Σάββατο 16 Ιουνίου 2018

Με φόντο τις Πρέσπες

Είναι ιδιαίτερα σύνθετος -- και όχι πλήρως κατανοητός -- ο μηχανισμός με τον οποίο ο άνθρωπος προσλαμβάνει, αναλύει και κατανοεί το περιβάλλον του και τα γεγονότα, τα ερεθίσματα, τις πληροφορίες που δέχεται από αυτό. Ας σημειώσω υπό μορφήν παρέκβασης ότι διαβάζω αυτόν τον καιρό ένα σύγχρονο αναλυτικό σύγγραμμα για το νευρικό σύστημα. Οι λεπτομέρειες είναι εντυπωσιακές, οι επιμέρους μηχανισμοί και τα νευρωνικά ‘κυκλώματα’ σε αφήνουν άναυδο. Θαυμάζεις όσα βλέπεις (‘ὡς ἐμεγαλύνθη τὰ ἔργα σου, Κύριε...’), αλλά ταυτόχρονα συνειδητοποιείς πόσο μακριά βρίσκεσαι από την πλήρη κατανόηση (‘ἕν οἶδα, ὅτι οὐδέν οἶδα’). Η προσπάθεια διείσδυσης στο μυστήριο της νόησης/συνείδησης ακόμη και με τα πιο σύγχρονα ερευνητικά εργαλεία και μέσα μοιάζει με απόπειρα ανάλυσης π.χ. του φωτός με χρήση κομπρεσέρ. Αφήνοντας στην άκρη το ακατάληπτο νευροανατομικό υπόβαθρο, περιορίζομαι σε μια χονδροειδή ανάλυση.
     Θα λέγαμε λοιπόν ότι κάθε άνθρωπος έχει δυο ‘επεξεργαστές’, τη λογική και το συναίσθημα. Και οι δυο συμμετέχουν στην αξιολόγηση όλων των θεμάτων και τη λήψη αποφάσεων ή τη διαμόρφωση θέσεων: Μου αρέσει ή δεν μου αρέσει αυτό; Να κάνω ή να μην κάνω κάτι; Η συμμετοχή τους δεν είναι πάντα ισοβαρής, αλλά εξαρτάται από ποικίλους παράγοντες και κριτήρια, συνειδητά και υποσυνείδητα και ασυνείδητα πολλές φορές. Αυτά με τη σειρά τους έχουν διαμορφωθεί με βάση την όλη παιδεία και εμπειρία ζωής που έχει αποκτήσει ο κάθε συγκεκριμένος άνθρωπος, το περιβάλλον, τον τόπο και τον χρόνο και πάει λέγοντας. Υπάρχει κι ένας τρίτος ’επεξεργαστής’, η ηθική συνείδηση, η οποία μπορεί να μορφοποιεί ποιοτικά και τη λογική και το συναίσθημα. Και αυτή με τη σειρά της έχει διαμορφωθεί με τον χρόνο και την παιδεία: είναι αυτό που ο Απόστολος Παύλος ονομάζει ‘αἰσθητήρια γεγυμνασμένα πρὸς διάκρισιν καλοῦ τε καὶ κακοῦ‘ [Εβρ. 5:14].
     Έτσι, μια απόφαση μπορεί να είναι αποκλειστικά προϊόν λογικής: μου χρειάζεται π.χ. μελάνι για τον εκτυπωτή, πηγαίνω και το αγοράζω, χωρίς η απόφαση και η ενέργειά μου αυτή να έχει συναισθηματική ή ηθική απόχρωση. Μια παρόμοια απόφαση σε άλλο επίπεδο μπορεί να είναι τελείως διαφορετική: βλέπω έναν καινούργιο εκτυπωτή, μου αρέσει η ποιότητά του, σκέφτομαι να τον αγοράσω αλλά διστάζω, διότι ο παλιός μια χαρά δουλεύει και η δαπάνη θα είναι περιττή και δεν θέλω να κάνω σπατάλες όταν άλλοι δεν έχουν να φάνε και διότι οι κριτικές που διάβασα δεν είναι τόσο καλές, αλλά από την άλλη μου αρέσει τόσο πολύ που κάποια στιγμή βάζω όλη τη λογική ανάλυση και τις ηθικές αναστολές στο περιθώριο και κάνω την αγορά, ικανοποιώντας αποκλειστικά τη συναισθηματική επιθυμία μου. Το παράδειγμα είναι απλοϊκό, αλλά μας δίνει μια ιδέα για το πόσο πιο σύνθετα γίνονται τα πράγματα όταν σκεφτόμαστε μια ριζική αλλαγή στη ζωή μας, π.χ. να παντρευτούμε, να μεταναστεύσουμε, να υποβληθούμε σε μια δύσκολη επέμβαση, να αλλάξουμε επάγγελμα, να ανοίξουμε μια επιχείρηση. 
     Γιατί όλη αυτή η ανάλυση; Σπεύδω να ξεκαθαρίσω ότι δεν έχω καμία από τις παραπάνω προθέσεις. Ωστόσο βλέπω τη χώρα μας να βρίσκεται μπροστά σε μια μεγάλη και κρίσιμη απόφαση και αναρωτιέμαι με ποια κριτήρια λειτουργεί ο καθένας μας μεμονωμένα, αλλά και όλοι μαζί ως σύνολο. Η ψυχρή λογική θα έλεγε ότι δεν μπορεί να βρισκόμαστε σε διαρκή εκκρεμότητα με το κράτος των Σκοπίων και ότι από κάπου πρέπει να ξεκινήσουμε για να φτάσουμε σε μια λύση. Η όποια λύση όμως δεν μπορεί να είναι απλώς προϊόν λογικής διεργασίας, αλλά πρέπει αναγκαστικά να λαμβάνει υπόψη τη συναισθηματική φόρτιση που περιβάλλει έννοιες όπως όνομα, έθνος, γλώσσα. Αυτή διαφέρει από άνθρωπο σε άνθρωπο, και έχει διαμορφωθεί από τους διάφορους παράγοντες που θίξαμε παραπάνω: κάποιος μπορεί να ακούει εντελώς αδιάφορα τους όρους ‘Ελλάδα’ ή ‘Μακεδονία’, ενώ ένας άλλος είναι έτοιμος να σκοτώσει ή να πεθάνει γι’ αυτούς. Κι αν το προσωπικό μας όνομα είναι πολύτιμο στοιχείο ταυτότητος που δεν το αλλάζουμε καθόλου εύκολα, πόσο πιο πολύτιμο είναι ένα συλλογικό όνομα με τεράστιο ιστορικό βάρος;
     Φυσικά θα αντιτείνει κάποιος ότι όλα αυτά ισχύουν όχι μόνο για μας αλλά και για τους βόρειους γείτονές μας. Κι αυτοί έχουν, για δικούς τους λόγους, ανάλογη προσκόλληση και ταύτιση με το όνομα (την οποία εμείς μπορεί να θεωρούμε εσφαλμένη). Αυτός είναι κι ένας βασικός λόγος για τον οποίο η οποιαδήποτε συνεννόηση για λύση στο ζήτημα δεν μπορεί να είναι απλώς αποτέλεσμα των προθέσεων δυο ανθρώπων, έστω πρωθυπουργών, και δυο υπογραφών με φόντο τη γραφική λίμνη της Πρέσπας (γιατί το σκηνικό αυτό μου θυμίζει έντονα Καστελόριζο;). Οι λαϊκές αντιδράσεις ένθεν κακείθεν των συνόρων είναι ήδη δεδομένες, και μπορεί κανείς άνετα να προεξοφλήσει την αποτυχία του σχεδίου αν αυτό προχωρήσει όπως σχεδιάζεται. Η προεργασία και η διαπραγμάτευση μιας δίκαιας λύσης θα πρέπει να είναι μακρά, με πολλά πρόσωπα (υπεράνω κομμάτων) και με επιστημονικά, πολιτικά και κοινωνικά τεκμήρια, και να συνοδεύεται από ανάλογη καλλιέργεια της κοινής γνώμης για να ωριμάσει κάποια στιγμή με σωστό τρόπο.
     Αφήνοντας κατά μέρος τις λεπτομέρειες, ας σημειώσω μια τελευταία παρατήρηση. Μου κάνει εντύπωση ο γενικός ενθουσιασμός με τον οποίο οι ξένοι σχολίασαν την επικείμενη ‘συμφωνία’. Πήγε ο νους μου στο ευαγγελικό ρητό: «οὐαὶ ὅταν καλῶς ὑμᾶς εἴπωσι πάντες οἱ ἄνθρωποι». Κάτι δεν πάει καλά όταν μας επαινούν όλοι (θυμηθείτε όσα γράφαμε προ ημερών για τα συμφέροντα). Κάποιοι μεμονωμένοι σχολιαστές θυμήθηκαν το σχέδιο Ανάν για την Κύπρο: και τότε υπήρχε παγκόσμια επιδοκιμασία και παρότρυνση προς τους Κυπρίους να το αποδεχθούν. Ευτυχώς υπήρξε το ΟΧΙ του μακαρίτη Τάσου Παπαδόπουλου. Κάθε ομοιότητα με τις σημερινές συνθήκες είναι εντελώς τυχαία.

Οι φωτογραφίες από παλιότερη επίσκεψη στις Πρέσπες.
 
 
 
 Η βασιλική του Αγίου Αχιλλείου στο νησάκι της Μικρής Πρέσπας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου