Η ηλικιωμένη κυρία είναι παλαιά ασθενής μου. Αυτή τη φορά τηλεφώνησε για να κλείσει ραντεβού για τον αδελφό της. Ήρθαν μαζί. Ευτυχώς ο ίδιος δεν έχει τίποτε σοβαρό--περισσότερο φόβος και ανησυχία παρά αρρώστια. Δεν κάπνισε ποτέ, αλλά «από δώδεκα χρόνων έπαιζα ακορντεόν σε ταβέρνες, και μύριζα όλο τον καπνό εκεί μέσα», όπως λέει ο ίδιος. Τους καθησυχάζω ότι όλα είναι εντάξει. Η ηλικιωμένη κυρία επιμένει να πληρώσει εκείνη την επίσκεψη. «Γιατρέ, να κάνω κι εγώ κάτι για τον αδελφό μου», λέει, και η φωνή της δεν μπορεί να κρύψει αυτό που αισθάνεται. «Από μικρός στη βιοπάλη, πέντε αδέλφια αυτός μας μεγάλωσε». Η συγκίνησή της είναι ολοφάνερη, σχεδόν ψηλαφητή. Θυμίζει κάτι από εκείνα τα κοινωνικά δράματα που παλιά αντιμετωπίζαμε με μισοειρωνικά χαμόγελα σαν ‘μελό’ στις ασπρόμαυρες ελληνικές ταινίες. Τόσο ξέραμε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου