Παρακολούθησα επί τρεις ημέρες ένα πρωτότυπο συνέδριο με τίτλο ‘Εξέλιξη και καρκίνος’, όπου άκουσα πολλά και ενδιαφέροντα πράγματα, σχεδόν από κάθε γωνιά της επιστήμης (από αστροβιολόγους μέχρι θεολόγους και βιοηθικούς). Ίσως κάποια στιγμή γράψω κάτι περισσότερο γι’ αυτό. Σήμερα ας αφιερώσω κάποιες σκέψεις στο μεγάλο δίλημμα: εξέλιξη ή δημιουργία; Πολύς ο καυγάς (βλ. και πρόσφατο άρθρο), αλλά... για τί ακριβώς;
Η εξέλιξη (ή η άρνησή της) χρησιμοποιήθηκαν και χρησιμοποιούνται, κυρίως από τον Δυτικό κόσμο, κυρίως για να αντικρούσουν (ή, αντίστροφα, να υποστηρίξουν) την διήγηση της Γένεσης για τη δημιουργία του κόσμου, όπως αυτή διδάσκεται από την Εκκλησία. Έτσι οι ‘δημιουργιστές’ (creationists) έρχονται σε αντίθεση με τους εξελικτικούς (evolutionists), και μεταξύ τους ‘χάσμα μέγα εστήρικται’.
Αυτή η τακτική όμως είναι εσφαλμένη. Τα γνωστικά και συλλογιστικά πεδία της πίστης και της επιστήμης είναι σαν παράλληλα επίπεδα: το ένα δεν μπορεί να αναιρέσει ή να αποδείξει το άλλο (έστω κι αν στην ελληνική γλώσσα η λέξη ‘επιστήμη’ περικλείει ολόκληρη τη λέξη ‘πίστη’). Μπορώ να αποδεχθώ οποιαδήποτε φυσική ερμηνεία για τον κόσμο γύρω μου. Το αν θα κάνω το λογικό άλμα από τα κτίσματα στον κτίστη, είναι υπόθεση πίστης και δεν μπορεί να μου το υπαγορεύσει ούτε να το ακυρώσει ο Δαρβίνος και οι επίγονοί του (αν το προσπαθούν, διαπράττουν λογικό σφάλμα).
Γιατί δεν δέχεται ο άνθρωπος την ύπαρξη δημιουργού; Διότι θα πρέπει να αποδεχθεί την ύπαρξη νόησης ανώτερης από τη δική του (εγωισμός), άρα και εξουσίας (ποιος βάζει τους κανόνες;) και ευθύνης απέναντι στον νομοθέτη (= ηθικές συνέπειες, αλλαγή τρόπου ζωής). Ο υπερφίαλος άνθρωπος δεν μπορεί να δεχθεί κάτι τέτοιο. Προκειμένου να μη στερηθεί αυτό που θεωρεί ως κυριαρχία του στον κόσμο είναι διατεθειμένος να δεχθεί οτιδήποτε άλλο ως τυχαίο γεγονός, ακόμη και με πιθανότητες εξαιρετικά μικρές έως ανύπαρκτες).
