Ως σχετικά ‘παλιός’, από το ξένο μουσικό στερέωμα ακούω νοσταλγικά την Τζόαν Μπαέζ, ιδίως τις μπαλλάντες της. Ένα τραγούδι της που ξανάκουγα πρόσφατα (από το άλμπουμ ‘Diamonds and Rust’, του 1975) έγινε επίκαιρο, καθώς ένας φίλος μου έλεγε για τα προβλήματα που έχει ο πατέρας του από τότε που χήρεψε κι έμεινε μόνος. Παραθέτω τους στίχους του John Prine σε δική μου (καθόλου ποιητική) απόδοση, αφιερωμένους σε όλα τα ‘γέρικα δέντρα’, χρονιάρες μέρες που έρχονται:
Είχαμε ένα διαμέρισμα στην πόλη,
εγώ κι η Λορέτα ζούσαμε ευχάριστα εκεί.
Είναι χρόνια που τα παιδιά μεγάλωσαν,
έχουν ζωές δικές τους, μας άφησαν μόνους.
Ο Τζων κι η Λίντα ζουν στην Όμαχα,
ο Τζόυ είναι κάπου στο δρόμο.
Τον Ντέιβι τον χάσαμε στον πόλεμο της Κορέας,
δεν ξέρουμε ακόμη για ποιο σκοπό, δεν έχει πια σημασία.
Ξέρεις, τα γέρικα δέντρα όλο δυναμώνουν,
τα παλιά ποτάμια κάθε μέρα φαρδαίνουν.
Αλλά οι γέροι απλώς απομένουν μόνοι,
περιμένουν κάποιον να πεί ένα "Γειά".
Εγώ κι η Λορέτα δεν μιλάμε πια πολύ,
εκείνη κάθεται και κοιτάει την πίσω πόρτα.
Όλα τα νέα επαναλαμβάνονται
σαν κάποιο ξεχασμένο όνειρο που έχουμε και οι δυο μας δει.
Μια μέρα θα πάω να δω τον Ρούντι,
δουλέψαμε μαζί στο εργοστάσιο.
Τί θα του πω αν ρωτήσει: "Τι νέα;"
"Τίποτε, εσύ πώς πάς; Δεν έχω τίποτε να κάνω".
Ξέρεις, τα γέρικα δέντρα όλο δυναμώνουν,
τα παλιά ποτάμια φαρδαίνουν κάθε μέρα.
Αλλά οι γέροι απλώς απομένουν μόνοι,
περιμένουν κάποιον να πεί ένα "Γειά".
Έτσι αν κάποια στιγμή βαδίζεις στο δρόμο
και δεις κάποια κούφια αρχαία μάτια,
σε παρακαλώ, μην τα προσπεράσεις και χαζέψεις
σα να μη σε νοιάζει, πές ένα "Γειά"
πες τους, "Γειά".
Είχα την εντύπωση οτι μόνο σε μενα ηταν αγαπητή ..η περίεργη φωνή της. Ας είναι , η παρένθεσή σου, όμορφα υπογραμμίζει τη μελαγχολία της μοναξιάς, που ξεκινά απ εδώ, και για λίγο καιρό ψάχνει παρηγοριά, σ ενα νευμα, ένα γεια...πρόγευση του ΜΕΤΑ!
ΑπάντησηΔιαγραφήΑκόμη ένας κοινός τόπος λοιπόν, Γαληνέ;
ΑπάντησηΔιαγραφή