης πλέον, μου έλεγε θυμόσοφα στα
ογδόντα του: «Γιατρέ μου, θέλω να αλλάξω την ημερομηνία γεννήσεώς μου: εκείνο
το 1924 πολύ με ενοχλεί». Θυμούμαι ότι στην Αγγλία διαφορετικά νοσοκομεία
χρησιμοποιούσαν διαφορετικά όρια ηλικίας για τον ορισμό των γηριατρικών
αρρώστων: άλλα τα 75 χρόνια, άλλα τα 80, άλλα δεν δέχονταν κάτω των 85. Βέβαια
η διαφορά στο όριο σήμαινε διαφορά και στον αριθμό των δυνητικών ασθενών που
δέχονταν τα γηριατρικά τμήματα. Τα συμφέροντα, βλέπετε.
Πρακτικά, θα λέγαμε
ότι ο άνθρωπος έχει τέσσερεις ηλικίες. Μια λογιστική που υπολογίζεται
απλώς από την ημερομηνία γέννησης, μια εικονική (πόσο τον
"κόβουν" οι άλλοι), μια υποκειμενική (πόσο νιώθει ο ίδιος) και
μια βιολογική (πόση φθορά έχει υποστεί ο οργανισμός του από ποικίλους
παράγοντες). Δυστυχώς η τελευταία, αυτή που κυρίως μετράει για την συνεχιζόμενη
επιβίωση, αποκαλύπτεται συχνά μόνο όταν συμβεί κάτι έκτακτο (π.χ. χειρουργείο,
λοίμωξη, ατύχημα), οπότε αποκαλύπτονται οι πραγματικές εφεδρείες και οι
δυνατότητες αποκατάστασης του οργανισμού. Στατιστικά, οι εφεδρείες αυτές
μειώνονται σημαντικά πάνω από τα 70, κι ας μη παρεξηγείται κανείς γι’ αυτό: δεν
θέλουμε να τους προσβάλουμε, αλλά αυτή είναι η πικρή αλήθεια.
Κάθε φορά που ακούω
συζητήσεις για την ηλικία, μου έρχονται στο μυαλό δυο αρχαίες ρήσεις (τις
έχουμε ξαναπεί). Η μία από τους Ψαλμούς: «αἱ ἡμέραι τῶν ἐτῶν ἡμῶν ἐν αὐτοῖς ἑβδομήκοντα
ἔτη, ἐὰν δὲ ἐν δυναστείαις, ὀγδοήκοντα ἔτη, καὶ τὸ πλεῖον αὐτῶν κόπος καὶ πόνος»
[Ψ. 89:10]. Η άλλη από τον τραγικό Ευριπίδη που ρωτά: «Τίν' ἐς χρόνον ζητεῖτε
μηκύναι βίον, τίν' ἐλπίδ' ἀλκὴν τ' εἰσοράτε μὴ θανεῖν;» [‘Ηρακλής
μαινόμενος’]. Καλές οι θεωρητικές προσπάθειες για αναστροφή του γήρατος, αλλά
είναι προτιμότερο, και πολύ πιο πρακτικό και ωφέλιμο, να θυμόμαστε και τα
έσχατα, που συχνά έρχονται αδιαφορώντας πλήρως για την ημερομηνία γέννησης.
Χρονια πολλά, Γιατρε΄μου. Πολὺ ὄμορφα, σοφὰ καὶ μὲ σύνεση τὰ λέτε. Τὸ μέγα ζητούμενο ὅμως εἶναι μὲ ὅλους ἐκείνους ποὺ προστρέχουν σὲ ἄλλες λύσεις ( π. χ. Ἰνστιτοῦτα καλλονῆς!, πλαστικὲς ἐπεμβασεις βελτιώσεως π. λ.π.) γιὰ νὰ νομίζουν ὅτι παραμένουν ἀκόμα νέοι...Πόση ματαιότητα στ'α'λήθεια, γιατὶ ἡ Ἐκκλησία μᾶς διδάσκει καί, μάλιστα, σὲ κορυφαῖεςς ἡμέρες, τῆς Μ. Ἑβδομάδος, τό, "λαμπρυνόν μου τὴν στολὴν τῆς ψυχῆς..."Ἀλήθεια, πόσοι τὸ νοιώθουν καὶ τὸ βιώνουν πργαματικὰ αὐτό; π.κ
ΑπάντησηΔιαγραφήΠράγματι, έτσι είναι, και συχνά η επιμέλεια του εξωτερικού συμβαδίζει με συμπεριφορές που απάδουν τελείως προς την ηλικία και την ανάλογη σωφροσύνη. Πώς το γράφει ο Μέγας Κανών; "Τῆς ἔξωθεν ἐπιμελῶς εὐκοσμίας μόνης ἐφρόντισα, τῆς ἔνδον ὑπεριδὼν θεοτυπώτου σκηνῆς.".
ΑπάντησηΔιαγραφή