Έτσι δεν σκέφτεται π.χ. ότι χρειάστηκαν πολλοί αιώνες και πολλά μυαλά για να φτάσει να ερμηνεύσει κάποια (πολλά, αλλά όχι όλα, και όχι εξ ολοκλήρου) από τα φαινόμενα που ονομάζει φυσικά, από τον κόσμο και τα πλάσματα που βλέπει γύρω του. Και αρνείται να δεχθεί ότι αν η εκ των υστέρων ανάλυση και κατανόηση όλων αυτών των πραγμάτων και φαινομένων χρειάσθηκε τόση προσπάθεια και νοημοσύνη, τότε πόσο μεγαλύτερη νοημοσύνη χρειάσθηκε η εξαρχής δημιουργία τους, ακόμη και η εξέλιξή τους;
Ας σκεφθούμε το ακόλουθο πρόχειρο παράδειγμα. Φτάνουμε μ’ ένα πλοίο σ’ ένα τροπικό ερημονήσι, αποβιβαζόμαστε και αρχίζουμε να το εξερευνούμε. Παντού τροπική βλάστηση, δέντρα, λουλούδια, πουλιά, ποτάμια... Ξάφνου βλέπουμε μπροστά μας μια καλαμένια καλύβα και δίπλα της απομεινάρια φωτιάς. «Κοιτάξτε!» λέει κάποιος, «προφανώς εδώ ζουν άνθρωποι!» «Όχι απαραίτητα», απαντάει ο εξελικτικός της παρέας, «αυτά που βλέπουμε εξελίχθηκαν αυτόματα με τον χρόνο». Πόσο λογική μπορούμε να θεωρήσουμε μια τέτοια πρόταση; Και γιατί πρέπει να δεχθούμε υποχρεωτικά την ύπαρξη κατασκευαστή για την καλύβα, αλλά αρνούμαστε πεισματικά την ύπαρξη δημιουργού για τα φυτά, τα δέντρα, τα λουλούδια, τα πουλιά και ό,τι άλλο ‘φυσικό’ βλέπουμε γύρω μας;
Τελικά, όποια από τις δυο λέξεις -- εξέλιξη ή δημιουργία -- χρησιμοποιήσει κανείς, θα φτάσει αναγκαστικά σ’ αυτό που ο μακαρίτης Αλ. Τσιριντάνης ονόμαζε ‘φράχτη’: θα πρέπει να αποφασίσει αν θα κάνει το κρίσιμο άλμα από τα φαινόμενα στα μη φαινόμενα, που τόσο ωραία σκιαγραφείται στην προς Εβραίους επιστολή: «Πίστει νοοῦμεν κατηρτίσθαι τοὺς αἰῶνας ρήματι Θεοῦ, εἰς τὸ μὴ ἐκ φαινομένων τὰ βλεπόμενα γεγονέναι» (Εβρ. ια΄ 3).
Η εξέλιξη (ή η άρνησή της) χρησιμοποιήθηκαν και χρησιμοποιούνται, κυρίως από τον Δυτικό κόσμο, κυρίως για να αντικρούσουν (ή, αντίστροφα, να υποστηρίξουν) την διήγηση της Γένεσης για τη δημιουργία του κόσμου, όπως αυτή διδάσκεται από την Εκκλησία. Έτσι οι ‘δημιουργιστές’ (creationists) έρχονται σε αντίθεση με τους εξελικτικούς (evolutionists), και μεταξύ τους ‘χάσμα μέγα εστήρικται’.
Αυτή η τακτική όμως είναι εσφαλμένη. Τα γνωστικά και συλλογιστικά πεδία της πίστης και της επιστήμης είναι σαν παράλληλα επίπεδα: το ένα δεν μπορεί να αναιρέσει ή να αποδείξει το άλλο (έστω κι αν στην ελληνική γλώσσα η λέξη ‘επιστήμη’ περικλείει ολόκληρη τη λέξη ‘πίστη’). Μπορώ να αποδεχθώ οποιαδήποτε φυσική ερμηνεία για τον κόσμο γύρω μου. Το αν θα κάνω το λογικό άλμα από τα κτίσματα στον κτίστη, είναι υπόθεση πίστης και δεν μπορεί να μου το υπαγορεύσει ούτε να το ακυρώσει ο Δαρβίνος και οι επίγονοί του (αν το προσπαθούν, διαπράττουν λογικό σφάλμα).
Γιατί δεν δέχεται ο άνθρωπος την ύπαρξη δημιουργού; Διότι θα πρέπει να αποδεχθεί την ύπαρξη νόησης ανώτερης από τη δική του (εγωισμός), άρα και εξουσίας (ποιος βάζει τους κανόνες;) και ευθύνης απέναντι στον νομοθέτη (= ηθικές συνέπειες, αλλαγή τρόπου ζωής). Ο υπερφίαλος άνθρωπος δεν μπορεί να δεχθεί κάτι τέτοιο. Προκειμένου να μη στερηθεί αυτό που θεωρεί ως κυριαρχία του στον κόσμο είναι διατεθειμένος να δεχθεί οτιδήποτε άλλο ως τυχαίο γεγονός, ακόμη και με πιθανότητες εξαιρετικά μικρές έως ανύπαρκτες).
Έτσι δεν σκέφτεται π.χ. ότι χρειάστηκαν πολλοί αιώνες και πολλά μυαλά για να φτάσει να ερμηνεύσει κάποια (πολλά, αλλά όχι όλα, και όχι εξ ολοκλήρου) από τα φαινόμενα που ονομάζει φυσικά, από τον κόσμο και τα πλάσματα που βλέπει γύρω του. Και αρνείται να δεχθεί ότι αν η εκ των υστέρων ανάλυση και κατανόηση όλων αυτών των πραγμάτων και φαινομένων χρειάσθηκε τόση προσπάθεια και νοημοσύνη, τότε πόσο μεγαλύτερη νοημοσύνη χρειάσθηκε η εξαρχής δημιουργία τους, ακόμη και η εξέλιξή τους;
Ας σκεφθούμε το ακόλουθο πρόχειρο παράδειγμα. Φτάνουμε μ’ ένα πλοίο σ’ ένα τροπικό ερημονήσι, αποβιβαζόμαστε και αρχίζουμε να το εξερευνούμε. Παντού τροπική βλάστηση, δέντρα, λουλούδια, πουλιά, ποτάμια... Ξάφνου βλέπουμε μπροστά μας μια καλαμένια καλύβα και δίπλα της απομεινάρια φωτιάς. «Κοιτάξτε!» λέει κάποιος, «προφανώς εδώ ζουν άνθρωποι!» «Όχι απαραίτητα», απαντάει ο εξελικτικός της παρέας, «αυτά που βλέπουμε εξελίχθηκαν αυτόματα με τον χρόνο». Πόσο λογική μπορούμε να θεωρήσουμε μια τέτοια πρόταση; Και γιατί πρέπει να δεχθούμε υποχρεωτικά την ύπαρξη κατασκευαστή για την καλύβα, αλλά αρνούμαστε πεισματικά την ύπαρξη δημιουργού για τα φυτά, τα δέντρα, τα λουλούδια, τα πουλιά και ό,τι άλλο ‘φυσικό’ βλέπουμε γύρω μας;
Τελικά, όποια από τις δυο λέξεις -- εξέλιξη ή δημιουργία -- χρησιμοποιήσει κανείς, θα φτάσει αναγκαστικά σ’ αυτό που ο μακαρίτης Αλ. Τσιριντάνης ονόμαζε ‘φράχτη’: θα πρέπει να αποφασίσει αν θα κάνει το κρίσιμο άλμα από τα φαινόμενα στα μη φαινόμενα, που τόσο ωραία σκιαγραφείται στην προς Εβραίους επιστολή: «Πίστει νοοῦμεν κατηρτίσθαι τοὺς αἰῶνας ρήματι Θεοῦ, εἰς τὸ μὴ ἐκ φαινομένων τὰ βλεπόμενα γεγονέναι» (Εβρ. ια΄ 3).
Υ.Γ. Περισσότερα έχω γράψει στο άρθρο 'Κύτταρα, έργα τέχνης και εξέλιξη: μια ατελής απόπειρα απολογητικής' [ΕΔΩ].
Μεγάλος προβληματισμός που απασχόλησε κι εμένα.
ΑπάντησηΔιαγραφήhttps://katanixis.blogspot.gr/2017/05/blog-post_84.html#more