Ξεχάστε τα κόμματα, αγνοήστε τους υποψηφίους, τα exit poll, τις προβλέψεις, τους οιωνούς και τα εντόσθια των σφαγίων, τις απειλές, τους φανταστικούς εκβιασμούς και τις εξωφρενικές υποσχέσεις. Η μέρα των εκλογών για μένα είναι πάντα μέρα μνήμης, μια και επισκέπτομαι κάθε φορά το παλιό μου δημοτικό σχολείο.
Τα κτίρια ίδια (μέσα κι έξω), η αυλή σχεδόν ίδια (έχει χάσει το σκάμμα και το μονόζυγο, έχει αποκτήσει τρεις μπασκέτες), το υπόστεγο, οι κολώνες, τα πορτοπαράθυρα, οι αίθουσες, το χρώμα των τοίχων, το παλιό μπρούτζινο κουδούνι στα σκαλιά, εκεί που συναγωνιζόμασταν ποιος θα το χτυπήσει. Χωρίς γλωσσίδι πλέον, η τεχνολογία έχει προχωρήσει. Οι σκάλες που μας ανέβαζαν από το βασικό επίπεδο της Πρώτης στις μεγαλύτερες τάξεις έχουν με τα χρόνια αποκτήσει πρόσθετα κάγκελα, για να αποτρέπουν τις επικίνδυνες τσουλήθρες. Έξω από την πόρτα της Δευτέρας ο Νίκος είχε βάλει τρικλοποδιά στον Βασίλη: ο δεύτερος έσπασε το χέρι του, ο πρώτος άλλαξε σχολείο. Τον συνάντησα ξανά στο πανεπιστήμιο, μετά από δώδεκα χρόνια: τώρα διορθώνει σπασμένα χέρια κάπου στην Αγγλία.
Περπατώ το διάδρομο, φωτογραφίζω το σκηνικό, βγαίνω στην αυλή. Η φασαρία του διαλείμματος έρχεται στ’ αυτιά μου. Κυνηγητό, φωνές, ‘μήλα’, περιστασιακά και κανένας πετροπόλεμος με το απέναντι σχολείο, αψιμαχίες αγοριών και κοριτσιών, αναπαραστάσεις του Τρωικού πολέμου και άλλων ιστορικών γεγονότων, γυμναστικές επιδείξεις στο τέλος της χρονιάς, όλα περνούν κινηματογραφικά από τη μνήμη. Όπως και ο αγιασμός στην έναρξη του έτους, με συνήθη τελετουργό τον πατέρα μας. Από εδώ το παλιό μας ημιϋπόγειο νηπιαγωγείο με την κυρα-Ελενίτσα, στην απέναντι πλευρά το διαμέρισμα της Άννας, της επιστάτριάς μας. Η κυρία Μαρία, ο κύριος Τιμολέων, ο κύριος Ζήσης (ζει άραγε ακόμη ο τελευταίος;). Και η μεγάλη παρέα της τάξης: ο Χρήστος, ο Παναγιώτης, ο Λάκης, ο Πελέ, η Λουκία, η Μάρω, η Κούλα, η Αλίκη, η Νατάσα, κάπου εξήντα άτομα ήταν τα δυο τμήματα της Έκτης. Με κάποιους τα λέμε ακόμη πότε-πότε, για κάποιους άλλους μαθαίνω νέα από μακριά, τους περισσότερους δεν τους ξαναείδα από τότε. Μνημονεύω νοερά τον Μιχαλάκη, τον Πέτρο και τον άλλο Παναγιώτη που έχουν αφήσει τον κόσμο αυτό στα χρόνια που πέρασαν... μήπως και κανείς άλλος;
Τα κτίρια ίδια (μέσα κι έξω), η αυλή σχεδόν ίδια (έχει χάσει το σκάμμα και το μονόζυγο, έχει αποκτήσει τρεις μπασκέτες), το υπόστεγο, οι κολώνες, τα πορτοπαράθυρα, οι αίθουσες, το χρώμα των τοίχων, το παλιό μπρούτζινο κουδούνι στα σκαλιά, εκεί που συναγωνιζόμασταν ποιος θα το χτυπήσει. Χωρίς γλωσσίδι πλέον, η τεχνολογία έχει προχωρήσει. Οι σκάλες που μας ανέβαζαν από το βασικό επίπεδο της Πρώτης στις μεγαλύτερες τάξεις έχουν με τα χρόνια αποκτήσει πρόσθετα κάγκελα, για να αποτρέπουν τις επικίνδυνες τσουλήθρες. Έξω από την πόρτα της Δευτέρας ο Νίκος είχε βάλει τρικλοποδιά στον Βασίλη: ο δεύτερος έσπασε το χέρι του, ο πρώτος άλλαξε σχολείο. Τον συνάντησα ξανά στο πανεπιστήμιο, μετά από δώδεκα χρόνια: τώρα διορθώνει σπασμένα χέρια κάπου στην Αγγλία.
Περπατώ το διάδρομο, φωτογραφίζω το σκηνικό, βγαίνω στην αυλή. Η φασαρία του διαλείμματος έρχεται στ’ αυτιά μου. Κυνηγητό, φωνές, ‘μήλα’, περιστασιακά και κανένας πετροπόλεμος με το απέναντι σχολείο, αψιμαχίες αγοριών και κοριτσιών, αναπαραστάσεις του Τρωικού πολέμου και άλλων ιστορικών γεγονότων, γυμναστικές επιδείξεις στο τέλος της χρονιάς, όλα περνούν κινηματογραφικά από τη μνήμη. Όπως και ο αγιασμός στην έναρξη του έτους, με συνήθη τελετουργό τον πατέρα μας. Από εδώ το παλιό μας ημιϋπόγειο νηπιαγωγείο με την κυρα-Ελενίτσα, στην απέναντι πλευρά το διαμέρισμα της Άννας, της επιστάτριάς μας. Η κυρία Μαρία, ο κύριος Τιμολέων, ο κύριος Ζήσης (ζει άραγε ακόμη ο τελευταίος;). Και η μεγάλη παρέα της τάξης: ο Χρήστος, ο Παναγιώτης, ο Λάκης, ο Πελέ, η Λουκία, η Μάρω, η Κούλα, η Αλίκη, η Νατάσα, κάπου εξήντα άτομα ήταν τα δυο τμήματα της Έκτης. Με κάποιους τα λέμε ακόμη πότε-πότε, για κάποιους άλλους μαθαίνω νέα από μακριά, τους περισσότερους δεν τους ξαναείδα από τότε. Μνημονεύω νοερά τον Μιχαλάκη, τον Πέτρο και τον άλλο Παναγιώτη που έχουν αφήσει τον κόσμο αυτό στα χρόνια που πέρασαν... μήπως και κανείς άλλος;
Μου έρχεται στο νου και μια επίκαιρη ανάμνηση (τότε βέβαια δεν ψήφιζα...). Την εποχή εκείνη το σχολείο έκλεινε το μεσημέρι της προεκλογικής Παρασκευής με την εγκατάσταση ένοπλης στρατιωτικής φρουράς, και ξανάνοιγε την μετεκλογική Τρίτη. Γλιτώναμε δυο με τρεις μέρες μάθημα (περιλαμβανομένου και του Σαββάτου). Σήμερα σε όλο το συγκρότημα βλέπω έναν μεμονωμένο αστυφύλακα, συμβολική παρουσία. Κάτι έχει αλλάξει στον πολιτικό μας πολιτισμό, τουλάχιστον στα φαινόμενα.
Φεύγω από το κάστρο της μνήμης και περνάω από τον κατάκοιτο θείο Γρηγόρη για τις ευχές για τη γιορτή του: πού η καλή εκείνη εποχή που μας πήγαινε για μπάνιο στην Περαία με το παλιό Ρενώ Ντωφίν; Έχει το ραδιόφωνο στη διαπασών: ‘Περασμένες μου αγάπες κι όνειρα που σβήσατε, με το πέρασμα του χρόνου την ανάμνηση του πόνου στην καρδιά μου αφήσατε...’. Η εκπληκτική φωνή της Μαίρης Λίντα και το δεξιοτεχνικό μπουζούκι του Μανώλη Χιώτη συμμετέχουν στη μηχανή του χρόνου, πηγαίνοντάς με πενήντα χρόνια πίσω. Λες και ήταν χθες, τότε που όλοι ζούσαμε αλλιώς.
Φεύγω από το κάστρο της μνήμης και περνάω από τον κατάκοιτο θείο Γρηγόρη για τις ευχές για τη γιορτή του: πού η καλή εκείνη εποχή που μας πήγαινε για μπάνιο στην Περαία με το παλιό Ρενώ Ντωφίν; Έχει το ραδιόφωνο στη διαπασών: ‘Περασμένες μου αγάπες κι όνειρα που σβήσατε, με το πέρασμα του χρόνου την ανάμνηση του πόνου στην καρδιά μου αφήσατε...’. Η εκπληκτική φωνή της Μαίρης Λίντα και το δεξιοτεχνικό μπουζούκι του Μανώλη Χιώτη συμμετέχουν στη μηχανή του χρόνου, πηγαίνοντάς με πενήντα χρόνια πίσω. Λες και ήταν χθες, τότε που όλοι ζούσαμε αλλιώς.
Να είμαστε καλά όσο περνάνε τα χρόνια να μπορούμε να νοσταλγούμε όπως έκανες στη συγκινητική σου ανάρτηση ... έστω και με την ανθρώπινη λύπη για όσους έφυγαν. Η νοσταλγία μπορεί να ιδωθεί και με τη θετική άποψη, όχι σαν πίκρα που πέρασαν αυτά που νοσταλγούμε αλλά σαν ευτυχή θύμηση για όσα αξιωθήκαμε να ζήσουμε.
ΑπάντησηΔιαγραφήΕυχαριστώ, Ίων, να είσαι καλά! Η νοσταλγία είναι πάντα γλυκιά ανάμνηση και ευγνωμοσύνη.
ΑπάντησηΔιαγραφή