Έχουμε συνηθίσει να ακούμε ή να διαβάζουμε θεωρίες και υποθέσεις για την προέλευση του σύμπαντος, καθώς και επιχειρήματα από κάθε πλευρά, συχνά παθιασμένα, για το αν ο Θεός δημιούργησε ή όχι τον κόσμο και το αν ο άνθρωπος προήλθε ή όχι από άλλα όντα ή όλα έγιναν όπως μας τα περιγράφει η βιβλική Γένεση, και μάλιστα σε έξι εικοσιτετράωρες ημέρες, όπως στην κυριολεξία ερμηνεύουν διάφοροι (κυρίως Προτεστάντες) «ευαγγελιστές» της λεγόμενης Bible Belt του Αμερικανικού Νότου. Εύκολα μπορεί κανείς να παρασυρθεί και να πάρει θέση στη μία ή την άλλη ακραία πλευρά στο δίλημμα ‘επιστήμη ή πίστη’, παραθεωρώντας την ουσιαστική συμφωνία των δυο. Ας δούμε λοιπόν τι λέει ο Μέγας Βασίλειος, ένας πανεπιστήμων της εποχής του, στους λόγους του στην Εξαήμερο:
«Μάλιστα μὲν σὺ μετὰ τὸ πρόσταγμα τὸ δεσποτικὸν ἐπέγνως τοῦ ὕδατος τὰς κινήσεις, ὅτι τε περιρρεπές ἐστι καὶ ἀστήρικτον, καὶ πρὸς τὰ πρανῆ καὶ κοῖλα φέρεται κατὰ φύσιν· πρὸ τούτου δέ, πῶς εἶχε δυνάμεως πρὶν αὐτῷ τὸν ἐκ τοῦ προστάγματος τούτου ἐγγενέσθαι δρόμον, οὔτε εἶδες αὐτὸς, οὔτε ἰδόντος ἤκουσας. Νόησον γὰρ ὅτι Θεοῦ φωνὴ φύσεώς ἐστι ποιητική, καὶ τὸ γενόμενον τότε τῇ κτίσει πρόσταγμα τὴν πρὸς τὸ ἐφεξῆς ἀκολουθίαν τοῖς κτιζομένοις παρέσχετο». [Λόγ. Δ΄] Μετάφραση: «Εσύ γνώρισες τις κινήσεις του νερού, ότι δηλ. τρέχει εύκολα και δεν συγκρατείται και ότι από την φύση του τρέχει προς τα κατώτερα και τα κοίλα μέρη, μετά το δεσποτικό πρόσταγμα. Πώς όμως ήταν πριν από το πρόσταγμα (ποιες ιδιότητες είχε) ούτε εσύ το είδες, ούτε άκουσες από κάποιον που να το είδε. Κατάλαβε λοιπόν ότι η φωνή του Θεού δημιουργεί την φύση, και το πρόσταγμα που έγινε τότε προς την κτίση κανόνισε την από τότε και στο εξής τάξη των κτισμάτων». Με λίγα λόγια λέει ότι αυτό που ονομάζουμε «φύση» και «φυσικό» δεν έγινε αυτόματα και αυθόρμητα, αλλά με το δημιουργικό πρόσταγμα του Θεού. Αυτή είναι η ουσία του μηνύματος της Γενέσεως.
Τις ιδιότητες της φύσης ερχόμαστε εμείς οι άνθρωποι να εξιχνιάσουμε και να ερμηνεύσουμε, και κάθε ερμηνεία μπορεί να γίνει αποδεκτή, διότι πάντα θα φθάνει μέχρι κάποιο κομβικό σημείο και πάντα θα αφήνει δυο ερωτήματα: Πώς έγινε η αμέσως προηγούμενη κατάσταση; Και γιατί προχώρησε έτσι και όχι κάπως αλλιώς; Το σημείο μπορεί να αλλάζει ή να μετατίθεται πιο πίσω στον χρόνο ανάλογα με την πρόοδο των γνώσεών μας, αλλά τα ερωτήματα δεν θα αλλάζουν, απλώς θα μετακινούνται. Με το πνεύμα αυτό καμία επιστημονική ερμηνεία περί του σύμπαντος δεν είναι ασυμβίβαστη με τη διήγηση της Γένεσης, η οποία δεν επιδιώκει να ερμηνεύσει τον κόσμο με επιστημονικούς όρους αλλά να τον παρουσιάσει ως έργο τέχνης ενός Δημιουργού, ο οποίος έκανε τα πάντα «καλά λίαν». Και πάλι ο Μ. Βασίλειος υπογραμμίζει ότι «Οὐ γὰρ ἐλαττοῦται ἡ ἐπὶ τοῖς μεγίστοις ἔκπληξις, ἐπειδὰν ὁ τρόπος καθ᾿ ὃν γίνεταί τι τῶν παραδόξων ἐξευρεθῇ», ήτοι δεν ελαττώνεται ο θαυμασμός μας για τα μεγαλεία της δημιουργίας όταν ανακαλυφθεί ο τρόπος με τον οποίο έγινε κάποιο από αυτά. Βέβαια το ζήτημα αυτό είναι αποκλειστικά θέμα πίστεως, και η αποδοχή ή απόρριψή του έχει ανάλογες συνέπειες και γεννά υποχρεώσεις τόσο προς τον Δημιουργό όσο και προς τα δημιουργήματά του.
«Μάλιστα μὲν σὺ μετὰ τὸ πρόσταγμα τὸ δεσποτικὸν ἐπέγνως τοῦ ὕδατος τὰς κινήσεις, ὅτι τε περιρρεπές ἐστι καὶ ἀστήρικτον, καὶ πρὸς τὰ πρανῆ καὶ κοῖλα φέρεται κατὰ φύσιν· πρὸ τούτου δέ, πῶς εἶχε δυνάμεως πρὶν αὐτῷ τὸν ἐκ τοῦ προστάγματος τούτου ἐγγενέσθαι δρόμον, οὔτε εἶδες αὐτὸς, οὔτε ἰδόντος ἤκουσας. Νόησον γὰρ ὅτι Θεοῦ φωνὴ φύσεώς ἐστι ποιητική, καὶ τὸ γενόμενον τότε τῇ κτίσει πρόσταγμα τὴν πρὸς τὸ ἐφεξῆς ἀκολουθίαν τοῖς κτιζομένοις παρέσχετο». [Λόγ. Δ΄] Μετάφραση: «Εσύ γνώρισες τις κινήσεις του νερού, ότι δηλ. τρέχει εύκολα και δεν συγκρατείται και ότι από την φύση του τρέχει προς τα κατώτερα και τα κοίλα μέρη, μετά το δεσποτικό πρόσταγμα. Πώς όμως ήταν πριν από το πρόσταγμα (ποιες ιδιότητες είχε) ούτε εσύ το είδες, ούτε άκουσες από κάποιον που να το είδε. Κατάλαβε λοιπόν ότι η φωνή του Θεού δημιουργεί την φύση, και το πρόσταγμα που έγινε τότε προς την κτίση κανόνισε την από τότε και στο εξής τάξη των κτισμάτων». Με λίγα λόγια λέει ότι αυτό που ονομάζουμε «φύση» και «φυσικό» δεν έγινε αυτόματα και αυθόρμητα, αλλά με το δημιουργικό πρόσταγμα του Θεού. Αυτή είναι η ουσία του μηνύματος της Γενέσεως.
Τις ιδιότητες της φύσης ερχόμαστε εμείς οι άνθρωποι να εξιχνιάσουμε και να ερμηνεύσουμε, και κάθε ερμηνεία μπορεί να γίνει αποδεκτή, διότι πάντα θα φθάνει μέχρι κάποιο κομβικό σημείο και πάντα θα αφήνει δυο ερωτήματα: Πώς έγινε η αμέσως προηγούμενη κατάσταση; Και γιατί προχώρησε έτσι και όχι κάπως αλλιώς; Το σημείο μπορεί να αλλάζει ή να μετατίθεται πιο πίσω στον χρόνο ανάλογα με την πρόοδο των γνώσεών μας, αλλά τα ερωτήματα δεν θα αλλάζουν, απλώς θα μετακινούνται. Με το πνεύμα αυτό καμία επιστημονική ερμηνεία περί του σύμπαντος δεν είναι ασυμβίβαστη με τη διήγηση της Γένεσης, η οποία δεν επιδιώκει να ερμηνεύσει τον κόσμο με επιστημονικούς όρους αλλά να τον παρουσιάσει ως έργο τέχνης ενός Δημιουργού, ο οποίος έκανε τα πάντα «καλά λίαν». Και πάλι ο Μ. Βασίλειος υπογραμμίζει ότι «Οὐ γὰρ ἐλαττοῦται ἡ ἐπὶ τοῖς μεγίστοις ἔκπληξις, ἐπειδὰν ὁ τρόπος καθ᾿ ὃν γίνεταί τι τῶν παραδόξων ἐξευρεθῇ», ήτοι δεν ελαττώνεται ο θαυμασμός μας για τα μεγαλεία της δημιουργίας όταν ανακαλυφθεί ο τρόπος με τον οποίο έγινε κάποιο από αυτά. Βέβαια το ζήτημα αυτό είναι αποκλειστικά θέμα πίστεως, και η αποδοχή ή απόρριψή του έχει ανάλογες συνέπειες και γεννά υποχρεώσεις τόσο προς τον Δημιουργό όσο και προς τα δημιουργήματά του.
[Βλέπε και παλαιότερο άρθρο ΕΔΩ]
Ὀφείλω νὰ πῶ ὅτι εἶναι μιὰ σημαντικὴ συμβολὴ στὴν Ὀρθ. Ἀπολογητική. Καλὴ συνέχεια. π.κ
ΑπάντησηΔιαγραφήΤεράστιο θέμα. Τεράστιο όταν το πιάνει η επιστήμη, απλό στην Αγία Γραφή.
ΑπάντησηΔιαγραφή