Παρασκευή 11 Απριλίου 2014

Μωσαϊκό μιας ημέρας

Ο άρρωστος στο 421 μετράει τις στερνές του ανάσες με ρυθμό κάπου τριάντα στο λεπτό, λες και προσπαθεί να ζήσει μια ζωή σε λίγες ώρες ή μέρες. Έμαθα από τη προϊσταμένη ότι χθες τον κοινώνησαν, κι αυτό κάνει το έργο μου πιο εύκολο. Παίρνω τη σύζυγο παράμερα για την απαραίτητη εξήγηση: ανίατη η νόσος, δεδομένη η πορεία της, εξαντλημένα και τα όρια της ιατρικής παρέμβασης. Η πρόταση; Όχι, ηρωισμούς, όχι εντατική, όχι μάταιες προσπάθειες ανάνηψης. Το αποδέχεται με ανακούφιση. Να μην τον παιδέψουμε. Τον λόγο έχει μόνο ο Θεός.
     Κάθομαι στο γραφείο και λύνω ένα ‘σουντόκου’ για να αλλάξω εικόνες, κι έπειτα πιάνω το διάβασμα. Έχω αφήσει στη μέση ένα άρθρο της Havi Carel για τη φαινομενολογία της αρρώστιας. Δεν σας λέει τίποτε ο τίτλος; Ούτε και σε μένα. Ωστόσο, περιγράφει με σύνθετους φιλοσοφικούς όρους μια καθημερινή πραγματικότητα που συχνά παραβλέπεται στην ιατρική πράξη: άλλο η νόσος ως επιστημονική οντότητα και άλλο η αρρώστια ως βιωματική εμπειρία του ανθρωπίνου προσώπου. Φιλόσοφος η συγγραφέας, που πάσχει και η ίδια από αναπνευστική ανεπάρκεια λόγω ενος σπανίου νοσήματος, γράφει από προσωπική πείρα. Η χρόνια αρρώστια γίνεται μια αυτόνομη ζωή, αλλοιώνει τη σχέση του αρρώστου με τον χώρο (ακόμη και μικρές αποστάσεις γίνονται εμπόδια) και τον χρόνο (όλα χρειάζονται προγραμματισμό και έχουν μεγαλύτερη διάρκεια, ενώ το αυθόρμητο παύει να υπάρχει διότι έχει μεγάλο κόστος), μας κάνει να συνειδητοποιούμε τις απώλειές μας, τι είχαμε και τι χάσαμε, από δυνάμεις και δεξιότητες. Χρήσιμο μάθημα.
     Σκέφτομαι ότι κάποια πράγματα τα γνωρίζουμε και τα εκτιμούμε μόνο όταν μας λείψουν. Ακόμη και ‘γνωστούς’ και επώνυμους ανθρώπους τους μαθαίνουμε διαφορετικά, καλύτερα και σε βάθος όταν διαβάζουμε τις νεκρολογίες τους. Θυμούμαι τους δυο μαθητές στην Εμμαούς: ‘άφαντος εγένετο απ’ αυτών’ ο Κύριος, και τότε άνοιξαν τα μάτια τους και τον γνώρισαν. Κάπως έτσι, τηρουμένων των αναλογιών, κι εμείς.
     Αφήνω τη φιλοσοφία για να κάνω κάτι πιο πρακτικό. Εκείνο το αγγλικό διήγημα είναι τελειωμένο από καιρό, πρέπει κάποια στιγμή να το στείλω για δημοσίευση. Τώρα όμως προέχει το επόμενο τεύχος του περιοδικού του συλλόγου μας. Η προθεσμία πλησιάζει, πρέπει να κυνηγήσω τους αρθρογράφους, να επιλέξω εικόνες, να διορθώσω δοκίμια, τι άλλο;
     Το τηλέφωνο χτυπάει. Ένας φίλος καρδιολόγος θέλει να δούμε έναν ασθενή του. Έχει αναπνευστική ή καρδιακή δύσπνοια; υτή τη στιγμή φαίνεται να προέχει το καρδιακό πρόβλημα. Ας κάνει για μερικές ημέρες τη θεραπεία του και τα ξαναλέμε.
     Περνώ από το τμήμα του τεχνητού νεφρού: είναι μέρα που έρχεται ο πατέρας μου για την τακτική αιμοκάθαρση που κάνει εδώ και δυόμισυ χρόνια. Σταματώ για λίγο παρά την κλίνη, αλλάζουμε δυο συνηθισμένες κουβέντες, μου δίνει τις εξετάσεις της μαμάς που πρέπει να δείξω σε κάποιον συνάδελφο, του δίνω μια βεβαίωση που χρειάζεται για το δημόσιο. Μου λέει για τη λίγη νυκτερινή δύσπνοιά του, που όμως συνήθως περνάει από μόνη της. Το έχουμε αντιμετωπίσει και στο παρελθόν αυτό το πρόβλημα. Θα τα ξαναπούμε. Όπως κάθε φορά.
     Στο γραφείο με περιμένει ο επόμενος ασθενής. Αναπνευστική ανεπάρκεια κι εδώ, αμετανόητος καπνιστής ο πάσχων, σε φάση προοδευτικής καχεξίας. Η ανάγκη για οξυγόνο στο σπίτι είναι δεδομένη, αλλά πώς να τον πείσεις ότι τσιγάρο και οξυγόνο δεν συμβαδίζει; Του κάνω τη σχετική ενημέρωση, του γράφω τη γνωμάτευση, δίνω τις οδηγίες στη σύζυγο, με την εντολή να μην ξανακαπνίσει. Μια κουβέντα είναι αυτή.
     Ξανά το τηλέφωνο. Ο άρρωστος βαριανασαίνει ακόμη: εκείνες οι τελευταίες ανάσες δεν εξαντλήθηκαν. Οι φαρμακευτικοί κανονισμοί απαιτούν ειδική συνταγή για τα ‘προωθημένα αντιβιοτικά’ που παίρνει. Λεπτομέρειες, αιτιολογήσεις, υπογραφές, σφραγίδες, σαν τη μορφίνη έγιναν κι αυτά, προς δόξαν της γραφειοκρατίας. Με ποιο όφελος;
     Η μέρα δεν έχει τελειώσει. Ακολουθεί απογευματινό ιατρείο μετά την απαραίτητη ανάπαυση, και συνεργασία με συνάδελφο που ετοιμάζει χαρτιά για το εξωτερικό, και μια επίσκεψη το βράδυ σε μια γιαγιά με άνοια και κατακλίσεις που τη φροντίζουν στο σπίτι εδώ και χρόνια. Το κινητό παίρνει μια κλήση από τη σύζυγό μου ενώ εξετάζω την άρρωστη: «Ο μπαμπάς έπεσε στο σπίτι». Κλείνω για να τελειώσω και να την ξαναπάρω από πιο ήσυχο χώρο, έχοντας στο νου κάποιο κάταγμα, με δεδομένη τη δυσκολία του στη βάδιση. Μετά από μερικά λεπτά πληροφορούμαι ότι στο ήδη βρίσκεται εκεί κινητή μονάδα του ΕΚΑΒ. Δεν ακούγεται καλό αυτό. Το ταξί με πηγαίνει στην πατρική οικία σε δέκα λεπτά. Τα δυο ασθενοφόρα στην είσοδο αποτελούν προοίμιο μιας ενδόμυχης βεβαιότητας. Ο Γιώργος είναι ήδη εκεί, το όριο για προσπάθεια ανάνηψης έχει ήδη παρέλθει, χωρίς αποτέλεσμα. Ωστόσο, η τυπική διαδικασία υπαγορεύει μεταφορά στο εφημερεύον νοσοκομείο, όσο κι αν η ‘σαρκίνη καρδία’ μας λέει άλλα. Δεν αντιλέγουμε. Πηγαίνουμε εκεί και περιμένουμε. Γίνονται οι τυπικές ενέργειες, ενώ μέσα μας έχουμε μια γαλήνη που δεν περιγράφεται: αλλιώς φανταζόμουν την αντίδραση στο τέλος του πατέρα μας. Ακούμε και την επίσημη αναγγελία του θανάτου στις 11 μ.μ. της 8ης Απριλίου. Καλόν Παράδεισο, πάτερ!
     Άκολουθούν τα απαραίτητα τηλεφωνήματα. Στο σπίτι πρώτα, για να ενημερώσουν οι αδελφές την μητέρα. Στον πρωτοσύγκελλο έπειτα, ως πλέον αρμόδιο για την τάξη: μας καθοδηγεί τι πρέπει να κάνουμε. Πηγαίνουμε και παίρνουμε τα απαραίτητα, ταυτότητα, ρούχα, φέρνουν οι ιερείς από τον ναό την ιερατική στολή. Ο ευπρεπισμός και η ένδυση του κεκοιμημένου ιερέως πρέπει να γίνει από κληρικούς. Πάτερ Στέφανε και πάτερ Θεολόγε, δεν ξέρετε πόσο ευγνώμονες είμαστε για την βοήθεια και την όλη σας μεταμεσονύκτια συμπαράσταση. Στον νεκροθάλαμο του νοσοκομείου, ώρα 2.30 τη νύχτα, ψάλλουμε το πρώτο νεκρώσιμο τρισάγιο και το ‘Χριστός ανέστη’ και το ‘Ότε κατήλθες προς τον θάνατον’. Είναι τρεις όταν τον συνοδεύουμε στο σπίτι και αρχίζουμε την ανάγνωση του Ευαγγελίου.
     Με την σχετική άνεση της χρονικής απόστασης ξαναφέρνω τα γεγονότα της ημέρας στη σκέψη μου. Το μωσαϊκό της ζωής είναι τελικά πιο σύνθετο, οι εξελίξεις πιο απροσδόκητες από τη φαντασία μας. Όσα σκεφτόμουν το πρωί, ιατρικά και φιλοσοφικά, βρήκαν την εφαρμογή τους στα παρ’ ημίν (ο ασθενής του 421 ‘κράτησε’ ακόμη δυο ημέρες). Πώς μπορούσα να ξέρω ότι εκείνο το απογευματινό του τηλεφώνημα, για να μου πει ότι η βεβαίωση που του έδωσα δεν ήταν η σωστή, θα ήταν τα τελευταία λόγια που θα άλλαζα μαζί του, η τελευταία ευκαιρία να ακούσω τη φωνή του πατέρα μου;
     Την ευχή του να έχουμε! Καλή Ανάσταση.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου